Στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων θα καθίσουν την 21η Μαρτίου 2019, τρεις κάτοικοι της Καρπάθου που ενεπλάκησαν στην πολύκροτη υπόθεση ξεπλύματος βρώμικου χρήματος και συγκεκριμένα χρημάτων που είχαν υπεξαιρεθεί από τράπεζες της αλλοδαπής με παρεμβολές στα συστήματα ασφαλούς μεταφοράς χρημάτων τα οποία κατέληξαν σε λογαριασμούς τους για την αποπληρωμή ανύπαρκτων επενδύσεων.
Οι τρεις Καρπάθιοι θα αντιμετωπίσουν τις κατηγορίες της ηθικής αυτουργίας σε πλαστογραφία από την οποία το περιουσιακό όφελος και η προκληθείσα ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 120.000 ευρώ και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.
Το ιστορικό της υπόθεσης, που απεκάλυψε σ’ όλη της την έκταση η «δημοκρατική», φέρεται να έχει ως εξής:
Στις αρχές Νοεμβρίου 2007 στα γραφεία της εταιρείας AURORA ASSICURAZIONI S.P.A. με έδρα στο Σαν Ντονάτο Ιταλίας, η οποία έχει ως αντικείμενο τον κλάδο της ασφάλισης, διαπιστώθηκε χρέωση στον τρεχούμενο λογαριασμό ποσού 1.523.402 ευρώ σε εκτέλεση εντολής μεταφοράς από το εξωτερικό. Η εν λόγω πράξη και η εντολή δεν είχαν τις συνήθεις έγγραφες αποδείξεις και για τον λόγο αυτό η ανωτέρω εταιρεία ζήτησε από την τράπεζα εξηγήσεις.
Το υποκατάστημα της UNIPOL BANCA SPA διαβίβασε ως δικαιολογητικό της πραγματοποιηθείσας πράξης αντίγραφο μίας εντολής τραπεζικού εμβάσματος με ημερομηνία 29.10.2007 με φαινομενική προέλευση από τον χρήστη AURORAASSICURAZIONI SPA. Η εν λόγω εντολή έφερε υπογραφή του γενικού διευθυντή και έδινε εντολή μεταφοράς σε λογαριασμό στην Αγροτική Τράπεζα της Καρπάθου υπέρ του πρώτου κατηγορουμένου. Σύμφωνα με την Ιταλική Τράπεζα η αποστολή του φαξ έγινε μετά από τηλεφώνημα που έλαβε ο υποδιευθυντής, στον οποίο ένας υπάλληλος δήθεν της εταιρείας AURORA ASSICURAZIONI S.P.A προανήγγειλε την αποστολή της εντολής τραπεζικού εμβάσματος.
Η εντολή έφερε πλαστογραφημένη υπογραφή του Γενικού Διευθυντή της AURORA ASSICURAZIONI S.P.A. Αν και ως αριθμός αποστολής του φαξ εμφανιζόταν ο αριθμός της εταιρείας AURORA ASSICURAZIONI S.P.A, εντούτοις δεν είχε αποσταλεί από το φαξ της τελευταίας. Φέρεται να προέκυψε παραπέρα ότι ο πρώτος κατηγορούμενος είχε ανοίξει τον λογαριασμό λίγους μήνες πριν.
Tα χρήματα κατατέθηκαν στον λογαριασμό του και αυθημερόν ανέλαβε το μεγαλύτερο μέρος του ποσού, ήτοι 1.520.000 ευρώ σε μετρητά από το υποκατάστημα της Αγροτικής Τράπεζας στην Κάρπαθο.
Εν συνεχεία το ανωτέρω ποσό περιήλθε εις χείρας της δεύτερης κατηγορουμένης και η τελευταία την 02.11.2007 κατέθεσε ποσό 300.000 ευρώ σε λογαριασμό που τηρούσε στην Εμπορική Τράπεζα από τον οποίο την 21.11.2007 ανέλαβε ποσό 170.000 ευρώ. Πραγματοποίησε εξάλλου και άλλες αναλήψεις και καταθέσεις σε λογαριασμούς τρίτων.
Παράλληλα με τα ανωτέρω και με ακριβώς την ίδια πρακτική αλλά αυτή τη φορά με εξαπατηθείσες εταιρείες την POVITA COMPAGNIA DI ASSICURAZIONI SPA και την Ιταλική Τράπεζα BANCA POPOLARE FRIULANDRIA SPA ο τρίτος κατηγορούμενος εισέπραξε σε λογαριασμό του χρήματα που είχαν υπεξαιρεθεί.
Πιο συγκεκριμένα στην τράπεζα BANCA POPOLARE FRIULANDRIA SPA περιήλθαν πλαστές εντολές εμβάσματος ποσού 3.316.703 ευρώ υπέρ του τρίτου στο υποκατάστημα Καρπάθου της Αγροτικής Τράπεζας με την αιτιολογία πώλησης ακινήτων δυνάμει του από 07.12.2007 ιδιωτικού συμφωνητικού για μερική εξόφληση συνολικού τιμήματος 4.316.703 ευρώ.
Την 17.12.2007 τα χρήματα κατατέθηκαν σε λογαριασμό που διατηρούσε στην εν λόγω Τράπεζα και την 18.12.2007 εισέπραξε σε μετρητά το ποσό των 40.000 από το υποκατάστημα Καρπάθου και το ποσό των 3.200.000 ευρώ από το κεντρικό κατάστημα της Αγροτικής Τράπεζας στην Αθήνα.
Εν συνεχεία μεταβίβασε το ποσό των 3.226.703 ευρώ σε Ιταλό υπήκοο, ενώ φέρεται να γνώριζε ότι προέρχονταν από εγκληματική δραστηριότητα.
Ο πρώτος κατηγορούμενος ισχυρίζεται ότι λόγω προβλήµατος υγείας που αντιµετώπιζε η συµβία του (δεύτερη κατηγορούμενη) είχε αναλάβει τη διαχείριση δύο επιχειρήσεων της.
Περί τα τέλη του έτους 2006, του ανέθεσε να επιβλέψει την ανέγερση οκτώ πετρόκτιστων κατοικιών επί συνολικής έκτασης 8.376 τ.µ., κυριότητάς της και να διαπραγµατευθεί την πώλησή τους.
Στο τρίτο δεκαήµερο του Οκτωβρίου 2007, δέχθηκε τηλεφώνηµα από άγνωστο ο οποίος συστήθηκε ως εκπρόσωπος ιταλικής εταιρείας, που ενδιαφερόταν για την αγορά. Στις 25 Οκτωβρίου 2007 δέχτηκε νέο τηλεφώνηµα και ενηµερώθηκε ότι ο ενδιαφερόµενος βρισκόταν στην Κάρπαθο µε το νόµιµο εκπρόσωπο της ιταλικής εταιρείας.
Συναντήθηκαν, όπως είπε, σε κεντρική καφετέρια του νησιού, του συστήθηκε ως Αργύρης Γριβάδης, ενώ ο Ιταλός ως Sergio Fedini και εκπρόσωπος της εταιρείας “AURORA ASSICURAZIONI S.P.A”. Ακολούθησαν, όπως ισχυρίστηκε, διαπραγµατεύσεις και το τίµηµα καθορίστηκε στα 2.400.000 ευρώ.
Την εποµένη το τίµηµα επανακαθορίστηκε σε 2.300.000 ευρώ ενώ τέθηκε ως όρος να προκαταβληθεί το ποσό των 1.500.000 ευρώ εκ του συµφωνηθέντος τιµήµατος µε την υπογραφή του προσυµφώνου, ώστε να προχωρήσουν οι διαδικασίες για την αποπεράτωση των οικοδοµικών εργασιών.
Την επόµενη µέρα της υπογραφής του συµφωνητικού απεβίωσε σε τροχαίο δυστύχηµα οικείος του και ανεχώρησε για την Αθήνα.
Την 30η Οκτωβρίου 2007 δέχθηκε τηλεφώνηµα από υπάλληλο της Αγροτικής Τράπεζας, που τον ενηµέρωσε για το έµβασµα και την ηµέρα της κηδείας δέχθηκε τηλεφώνηµα από τους δύο «αγοραστές» οι οποίοι υπαναχωρούσαν και ζητούσαν την επιστροφή των χρημάτων τους.
Εκείνος, όπως είπε, τους εξήγησε ότι δεν µπορούσε να τους επιστρέψει τα χρήµατα την ηµέρα εκείνη και τότε δέχτηκε απειλές και κατά µελών της οικογένειάς του. Την 2α Νοεµβρίου 2007, όπως ισχυρίστηκε, επισκέφθηκε το κεντρικό κατάστηµα της Αγροτικής Τράπεζας στην Αθήνα και ανέλαβε σε µετρητά το ποσό των 1.520.000 ευρώ τα οποία και τους επέστρεψε σε ένα καφέ στην οδό Βαλαωρίτου.
Η συµβία του απολογούµενη επιβεβαίωσε τα ανωτέρω, επισηµαίνοντας ότι η ίδια δεν είχε καµία σχέση µε τις συναλλαγές.
Ο τρίτος κατηγορούμενος υποστηρίζει ότι τον Ιούλιο του 2007 τον επισκέφθηκαν σε καφετέριά του δυο άγνωστα άτοµα, τα οποία του παρουσιάστηκαν ως αντιπρόσωποι ενδιαφεροµένων Ιταλών επενδυτών, για αγορά παραθαλάσσιων εκτάσεων στην Κάρπαθο, και του συστήθηκαν ο µεν ένας ως Νίκος Αναγνώστου, ο δε δεύτερος ως Μάσιµο Καπάνα. Τους δήλωσε ότι διαθέτει δυο συνεχόµενα κτήµατα συνολικής έκτασης περίπου 112 στρεµµάτων τα οποία και επικέφθηκαν.
Στις 14 Δεκεµβρίου 2007 έλαβε fax µε το ιδιωτικό συµφωνητικό υπογεγραµµένο από τον Μάσιµο Καπάνα ως διευθυντή της εταιρείας «povita spa».
Ο Αναγνώστου του είπε ότι αυτός και οι συνεργάτες του πέτυχαν καλύτερη τιµή και αν δεν είχε αντίρρηση αυτή θα ήταν η αµοιβή τους, ως µεσαζόντων.
Περί τα τέλη Δεκεµβρίου 2007, του τηλεφώνησε και πάλι ο ίδιος, του ζήτησε τον αριθµό του λογαριασµού του και κανόνισαν ραντεβού για το πρωί της 17ης Δεκεµβρίου 2007 στην καφετέρια του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρετανία, στο Σύνταγµα. Συναντήθηκαν εκεί ο Αναγνώστου, ο Μάσιµο Καπάνα και εκείνος και αρχικά έκαναν µια συζήτηση σχετικά τα επενδυτικά σχέδια της αγοράστριας εταιρείας στην Κάρπαθο.
Διαπίστωσε την κατάθεση του ποσού 3.316.673 ευρώ και όπως λέει βγαίνοντας από το κατάστηµα της Αγροτικής Τράπεζας τον ανέµενε ο Νίκος Αναγνώστου, τον συνόδευσε και πάλι στην καφετέρια του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρετανία, όπου τους περίµενε ο Μάσιµο Καπάνα και του ανακοίνωσε ότι στο µεταξύ έλαβε ένα τηλεφώνηµα από την Ιταλία ότι η «δουλειά χάλασε» και ότι ο ίδιος είναι υποχρεωµένος να επιστρέψει στην εταιρεία του τα χρήµατα, που του κατέθεσαν στον λογαριασµό και µάλιστα σε µετρητά. Τον εξανάγκασαν τότε να τους επιστρέψει τα χρήματα και έκτοτε δεν τους ξαναείδε.