Αντιμέτωπες με μια νέα πραγματικότητα θα βρίσκονται από τη Δευτέρα το πρωί Αθήνα και Λευκωσία, καθώς το δημοψήφισμα στην Τουρκία αποτελεί κομβικό σημείο όχι μόνο γιατί διαμορφώνει νέο τοπίο στο εσωτερικό της χώρας, αλλά και γιατί σφραγίζει και την εξωτερική πολιτική της, τις σχέσεις με τις μεγάλες δυνάμεις και τους γείτονές της.
Υστερα από μία ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο που ακολούθησε την απόπειρα πραξικοπήματος, τον περασμένο Ιούλιο, που έδωσε την ευκαιρία στον Ταγίπ Ερντογάν να εξαπολύσει ένα πρωτοφανές κύμα διώξεων εναντίον των πολιτικών αντιπάλων του και να χρησιμοποιήσει την πόλωση και το «φάντασμα» του εσωτερικού εχθρού για να ενισχύσει την καμπάνια υπέρ του «ναι» στις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, η Τουρκία είναι υποχρεωμένη να ασχοληθεί και με τον περίγυρό της όπου οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και δείχνουν να έχουν ξεπεράσει την τουρκική εξωτερική πολιτική.
Ολα δείχνουν ότι τη Δευτέρα το πρωί ο κ. Ερντογάν θα έχει τελειώσει με την τελευταία «τυπική» εκκρεμότητα που είχε, προκειμένου να επιβάλει το δικό του προσωποπαγές καθεστώς? Αθήνα και Λευκωσία περιμένουν με αγωνία το πώς θα κινηθεί σε Αιγαίο και Κυπριακό η Αγκυρα, αν και κανείς δεν πιστεύει ότι θα υπάρξει μεταστροφή της τουρκικής πολιτικής και θα δούμε απέναντί μας ξαφνικά έναν Ταγίπ να γίνεται… «αρνάκι».
Ομως, παρά τον αυτόνομο χαρακτήρα που έχουν οι σχέσεις της Τουρκίας με την Ελλάδα και την Κύπρο, οι γενικότεροι συσχετισμοί που θα διαμορφωθούν και οι ισορροπίες που θα αναζητηθούν στις μεγάλες εξωτερικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Αγκυρα θα επηρεάσουν και τη στάση της στο Αιγαίο και στην Κύπρο.
Η μεγάλη πρόκληση για τον Ερντογάν είναι το κουρδικό πρόβλημα στην εξωτερική διάστασή του, που συνδέεται πρωτίστως με τη Συρία αλλά και με το Ιράκ όπου η αυτόνομη κουρδική περιοχή, ενισχυμένη στρατιωτικά και πολιτικά, λόγω του αναβαθμισμένου ρόλου των μαχητών Πεσμεργκά, αλλά και οικονομικά λόγω των συμφωνιών για απευθείας εξαγωγή κουρδικού πετρελαίου και φυσικού αερίου, συζητά πλέον ανοιχτά τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την ανεξαρτητοποίησή της.
Η ανάρτηση κουρδικών σημαιών στο Κιρκούκ αλλά και η μάχη που δίνεται για την απελευθέρωση της Μοσούλης με τη συμμετοχή και των Κούρδων, προκαλεί συναγερμό στην Αγκυρα, καθώς εάν προχωρήσει αυτή η αλλαγή συνόρων δεν θα μπορεί να ακυρωθεί η απαίτηση του κουρδικού έθνους για συνολική εθνική ολοκλήρωση.
Στη Συρία, η επίθεση με τα χημικά που αποδόθηκε στο καθεστώς Ασαντ και η επίθεση που εξαπέλυσε η Ουάσιγκτον δημιούργησαν νέα δεδομένα και περιέπλεξαν και πάλι την κατάσταση.
Η Τουρκία, μέχρι πριν από δύο εβδομάδες, βρισκόταν αντιμέτωπη με μια αμερικανική κυβέρνηση η οποία στηρίζει τους Κούρδους του YPG της Συρίας και είχε πρακτικά αποδεχθεί, στο πλαίσιο μια γενικής συνεννόησης με τη Ρωσία, ότι ο Ασαντ θα μπορούσε να μείνει μέχρι να αποφασίσει ο συριακός λαός για την τύχη του (δήλωση Τίλερσον στη διάρκεια της επίσκεψής του στην Αγκυρα).
Μετά την επίθεση με τα χημικά, η Τουρκία βρίσκεται σε αντιπαράθεση με τη Μόσχα, η οποία στηρίζει τον Ασαντ και προσπαθεί να αντιληφθεί πώς θα αποτυπωθεί η αμερικανικη προσέγγιση, καθώς η Ουάσιγκτον στοχοποίησε το καθεστώς Ασαντ χωρίς όμως ακόμη να έχει αποσαφηνισθεί εάν ο πρωταρχικός στόχος που θέτει για εξόντωση του ISIS συμπεριλαμβάνει και την απομάκρυνση του Ασαντ.
Βεβαίως η Ουάσιγκτον κάθε άλλο παρά άλλαξε τη στάση της σε ό,τι αφορά τους Κούρδους.
Αντιπαράθεση με Μόσχα
Με αρκετά ύποπτη ταχύτητα η Τουρκία έσπευσε να αποφανθεί για τον υπαίτιο της επίθεσης με χημικά ώστε να εκμεταλλευθεί τη συγκυρία και να επαναφέρει το αίτημά της για ζώνες απαγόρευσης πτήσεων στη Βόρειο Συρία, που αποτελούν μέρος του Σχεδίου της για Ζώνες Ασφαλείας στη Βόρειο Συρία, ώστε να απομακρυνθούν από εκεί οι κουρδικές δυνάμεις και με πρόσχημα την ασφάλεια των αμάχων να αναλάβει ρόλο ο τουρκικός Στρατός στο έδαφος της Συρίας. Αυτό όμως είναι κάτι που, όπως και πριν, πολύ περισσότερο τώρα δεν πρόκειται να αποδεχθεί η Μόσχα.
Η Τουρκία έχει να αντιμετωπίσει αυτήν τη μεγάλη απειλή τη στιγμή που οι Ενοπλες Δυνάμεις της έχουν υποστεί σημαντικό πλήγμα, με την απώλεια χιλιάδων έμπειρων αξιωματικών και στελεχών, που απομακρύνθηκαν ή συνελήφθησαν ως συνεργάτες των γκιουλενιστών. Αυτή η κατάσταση φυσικά δεν πρέπει να υπερεκτιμάται, καθως η Τουρκία, παρά τα σοβαρά αυτά προβλήματα, συνεχίζει να έχει στη διάθεσή της μια αρκετά ισχυρή στρατιωτική μηχανή.
Οριακές είναι οι σχέσεις και με τις αραβικές χώρες, καθώς ο Ερντογάν ουσιαστικά έχει αναδειχθεί στον «προστάτη» των Αδελφών Μουσουλμάνων που όχι μόνο για την Αίγυπτο αλλά και για τα καθεστώτα των χωρών του Κόλπου αποτελούν θανάσιμο εχθρό. Αλλά και οι συγκυριακές συμμαχίες της Αγκυρας με το Ιράν και οργανώσεις όπως η Χεζμπολάχ και η Χαμάς προκαλούν εντονότατη καχυποψία των Αράβων έναντι του Ερντογάν. Σε ό,τι αφορά την ΕΕ, η προεκλογική καμπάνια για το «ναι» στο δημοψήφισμα, άφησε τραυματισμένες βαριά τις σχέσεις της Ευρώπης με την Τουρκία. Τα ξεσπάσματα με τις προσβλητικές αναφορές σε «Ναζί» και η προσπαθεια χειραγώγησης των Τούρκων πολιτών που ζουν και ψηφίζουν στις ευρωπαϊκές χώρες αλλά και το κλίμα ανελευθερίας και καταστολής που έχει επιβάλει ο Ερντογάν, οδήγησαν τις σχέσεις αυτές στο ναδίρ τους.
Πολύ δύσκολα οι σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ θα επανέλθουν στο προ 2016 επίπεδο και πλέον θα αναζητηθεί ένα νέο modus vivendi τόσο από τις Βρυξέλλες όσο και από την Αγκυρα, καθώς είναι προφανές ότι ακόμη και σε θεωρητικό επίπεδο η προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, έχει ακυρωθεί οριστικά.
Οι σχέσεις με την Ελλάδα είναι ουσιαστικά παγωμένες τους τελευταίους μήνες με αφορμή κυρίως την υπόθεση των 8+2 Τούρκων αξιωματικών που βρήκαν καταφύγιο στην Ελλάδα, καθώς ο Ερντογάν θεωρεί ότι επρόκειτο για προσωπικό πλήγμα στον ίδιο, το γεγονός ότι δεν παραδόθηκαν στις τουρκικές Αρχές (όπως ο ίδιος πίστευε ότι του είχε υποσχεθεί η ελληνική κυβέρνηση).
Μοχλός πίεσης
Καθώς όμως ο Ερντογάν δείχνει ότι απομακρύνεται από την ΕΕ, αποδυναμώνεται πλήρως το «εργαλείο» των ευρωτουρκικών σχέσεων που για τρεις τουλάχιστον δεκαετίες χρησιμοποίησε η Ελλάδα έναντι της Τουρκίας. Οι αναφορές του Ερντογάν για τη Συνθήκη της Λωζάνης, για «σύνορα της καρδιάς» έχουν καταγραφεί, είναι σαφές ότι δεν πρόκειται μόνο για ρητορικές εξάρσεις, αλλά όλοι περιμένουν να δουν κατά πόσον θα αποτυπωθούν και στην εξωτερική πολιτική της «νέας» Τουρκίας.
Η επιμονή με την οποία τέθηκε εκ νέου το θέμα των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο, η απαίτηση για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών αλλά και η αναγγελία σεισμογραφικών ερευνών για υδρογονάνθρακες στη Μεσόγειο, προκαλούν ανησυχία στην Αθήνα, καθώς τα ζητήματα αυτά μπορεί να προκαλέσουν μια επικίνδυνη κλιμάκωση, που θα έφερνε πιο κοντά τον διαχρονικό εφιάλτη της ελληνικής διπλωματίας, την εφ’ όλης της ύλης διαπραγμάτευση επί των μονομερών διεκδικήσεων της Τουρκίας.
Και στο Κυπριακό, όπου καταβάλλεται προσπάθεια για επανέναρξη των συνομιλιών, τα εμπόδια που ορθώνονται για μια γρήγορη κατάληξη των συνομιλιών, όλο και πληθαίνουν, καθώς η τουρκοκυπριακή πλευρά επιμένει σε μαξιμαλιστικούς στόχους.
Το γεγονός μάλιστα ότι ο μεσολαβητής Ε. Αϊντα επιζητεί και ρόλο διαμεσολάβησης, με την υποβολή δικών του «γεφυρωτικών» προτάσεων στα ζητήματα διαφωνίας, μάλλον υπονομεύει τη διαδικασία, καθώς παραπέμπει στον τρόπο που διαμορφώθηκε το σχέδιο Ανάν.
Στις συνομιλίες όμως δεν αρκεί η διαμόρφωση ενός νέου σχεδίου και η καλή προδιάθεση του Νίκου Αναστασιάδη, καθώς το όποιο αποτέλεσμα θα πρέπει να έχει πιθανότητες έγκρισης και στο Δημοψήφισμα. Αλλά και για την Κύπρο κομβικό σημείο στις σχέσεις με την Τουρκία είναι τα ενεργειακά. Η Τουρκία απειλεί και απαιτεί τη διακοπή των ενεργειακών πρότζεκτ, τα οποία όμως έχουν δρομολογηθεί σε συνεργασία με πετρελαϊκούς κολοσσούς, οι οποίοι κάθε άλλο πάρα κάμπτονται από την τουρκική στάση.
Hδη στην Κυπριακή ΑΟΖ ξεκίνησε νέο πρόγραμμα σεισμογραφικών ερευνών από το ειδικό σκάφος «Ramform Hyperion» που θα διαρκέσουν μέχρι τις 16 Αυγούστου, ενώ και η TOTAL αναμένεται να ξεκινήσει τις διαδικασίες για την πρώτη γεώτρησή της στο Οικόπεδο 11, μέχρι τον Ιούλιο.
Κάθε προσπάθεια της Τουρκίας να υλοποιήσει τις απειλές της για έρευνες σε περιοχές της Μεσογείου με την αποστολή του νέου σεισμογραφικού σκάφους «MTA Oruc Reis» (όπως μετονομάστηκε το MTA Turkuaz) είτε στην ελληνική υφαλοκρηπίδα είτε στην κυπριακή ΑΟΖ, και παρεμπόδισης των ερευνών που ήδη γίνονται στην κυπριακή ΑΟΖ, θα αποτελέσει πάντως το σημείο καμπής στις σχέσεις με την Τουρκία, καθώς θα αποσκοπεί στη δημιουργία τετελεσμένων με αμφισβήτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων που ούτε η Αθήνα ούτε η Λευκωσία μπορούν να ανεχθούν.
‘ΝΕΥΡΙΚΟΣ ΓΕΙΤΟΝΑΣ’
Στο υπουργείο Εξωτερικών, παράλληλα με την προσέγγιση του Ν. Κοτζιά περί «νευρικού γείτονα» και τη γνωστή θεώρηση ότι τα ξεσπάσματα Ερντογάν εντάσσονται στην προεκλογική τακτική, δεν αναμένεται σημαντική αλλαγή της στάσης της Τουρκίας σε ό,τι αφορά τα κρίσιμα ζητήματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΣΤΡΙΩΤΗΣ-ΕΘΝΟΣ