Συγκρατημένη αισιοδοξία διατυπώνουν μιλώντας στην «Καθημερινή» κορυφαίοι Ελληνες και Ελληνίδες επιχειρηματίες και εκπρόσωποι φορέων του τουρισμού για τις προοπτικές της φετινής χρονιάς.
Ωστόσο διαβλέπουν μεγάλες προκλήσεις και ρίσκα λόγω της διεθνούς συγκυρίας, ενώ υπογραμμίζουν πως προβλήματα όπως η απουσία ενός συνολικού σχεδιασμού της πολιτείας για τον κλάδο, αλλά και οι μεγάλες ελλείψεις σε υποδομές, εξακολουθούν να μένουν άλυτα και υπονομεύουν τις προοπτικές μακροπρόθεσμα.
«Η ενίσχυση των επενδύσεων σε περιβάλλον ασφαλείας δικαίου, με κεντρική προϋπόθεση ένα ξεκάθαρο χωροταξικό σχέδιο, η αναβάθμιση των υποδομών, ο εξορθολογισμός της φορολογίας των τουριστικών επιχειρήσεων και η ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού, σε ένα πλαίσιο συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα αποτελούν κεντρικές προτεραιότητες» για τον Σύνδεσμο Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), υπογραμμίζει ο πρόεδρός του Γιάννης Παράσχης.
Την ίδια ώρα, ο εμπορικός πόλεμος που έχει ξεσπάσει, παρά τις παροδικές ενδείξεις ύφεσης των τελευταίων ημερών, έχει επηρεάσει σημαντικά την επενδυτική αλλά και την καταναλωτική εμπιστοσύνη παγκοσμίως, με την επαπειλούμενη ύφεση σε χώρες «κλειδιά» να αναμένεται να επηρεάσει και τα ταξίδια προς την Ελλάδα, όπως επισημαίνει ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ, CEO των ξενοδοχείων Electra και τέως πρόεδρος του ΣΕΤΕ Γιάννης Ρέτσος.
Ανοδικά ξεκίνησε η χρονιά στο «Ελ. Βενιζέλος»
Προβληματισμός διατυπώνεται και για την πεποίθηση που φαίνεται πως έχει επικρατήσει τα τελευταία λίγα χρόνια ότι ο τουρισμός θα συνεχίσει να αναπτύσσεται και να παράγει επενδύσεις, ανεξάρτητα από τα εγχώρια και διεθνή προβλήματα. Αυτό υπογραμμίζει ο επίσης πρώην πρόεδρος του ΣΕΤΕ Ανδρέας Ανδρεάδης, συνδιευθύνων σύμβουλος του ομίλου SANI/IKOS, του πρώτου ελληνικού ομίλου με τόσο μεγάλη επέκταση στο εξωτερικό.
«Αλλά ακόμη πιο αρνητική από τον εφησυχασμό είναι η νέα ραγδαία εξαπλούμενη αντίληψη ότι όχι απλώς ο τουρισμός δεν χρειάζεται στρατηγικό σχέδιο και ορθολογική υλοποίηση, αλλά και ότι έχει υπερβολικά υπερμεγεθυνθεί, δημιουργώντας περισσότερα προβλήματα από οφέλη», προσθέτει.
Εν τω μεταξύ, ο ελληνικός τουρισμός λειτουργεί σε ένα περιβάλλον έντονου διεθνούς ανταγωνισμού, γι’ αυτό και θεωρείται κρίσιμη η «επανευθυγράμμιση αξίας και ποιότητας», όπως το θέτει ο CEO του ομίλου Mitsis, Σταύρος Μήτσης. «Ιδίως δε σε ένα περιβάλλον αυξανόμενου ανταγωνισμού και μεταβαλλόμενων προσδοκιών από τους ταξιδιώτες», σημειώνει.
Ολα αυτά δεν σημαίνουν πως ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις με ηγετικό ρόλο στον κλάδο σταματούν τις επενδύσεις τους. Και αυτό διότι πιστεύουν τόσο στις δυνάμεις τους και στις δυνάμεις της χώρας, όσο και στην ανθεκτικότητα που έχει αναπτύξει ο ελληνικός τουρισμός έπειτα από αλλεπάλληλες κρίσεις από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας έως σήμερα, όπως εξηγεί η CEO του ομίλου PHĀEA Hospitality και αντιπρόεδρος του ΣΕΤΕ Αγάπη Σμπώκου.
Η ενίσχυση των επενδύσεων σε περιβάλλον ασφάλειας δικαίου, η αναβάθμιση των υποδομών, ο εξορθολογισμός της φορολογίας των τουριστικών επιχειρήσεων και η ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού σε ένα πλαίσιο συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα αποτελούν κεντρικές προτεραιότητες για τον ΣΕΤΕ. Γιάννης Παράσχης
Κρίσιμες επιλογές σε ένα ρευστό διεθνές περιβάλλον
Το 2025 βρίσκει τη διεθνή κοινότητα αντιμέτωπη με εξαιρετικές προκλήσεις. Ο εμπορικός ανταγωνισμός μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας, με έμφαση στην πολιτική δασμών και μέτρων προστατευτισμού, δημιουργεί αλυσιδωτές επιπτώσεις στις αγορές και δυσοίωνα υφεσιακά σενάρια. Οι γεωπολιτικές κρίσεις σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή, η ενεργειακή αβεβαιότητα και η πολιτική αστάθεια σε μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης διαμορφώνουν ένα διεθνές περιβάλλον εξαιρετικά ευμετάβλητο και απρόβλεπτο.
O ελληνικός τουρισμός κατέγραψε μία εντυπωσιακή ανάπτυξη μετά την πανδημία. Το 2024 αποτελεί το νέο έτος αναφοράς, με 40,7 εκατ. αφίξεις και 21,6 δισ. ευρώ έσοδα (με την κρουαζιέρα). Οι ενδείξεις για το 2025, μετά και τη σταδιακή εξομάλυνση των προβλημάτων της Σαντορίνης, ξεκίνησαν και παραμένουν θετικές. Η τάση αυτή σε καμία περίπτωση δεν μπορεί όμως να θεωρείται δεδομένη για τις μεσοπρόθεσμες εξελίξεις.
Το κλίμα αναδεικνύεται σε ένα πολύ σημαντικό εξωτερικό παράγοντα για τον τουρισμό. Η επιβάρυνση υποδομών και προορισμών, η αστάθεια καιρικών φαινομένων και η ανάγκη για επενδύσεις και το αυξημένο κόστος περιορισμού, αλλά κυρίως προσαρμογής στην κλιματική κρίση, διαμορφώνουν ένα νέο λειτουργικό και οικονομικό πλαίσιο.
Στο περιβάλλον αυτό της ανατροπής των διεθνών οικονομικών και εμπορικών σταθερών, της κλιματικής κρίσης και των τεχνολογικών αλμάτων, πέραν της βιωσιμότητας, η ανθεκτικότητα (resilience) καθίσταται το κεντρικό ζητούμενο για το αναπτυξιακό μοντέλο του τουρισμού μας για την επόμενη μέρα.
Η ενίσχυση των επενδύσεων σε περιβάλλον ασφάλειας δικαίου (με κεντρική προϋπόθεση ένα ξεκάθαρο χωροταξικό σχέδιο), η αναβάθμιση των υποδομών, ο εξορθολογισμός της φορολογίας των τουριστικών επιχειρήσεων και η ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού σε ένα πλαίσιο συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα αποτελούν κεντρικές προτεραιότητες για τον ΣΕΤΕ.
Ο ελληνικός τουρισμός έχει αντιμετωπίσει και έχει βγει νικητής σε πολλαπλές κρίσεις των τελευταίων δεκαετιών, με σημαντικότερες την ελληνική οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας και την πρόσφατη πανδημία, έχοντας καταστεί κεντρικός πυλώνας σταθερότητας και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Οι εμπειρίες αυτές μας δίνουν δύναμη αλλά και αισιοδοξία για τις νέες προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας για το 2025 και τα επόμενα χρόνια.
Εξαιρετικά αρνητική είναι η νέα ραγδαία εξαπλούμενη αντίληψη ότι όχι απλώς ο τουρισμός δεν χρειάζεται στρατηγικό σχέδιο και ορθολογική υλοποίηση, αλλά και ότι έχει υπερμεγεθυνθεί, δημιουργώντας περισσότερα προβλήματα από οφέλη. Ανδρέας Ανδρεάδης
Ανδρέας Ανδρεάδης – CO-CEO SANI/IKOS, πρώην πρόεδρος του ΣΕΤΕ
Με ανησυχεί ο γενικευμένος εφησυχασμός
Το 2025 χαρακτηρίζεται από πρωτοφανείς γεωπολιτικές αναταράξεις και έναν οικονομικό πόλεμο που αναμφίβολα θα επηρεάσει αρνητικά και σημαντικά κάθε οικονομία του πλανήτη. Μέσα σε ένα απολύτως ρευστό οικονομικό περιβάλλον, ο τουρισμός της χώρας μας καλείται και φέτος να επιτύχει νέο ρεκόρ όλων των εποχών. Θα συμβεί, όμως, κάτι τέτοιο; Η εκτίμησή μου είναι ότι αν καταφέρουμε να πιάσουμε ή να προσεγγίσουμε τα νούμερα του 2024, θα είναι μεγάλη επιτυχία. Μην ξεχνάμε, εκτός των κρίσιμων εξωγενών παραγόντων, το ζήτημα της Σαντορίνης που θα επηρεάσει όχι μόνο το νησί, αλλάκαι άλλους προορισμούς στις Κυκλάδες και σε ένα βαθμό θα επιβαρύνει το τελικό αποτέλεσμα όλης της χώρας. Αυτό που με ανησυχεί ιδιαίτερα είναι ο γενικευμένος εφησυχασμός πως ο τουρισμός είναι κάτι δεδομένο και ό,τι και να συμβεί θα συνεχίσει να επενδύει και να αποδίδει τα μέγιστα. Εστω και εάν τον επιβαρύνουμε συνεχώς με φόρους, δημιουργούμε διαρκώς νέα γραφειοκρατικά εμπόδια (πρόσφατα την ηλεκτρονική κάρτα εργασίας), δεν εξασφαλίζουμε επαρκές εργατικό δυναμικό που θα καλύψει τις ανάγκες ενός ποιοτικού τουριστικού προϊόντος, αργούμε απελπιστικά με χωροταξικό σχεδιασμό και κτηματολόγιο κ.ά. Αλλά ακόμη πιο αρνητική από τον εφησυχασμό είναι η νέα ραγδαία εξαπλούμενη αντίληψη ότι όχι απλώς ο τουρισμός δεν χρειάζεται στρατηγικό σχέδιο και ορθολογική υλοποίηση, αλλά και ότι έχει υπερμεγεθυνθεί, δημιουργώντας περισσότερα προβλήματα από οφέλη. Οι φορείς αλλά και η πολιτεία φέρουν σημαντικό μέρος της ευθύνης γι’ αυτήν τη νέα, εξαιρετικά επικίνδυνη αντίληψη, που εάν διευρυνθεί θα επιφέρει πολλά δεινά στην οικονομία της πατρίδας και στο βιοτικό μας επίπεδο. Οι λίγες μεμονωμένες σημαντικές επενδύσεις δεν θα μπορέσουν να αντιστρέψουν το κλίμα εάν δεν υπάρξει όραμα, ξεκάθαρος προσανατολισμός και σχέδιο δράσης. Πάνω από όλα, εάν δεν υπάρξουν οι πολιτικές δυνάμεις και οι τουριστικοί φορείς με όραμα και ικανότητες υλοποίησης.
Αν και οι διεθνείς αφίξεις παρουσίασαν αύξηση 10% το 2024 σε σύγκριση με το 2023, παρατηρείται ταυτόχρονη μείωση της μέσης κατά κεφαλήν δαπάνης των επισκεπτών. Γιάννης Χατζής
Γιάννης Χατζής – Πρόεδρος Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, εκτελεστικός πρόεδρος Blue Sea Resort Collection
Ο ξενοδοχειακός κλάδος επενδύει συστηματικά
Καθώς ξεκινάει η θερινή τουριστική περίοδος, τα πρώτα στοιχεία διαμορφώνουν ένα ενθαρρυντικό αλλά σύνθετο τοπίο. Σύμφωνα με την έρευνα Skift Research Travel Outlook Survey, το 2025 τα ταξίδια αναμένεται να αποτελέσουν την κορυφαία προαιρετική καταναλωτική δαπάνη σε αγορές «κλειδιά» όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία, η Κίνα και η Ινδία. Οι προβλέψεις για τα τουριστικά έσοδα είναι ιδιαίτερα αισιόδοξες. Η Ελλάδα εξακολουθεί να καταλαμβάνει εξέχουσα θέση στις προτιμήσεις των Ευρωπαίων ταξιδιωτών, κατακτώντας την κορυφή στον δείκτη ικανοποίησης GRI με ποσοστό 87%, υπερέχοντας της Κύπρου (85,8%), της Ισπανίας (84,6%) και της Τουρκίας (83,8%). Παράλληλα, οι προκρατήσεις για κορυφαίους ελληνικούς προορισμούς παρουσιάζουν αύξηση, εδραιώνοντας τη χώρα στις πρώτες επιλογές των παραδοσιακών αγορών της. Ωστόσο, οι αυξημένες προκρατήσεις πραγματοποιούνται με εκπτώσεις της τάξης του 10%-20%, γεγονός που υποδηλώνει έντονη ζήτηση, αλλά και σημαντική πίεση στα έσοδα των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων. Επιπλέον, αν και οι διεθνείς αφίξεις παρουσίασαν αύξηση 10% το 2024 σε σύγκριση με το 2023, παρατηρείται ταυτόχρονη μείωση της μέσης κατά κεφαλήν δαπάνης των επισκεπτών. Η κερδοφορία του ξενοδοχειακού κλάδου το 2023 καταγράφει κάμψη της τάξης του 16,3%, σύμφωνα με στοιχεία της ICAP CRIF, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι οι ποσοτικοί δείκτες από μόνοι τους δεν επαρκούν για την αποτίμηση της πραγματικής δυναμικής του τουριστικού τομέα.
Οι προκλήσεις για το 2025 είναι πολυδιάστατες και υπερβαίνουν τα στενά όρια των οικονομικών μεγεθών. Το ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον, οι συγκρούσεις σε γειτονικές περιοχές, η ενεργειακή αβεβαιότητα, ο πληθωρισμός και η ασθενής οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη επηρεάζουν άμεσα τις καταναλωτικές αποφάσεις στις κύριες αγορές μας. Παράλληλα, η αύξηση φορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων (τέλος ανθεκτικότητας, τέλος διαμονής παρεπιδημούντων κ.λπ.) πλήττει την ανταγωνιστικότητα των ξενοδοχείων και δημιουργεί ασφυκτικές συνθήκες, ιδιαίτερα για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Τουρισμός: Προβλέψεις για περισσότερους επισκέπτες
Παρά τις πιέσεις, ο ξενοδοχειακός κλάδος συνεχίζει να επενδύει συστηματικά πάνω από 1 δισ. ετησίως στη διατήρηση και την αναβάθμιση της ποιότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, ενισχύοντας παράλληλα την εθνική οικονομία. Συμβάλλει άμεσα 11,5 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ, προσφέρει 200.000 θέσεις εργασίας, επιτυγχάνει περιφερειακή διάχυση των ωφελειών σε ποσοστό 90% και ενισχύει σημαντικά το ισοζύγιο υπηρεσιών με καθαρό πλεόνασμα.
Το διακύβευμα για το 2025 δεν περιορίζεται στους αριθμούς. Είναι κυρίως ζήτημα ποιότητας, στρατηγικής και θεσμικής επάρκειας. Απαιτείται η υιοθέτηση ενός ολιστικού πλαισίου πολιτικής, που θα αναγνωρίζει τον τουρισμό ως αναντικατάστατο πυλώνα μιας εξωστρεφούς και δυναμικής εθνικής οικονομίας.
Αγάπη Σμπώκου – CEO PHĀEA HOSPITALITY, αντιπρόεδρος του ΣΕΤΕ
Ο τουρισμός είναι η εικόνα όλης της χώρας
O ελληνικός τουρισμός έχει δείξει τη δύναμη και την ανθεκτικότητά του σταθερά εδώ και δεκαετίες και ακόμη πιο έντονα την περίοδο μετά την COVID-19. Η Ελλάδα όχι μόνο παραμένει ελκυστικός προορισμός με ανοδική πορεία, αλλά έχει καταφέρει να διαμορφώσει ένα νέο, σύγχρονο αφήγημα θελκτικό ακόμη και σε νεότερους ανθρώπους. Ζητούμενο είναι η συνολική, και όχι αποσπασματική, αντιμετώπιση του τουριστικού προϊόντος, ως μιας εμπειρίας που συνδέει κάθε σημείο επαφής του επισκέπτη με την Ελλάδα –από το αεροδρόμιο και ξενοδοχείο έως τη διαχείριση των λυμάτων, τον χωροταξικό σχεδιασμό και την εξυπηρέτηση– και δεν αφήνει την ανάπτυξή του σε τυχαία και αυθόρμητη τροχιά χωρίς πλάνο. Γιατί κάτι τέτοιο υποθηκεύει το μέλλον του.
Η χρονιά του 2025 ξεκίνησε με πολύ αισιόδοξα μηνύματα. Σημαντική αύξηση σε προγραμματισμένες αεροπορικές θέσεις από τις κύριες αγορές της (Αγγλία και Γερμανία) και πολύ μεγάλη αύξηση (18%) από την Αμερική. Οι κρατήσεις είχαν επίσης δείξει σημαντική δυναμική τους τελευταίους μήνες. Ωστόσο, ο Φεβρουάριος και ο Μάρτιος παρουσίασαν μια ελαφρώς διαφοροποιημένη εικόνα, που σχετίζεται με γεγονότα όπως οι ειδήσεις της Σαντορίνης, οι εκλογές στη Γερμανία και βέβαια με τη αβεβαιότητα που τροφοδότησαν οι πρόσφατες εξαγγελίες Τραμπ στις ΗΠΑ. Η αβεβαιότητα αυτή έρχεται καθώς μπαίνουμε στην πιο σημαντική περίοδο των κρατήσεων και έτσι είναι δύσκολο κανείς να αποτιμήσει αν και πόσο θα επηρεάσει τις αποφάσεις των ταξιδιωτών.
Τα κύρια συμπεράσματα αυτή τη στιγμή είναι ότι η εικόνα παραμένει αισιόδοξη για το καλοκαίρι και ότι οι άνθρωποι του τουρισμού είναι ψύχραιμοι. Είναι εξάλλου η φύση του τουρισμού να εξαρτάται από πολλούς διαφορετικούς παράγοντες. Σημαντικά επίσης συμπεράσματα είναι ότι ενισχύεται η τάση του late booking και δυναμώνουν οι μήνες εκτός high season, κάτι που οδηγεί σε πιο σωστή για όλους χρονική διασπορά. Ενισχύονται όμως και νέοι, μικρότεροι προορισμοί εντός της χώρας, προσελκύοντας ένα διαφορετικό κοινό από τους κλασικούς και μεγάλους, που όμως διατηρούν τη δυναμική τους. Ολα αυτά συντείνουν στο ότι η Ελλάδα είναι πια ένας ώριμος και καταξιωμένος τουριστικός προορισμός και ως τέτοιον πρέπει να τον αντιμετωπίζουμε: με αισιοδοξία και με υπευθυνότητα.
Γιάννης Ρέτσος – CEO Electra Hotels & Resorts, πρόεδρος του ΙΟΒΕ, τέως πρόεδρος του ΣΕΤΕ
Χωρίς στρατηγική, δεν πάμε πουθενά
Η βίαιη στροφή των οικονομιών του πλανήτη από το καθεστώς της παγκοσμιοποίησης και του ελευθέρου εμπορίου σε καθεστώς προστατευτισμού, έτσι όπως φαίνεται να υπαγορεύει η πολιτική δασμών του προέδρου Tραμπ, μας βρίσκει όλους απροετοίμαστους. Η προσπάθεια ερμηνείας της πολιτικής αυτής με αμιγώς οικονομικούς όρους δεν φαίνεται πειστική. Ισως υποκρύπτει και γεωπολιτική στόχευση, με ανασύνθεση του παγκόσμιου χάρτη, αυτή τη φορά όμως με όπλο την οικονομία. Οι επιπτώσεις μέχρι στιγμής είναι εμφανείς μέσω του κλυδωνισμού όλων των χρηματιστηρίων σε Ευρώπη, Ασία και Αμερική, σίγουρα όμως προβλέπονται πολλαπλάσιες. Μελέτη μεγάλου διεθνούς οικονομικού και γεωπολιτικού συμβουλευτικού οργανισμού προβλέπει πως για κάθε 10 μονάδες δασμών οριζόντια στις χώρες της Ε.Ε. προβλέπεται μείωση του ΑΕΠ της κατά μία μονάδα. Μπορούμε να αντιληφθούμε τι σημαίνει αυτό, όταν η πρόβλεψη για τον ρυθμό ανάπτυξης της Ε.Ε. για το 2025 δεν ξεπερνάει το 0,5%. Η Ευρώπη, λοιπόν, σε αυτήν τη φάση φαίνεται να είναι στη γωνία, αφού δεν κατάφερε όλα αυτά τα χρόνια να διαμορφώσει ούτε σταθερή ενιαία οικονομική πολιτική ούτε, ακόμη χειρότερα, ενιαία αμυντική πολιτική, κάτι που τώρα, υπό ασφυκτική πίεση, προσπαθεί να διαμορφώσει. Πού βρίσκεται όμως η χώρα μας μέσα σε αυτή τη γενικευμένη κρίση; Με ρυθμό ανάπτυξης γύρω στο 2,5%, σίγουρα πολύ υψηλότερο από αυτόν της Ευρωζώνης, με υψηλό ρυθμό επενδύσεων, χαμηλότερο όμως του προσδοκώμενου και με μεγάλο μέρος της συνολικής αξίας να αφορά αποθέματα και με πολύ υψηλό ποσοστό ιδιωτικής κατανάλωσης. Ταυτόχρονα, το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ έχει μειωθεί πολύ, είναι όμως πολύ ευάλωτο σε οποιαδήποτε βίαιη συρρίκνωση του ΑΕΠ. Οι κοινωνικές ανισότητες διευρύνονται και εντός και εκτός χώρας και η κυβέρνηση σωστά προσπαθεί να αμβλύνει τις ανισότητες αυτές μέσω επιδοματικών πολιτικών, χρηματοδοτούμενων ακόμη και από το RRF. Εδώ όμως υποκρύπτεται η παγίδα, εφόσον δεν προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις, οι πολιτικές αυτές να έχουν περιορισμένη διάρκεια, αφού δεν παράγουν νέο πλούτο.
Και ο τουρισμός; Τι θέση έχει σε όλο αυτό; Κι όμως, μέσα στη δεκαετή οικονομική κρίση και στη διετία της πανδημίας, έδειξε πρωτόγνωρη ανθεκτικότητα, επιτυγχάνοντας συνεχή ρεκόρ και ενισχύοντας το ΑΕΠ της χώρας. Είμαστε λοιπόν ασφαλείς; Για την ώρα ναι, χωρίς στρατηγική, όμως, δεν πάμε πουθενά. Και αν η τελευταία μου λέξη πρέπει να είναι για το κατά πόσον αισιοδοξώ για τη στρατηγική αυτή, θα απαντούσα ευθέως «όχι και τόσο»…
Σταύρος Μήτσης – CEO Mitsis Group
Επιβάλλεται εγρήγορση και ευελιξία
Το 2025 διαμορφώνεται ως μια χρονιά προκλήσεων και μεγάλων ευκαιριών για την εξέλιξη του ομίλου Mitsis. Η εξέλιξη των πωλήσεων για το 2025 είναι θετική, παρά την επιβράδυνση της ζήτησης που σημειώθηκε τον Φεβρουάριο, επιβεβαιώνοντας την ανθεκτικότητα του επιχειρηματικού μας μοντέλου. Η εικόνα είναι ενθαρρυντική, αλλά παραμένουμε ρεαλιστές απέναντι σε ένα περιβάλλον που επηρεάζεται από τη σεισμική δραστηριότητα στις Κυκλάδες, την οικονομική κατάσταση στη Γερμανία –βασική αγορά για την Ελλάδα– και τις οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Οι μεταβλητές αυτές, σε συνδυασμό με χρόνιες αδυναμίες εσωτερικών υποδομών, επιβάλλουν εγρήγορση και ευελιξία στον στρατηγικό σχεδιασμό.
Οι ελλείψεις σε βασικές υποδομές κοινής ωφελείας, σε συνδυασμό με τις παθογένειες της διοίκησης, περιορίζουν την ικανότητα άμεσης ανταπόκρισης. Επιπλέον, η πίεση που ασκείται σε κομβικές πύλες εισόδου της χώρας καταδεικνύει την ανάγκη για εκσυγχρονισμό και ενίσχυση των μεταφορικών υποδομών, ενώ παράλληλα δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την ανάγκη για εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού. Τέλος, η ανάγκη για επανευθυγράμμιση αξίας και ποιότητας παραμένει κρίσιμη, ιδίως σε ένα περιβάλλον αυξανόμενου ανταγωνισμού και μεταβαλλόμενων προσδοκιών από τους ταξιδιώτες.
Σταθερά προσηλωμένοι στην ποιότητα και στην καινοτομία, ολοκληρώσαμε την ανακαίνιση του Mitsis Rodos Village και ξεκινήσαμε την ανακαίνιση στο Mitsis Bali Paradise στην Κρήτη, με σκοπό την αναβάθμισή του σε ξενοδοχείο 5 αστέρων κατά την ολοκλήρωση των εργασιών. Ταυτόχρονα προσθέτουμε ένα χώρο wellness και lifestyle, το Club 8 στο Mitsis Faliraki και ξεκινήσαμε την ανακατασκευή του Grand Hotel στη Ρόδο. Παράλληλα, επεκτείναμε την παρουσία μας σε Κέρκυρα και Χαλκιδική με τρεις νέες μονάδες.
Στον όμιλο Mitsis προσεγγίζουμε τις προκλήσεις ως αφετηρία εξέλιξης. Με πυξίδα την καινοτομία, τις στρατηγικές επενδύσεις και την αυθεντική φιλοξενία, παραμένουμε αφοσιωμένοι στη δημιουργία ενός τουριστικού μοντέλου που ενδυναμώνει την εθνική οικονομία και αναβαθμίζει την ελληνική τουριστική ταυτότητα, με σεβασμό στις τοπικές κοινωνίες και στο φυσικό περιβάλλον.
Χλόη Λασκαρίδη – Εκτελεστική πρόεδρος, ΛΑΜΨΑ
Δεν μπορούν να γίνουν ασφαλείς προβλέψεις
Οι καταστάσεις που προκαλούν αναταραχή και αβεβαιότητα ανέκαθεν ήταν είναι και θα είναι οι μεγαλύτερες «απειλές» για τον τουρισμό. Αιφνίδιες εξελίξεις που εκδηλώνονται σε διάστημα ωρών ή λίγων ημερών μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά μια ολόκληρη σεζόν, να πλήξουν προορισμούς σε βάθος χρόνου. Ο «πόλεμος των δασμών» που εξελίσσεται μπροστά μας αυτό το διάστημα έχει ακριβώς τα ανησυχητικά χαρακτηριστικά μιας εξαιρετικά σοβαρής κρίσης, με κυριότερο ότι οι συνθήκες που επικρατούν δεν επιτρέπουν ασφαλείς προβλέψεις, ούτε καν για το εγγύς μέλλον. Η πιθανή κλιμάκωση ειδικά μεταξύ ΗΠΑ και Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι δεδομένο ότι θα προκαλέσει κλυδωνισμούς και αλυσιδωτές επιπτώσεις και στον τομέα του τουρισμού, τόσο σε επίπεδο ζήτησης όσο και προσφοράς:
Κατ’ αρχάς, η υποχώρηση του δολαρίου θα καταστήσει τους ευρωπαϊκούς προορισμούς ακριβότερους και αυτό δεν θα επηρεάσει μόνον τη φετινή περίοδο –για τις κρατήσεις από εδώ και πέρα– αλλά και την επόμενη. Ξέρουμε καλά δε, ότι όταν ταλαντεύεται η ζήτηση, τότε μοιραία αναθεωρούνται και οι σχεδιασμοί, π.χ. των αερομεταφορέων –το ζήτημα των πτήσεων ειδικά από τις ΗΠΑ είναι πολύ σημαντικό–, της κρουαζιέρας, των συνεδρίων και corporate events. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η ανταγωνιστικότητα, το «value for money», οι στοχευμένες συνέργειες, είναι στοιχειώδη και καθοριστικά ζητούμενα για την προσπάθεια ανάσχεσης πτωτικών τάσεων.
Το καίριο ερώτημα είναι κατά πόσον θα θιγούν οι αμερικανικών συμφερόντων τουριστικοί κολοσσοί, με συνεργασίες και συμβόλαια δισεκατομμυρίων ευρώ σε brands, hotel operating, management στην Ευρώπη, από τα αναμενόμενα αντίποινα της Ε.Ε. Αυτές οι οικονομικο-επιχειρηματικές συνεργασίες είναι αλληλένδετες και πολυεπίπεδες και τυχόν διαταραχή τους πιθανότατα θα φέρει αναταράξεις άγνωστης, αυτή τη στιγμή, έκτασης.
Στις νέες αυτές προκλήσεις, βεβαίως, έρχονται να προστεθούν και οι χρόνιες, χιλιοειπωμένες, αλλά ακόμη αθεράπευτες «παθήσεις» του τουρισμού στην Αθήνα. Ξαναείδαμε διαδηλώσεις να εξελίσσονται σε καταστάσεις πολιορκίας του κέντρου και σε επελάσεις καταστροφών και επεισοδίων. Εξακολουθεί να χάνεται η αυθεντικότητα ολόκληρων περιοχών-γειτονιών της Αθήνας, με την εξάπλωση των επιχειρηματικού, πλέον, χαρακτήρα βραχυχρόνιων μισθώσεων και τις αλλεπάλληλες παράνομες αλλαγές χρήσης να εξαϋλώνουν τον πυλώνα της αστικής κοινωνικής ταυτότητας της πόλης, που είναι η πολυκατοικία.
Καταλήγοντας, στον τουρισμό τις τελευταίες δεκαετίες έχουμε βιώσει και διαχειριστεί σοβαρότατες κρίσεις, στις οποίες τελικά προσαρμοστήκαμε, ανασυνταχθήκαμε και αντεπεξήλθαμε, παρά τις όποιες απώλειες. Το κρίσιμο ζήτημα, όπως αποδεικνύεται για μία ακόμη φορά, είναι να μαθαίνουμε από αυτές τις κρίσεις, να βελτιώνουμε τα αντανακλαστικά μας και να θωρακίζουμε, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, το προϊόν μας και την υγιή επιχειρηματικότητα.
Πηγή: kathimerini.gr