Ενα φάντασμα πλανιέται πάνω από τη Γερμανία, το φάντασμα μιας ενδεχόμενης χρεοκοπίας των ελληνικών τραπεζών. Τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης ανακάλυψαν μόλις τις τελευταίες ημέρες τον κίνδυνο με αφορμή τις ειδήσεις για την απότομη αύξηση των αναλήψεων από τους έλληνες καταθέτες. Οι γερμανοί πολιτικοί ήξεραν όμως πολύ νωρίτερα και για το νέο μαζικό κύμα φυγής κεφαλαίων στο εξωτερικό, που είχε αρχίσει την προεκλογική περίοδο εν όψει μιας πιθανής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ και επιταχύνθηκε μετά την 25η Ιανουαρίου.
Γι’ αυτό και ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ο πρόεδρος του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς όταν επισκέφθηκε τον Αλέξη Τσίπρα λίγες ημέρες μετά τις εκλογές στην Αθήνα ήταν να τον προτρέψει να σκεφθεί τη δυνατότητα επιβολής ελέγχου στην κίνηση κεφαλαίων. Ο τελευταίος απέρριψε το μέτρο λέγοντας ότι αυτό θα αναστάτωνε τις αγορές και θα προκαλούσε έτσι πρόσθετες δυσμενείς συνέπειες στην ελληνική οικονομία. Η κατάσταση πήρε έτσι όλο και πιο μοιραία τροπή.
«Η Ελλάδα θα παραμείνει στην ευρωζώνη»
Παρ’ όλα αυτά το Βερολίνο δεν θεωρεί ότι η τρέχουσα αιμορραγία κεφαλαίων απειλεί με άμεση κατάρρευση το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Και αυτό επειδή ο κακός του δαίμονας, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που προκάλεσε πρόσφατα (σε συνεννόηση με τη γερμανική κυβέρνηση) την πιστωτική του ασφυξία, αρνούμενη να αγοράσει ελληνικά ομόλογα, μεταβλήθηκε ξαφνικά και σε προστάτη άγγελό του. Απόδειξη, η απόφασή της (πάλι σε συνεννόηση με τη γερμανική κυβέρνηση) να αυξήσει τις «πιστώσεις ανάγκης» τύπου ELA για τις ελληνικές τράπεζες από 60 σε 65 δισεκατομμύρια ευρώ – και εν ανάγκη μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, σε 70 και περισσότερα δισ.
«Η Ελλάδα θα παραμείνει στην ευρωζώνη» πιστεύει ακράδαντα ο σοσιαλδημοκράτης βουλευτής και μέλος της Επιτροπής Προϋπολογισμού της γερμανικής Βουλής Εβαλντ Σούρερ. Και αυτή την πίστη τη στηρίζει σε δηλώσεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στην ίδια αυτή Επιτροπή. «Μας διαβεβαίωσε ότι θα κάνει το παν για να κρατήσει τη χώρα στο ευρώ» λέει. Ακόμη και οι μπλόφες του, προσθέτει, που είναι ενίοτε «εμπράγματες» (συνοδεύονται δηλαδή, μέσω της ΕΚΤ, από οικονομικές «τιμωρίες») αποβλέπουν σε έναν στόχο: στην επίτευξη μιας παράτασης της συμφωνίας με την Ελλάδα – αυτό όμως υπό τους δικούς του όρους.
«Ο συμβιβασμός θα επέλθει, τη Δευτέρα ή λίγο αργότερα» δηλώνει σίγουρος ανώτερος κυβερνητικός αξιωματούχος, που θέλει να μείνει ανώνυμος. «Θα είναι όμως σαφώς ετεροβαρής: 80:20 υπέρ των δανειστών, ίσως και παραπάνω».
Υπάρχει βέβαια και ένα άλλο στοιχείο, που καθορίζει τη συμπεριφορά του γερμανού υπουργού Οικονομικών: ο ναρκισσισμός του. «Ο Σόιμπλε έχει ελιτίστικη συνείδηση» λέει ο κ. Σούρερ. «Γι’ αυτό και αντιδρά αλλεργικά όταν βλέπει ότι οι νεόφερτοι της πολιτικής τού κλέβουν την παράσταση». Αυτό, προσθέτει, ισχύει ιδίως για τον κ. Βαρουφάκη, που για εβδομάδες ήταν ο «ντάρλινγκ» των διεθνών μέσων ενημέρωσης. Αυτό που τον πονάει ιδιαίτερα είναι όπως λέει «η αχαριστία των ελλήνων πολιτικών». «Και αυτό επειδή θεωρεί εαυτόν πατέρα του πρώτου κουρέματος και επομένως πραγματικό “σωτήρα” της Ελλάδας». Από την άλλη βέβαια, η αλλεργία αυτή δεν είναι αρκετά ισχυρή για να τον εμποδίσει να θέλει να γίνει για δεύτερη φορά «σωτήρας» της.
Ομως οι γερμανοί πολιτικοί έχουν αμφιβολίες για τον επαγγελματισμό των ελλήνων πολιτικών, και ιδίως για εκείνον που πρωταγωνιστεί στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές – τον κ. Βαρουφάκη. «Προκαλεί παντού σύγχυση» λέει ο εκπρόσωπος των Σοσιαλδημοκρατών σε ευρωπαϊκά και οικονομικά θέματα Γιόαχιμ Πος αναφερόμενος στην εμφάνιση του έλληνα υπουργού στη συνεδρίαση του Eurogroup την περασμένη Τετάρτη. «Αντί να παραδώσει στους ομολόγους του έναν γραπτό κατάλογο με συγκεκριμένες προτάσεις, τους έβγαλε έναν ημίωρο λόγο κενό πολιτικού περιεχομένου». Πολλοί από τους υπουργούς, προσθέτει, αναρωτιόνταν απελπισμένοι τι θα μπορούσαν να μεταφέρουν από αυτό στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλιά τους.
Δυσαρέσκεια για Βαρουφάκη
Ο κ. Πος απηύθυνε έτσι έκκληση στον έλληνα Πρωθυπουργό να αντικαταστήσει «προς το συμφέρον του ελληνικού λαού» τον κ. Βαρουφάκη με κάποιον που θα μπορεί να τα βγάζει πέρα «με τις ανάγκες ενός τέτοιου αξιώματος».
Οι ανάγκες αυτές είναι όντως γιγαντιαίες εν όψει της φαινομενικά άτεγκτης στάσης που συνεχίζει να δείχνει ο κ. Σόιμπλε. Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών Μάρτιν Γέγκερ ξεκαθάρισε την περασμένη Παρασκευή ότι για τη συνέχιση της βοήθειας προς την Ελλάδα δεν υπάρχει «εναλλακτική» λύση προς εκείνη των δανειστών – η επιμήκυνση του σημερινού προγράμματος, είπε, «αποτελεί μονόδρομο». Και η προϋπόθεση πάλι γι’ αυτό, πρόσθεσε, είναι το κανονικό «κλείσιμο» του τρέχοντος προγράμματος ως το τέλος Φεβρουαρίου, δηλαδή η εκπλήρωση όλων των ελληνικών υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτό. Αυτό δεν αποκλείει τη μία ή την άλλη αλλαγή του, σύμφωνα και με τις επιθυμίες της Αθήνας. «Ενα τέτοιο πρόγραμμα αναπνέει» είπε, οι δανειστές επιθυμούν εξίσου τέτοιες τροποποιήσεις.
Πολύ πιθανόν λοιπόν η διαμάχη να κλιμακωθεί τις επόμενες ημέρες. Και η όποια συμφωνία, αν όντως επιτευχθεί, να μη φέρει πολύ από την ελληνική σφραγίδα.
Κάρστεν Σνάιντερ: «Η Ελλάδα να παρουσιάσει γρήγορα προτάσεις»
Αποτελούν πρόοδο οι διαπραγματεύσεις αλλά επείγει να κλείσει η συμφωνία, υποστηρίζει ο Κάρστεν Σνάιντερ, αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Σοσιαλδημοκρατών και υπεύθυνος για θέματα οικονομικής πολιτικής.
Ποιο είναι το θετικό στοιχείο από τη συνεδρίαση του Eurogroup και τη Σύνοδο Κορυφής τις προηγούμενες ημέρες;
«Και μόνο το ότι άρχισαν οι διαπραγματεύσεις αποτελεί μεγάλη πρόοδο. Η ελληνική πλευρά πρέπει να παρουσιάσει όμως γρήγορα συγκεκριμένες προτάσεις, επειδή ο χρόνος κυλά εις βάρος της».
Στην Ελλάδα συνεχίζεται η αιμορραγία των τραπεζών. Ορισμένοι πολιτικοί συνιστούν έλεγχο στη μεταφορά κεφαλαίων. Τι λέτε εσείς γι’ αυτό;
«Αν συνεχιστεί η έξοδος των κεφαλαίων, ο έλεγχος, όπως έγινε και στην Κύπρο, θα ήταν ένα σωστό μέτρο. Το βασικότερο είναι όμως η ταχεία παρουσίαση ενός προγράμματος μεγάλων μεταρρυθμίσεων. Αυτό θα καθησύχαζε τις αγορές και θα απέτρεπε τους επενδυτές από τη μεταφορά των κεφαλαίων τους».
Η Αθήνα προτείνει ένα νέο μεταβατικό πρόγραμμα, με το οποίο θέλει να κρατήσει το 70% των συμφωνηθέντων μέτρων και να αντικαταστήσει το 30% με δικά της. Θα είναι αποτελεσματικό ένα τέτοιο μείγμα;
«Αν ήξερα μόνο ποια μέτρα συμπεριλαμβάνονται σε αυτό το 30%…».
Για παράδειγμα, οι αλλαγές στον τομέα εργασίας.
«Δεν ξέρω ακριβώς πόσο μεγάλο είναι το ποσοστό τους. Και μόνο αυτές θα μπορούσαν να ξεπερνούν το 30%. Ολα αυτά αποτελούν όμως θεωρητική συζήτηση. Χωρίς συγκεκριμένες προτάσεις είναι αδύνατον να εκτιμήσουμε το μέγεθος και τις επιπτώσεις τους».
Η Αθήνα θεωρεί την τρόικα παρελθόν και επιδιώκει μια νέα σχέση με τους θεσμούς που παρέχουν βοήθεια. Πόσο μπορεί να αλλάξει αυτή η σχέση;
«Οχι ουσιαστικά. Χωρίς έλεγχο δεν γίνεται. Οσο και να αλλάξει οργανωτικά η μορφή του, ο έλεγχος θα ασκείται με την παλιά συστηματικότητα».
Τι θα γίνει αν δεν υπάρξει συμφωνία;
«Θα έχουμε τη σύγκρουση δυο υπερταχειών αμαξοστοιχιών».