Γράφει
ο Νεκτάριος Καλογήρου
Σε πλήρη απαξίωση οδηγούν το σύνολο των χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων, συμπεριλαμβανομένου και του Αναπτυξιακού Νόμου, οι αποφάσεις τις Κυβέρνησης τα μέλη της οποίας αποδεικνύονται όλο και πιο ευρηματικά στο να σχεδιάζουν μέτρα που οδηγούν την επιχειρηματικότητα στο θάνατο.
Το τελευταίο «επίτευγμα» της Κυβέρνησης, προβλέπει την καταβολή των οφειλόμενων επιδοτήσεων σε επτά (7) ετήσιες δόσεις. Η απόφαση, εφόσον ψηφιστεί σήμερα από τη Βουλή, θα είναι άμεσα εφαρμόσιμη και θα αφορά όλες τις μικρές και μεσαίες επενδύσεις που είχαν υπαχθεί στους δύο τελευταίους Αναπτυξιακούς Νόμους. Οι επενδυτές που θα επηρεαστούν θα είναι εκείνοι που υλοποίησαν έργα προϋπολογισμού μέχρι δύο (2) εκατομμύρια ευρώ.
Πιο συγκεκριμένα, όλοι εκείνοι που επέλεξαν να επενδύσουν για την ανάπτυξη των επιχειρήσεών τους, με υποστήριξη από τους δύο τελευταίους Αναπτυξιακούς Νόμους, θα εισπράξουν τις προβλεπόμενες επιδοτήσεις σε ισόποσες, ετήσιες δόσεις από φέτος μέχρι το έτος 2023. Αν δηλαδή ένας επιχειρηματίας το έτος 2011 είχε επενδύσει 900.000 ευρώ για την ανάπτυξη της δουλειάς του, τότε αμέσως κέρδιζε από τον Αναπτυξιακό Νόμο (εφόσον είχε υπαχθεί στις διατάξεις του) επιδότηση ύψους περίπου 200.000 ευρώ (το ακριβές ποσό ήταν διαφορετικό ανά περιοχή και ανά κατηγορία επιχείρησης). Με την απόφαση που τώρα προωθείται από την Κυβέρνηση, τα 200.000 ευρώ της επιδότησης θα καταβληθούν σε επτά ετήσιες δόσεις των 28.571 ευρώ, με την πρώτη δόση να καταβάλλεται φέτος και την τελευταία το έτος 2023.
Στην πράξη, το σύνολο της επιδότησης χάνεται, καθώς κάθε επιχείρηση έχει ετήσιες αποσβέσεις περίπου 10% έως 15%, άρα σε επτά χρόνια το υποτιθέμενο όφελος θα έχει μηδενιστεί. Σημειώνεται ότι απόσβεση ενός πάγιου περιουσιακού στοιχείου είναι ο προσδιορισμός της μείωσης της αξίας που οφείλεται στη λειτουργία του, στη χρονική του φθορά και στην οικονομική του απαξίωση, καθώς και η λογιστική αποτύπωση αυτής της μείωσης. Η προωθούμενη απόφαση, που θα κατατεθεί σήμερα στη Βουλή προς ψήφιση, αποδεικνύει ότι η Κυβέρνηση δεν έχει ούτε καν τις στοιχειώδεις γνώσεις λογιστικής.
Μπήκαν στον Αναπτυξιακό για καλύτερα και θα πληρώσουν επένδυση με… «καπέλο»
Ένα σημαντικό ποσοστό των επιχειρηματιών, που είχαν υπαχθεί στον Αναπτυξιακό Νόμο, είχε ζητήσει χρηματοδότηση από τις τράπεζες. Οι τελευταίες από την πλευρά τους δάνειζαν με επιτόκια που ξεκινούσαν από 8% και ανέβαιναν ανά περίπτωση. Μάλιστα, αποτελούσε πρακτική που είχε υιοθετηθεί από όλα να χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, να ζητείται ως εγγύηση δανείου η εκχώρηση της επιδότησης του Αναπτυξιακού Νόμου.
Από το έτος 2011, μέχρι και σήμερα έχουν περάσει πέντε χρόνια. Στο χρονικό αυτό διάστημα έχουν υλοποιηθεί όλες οι επενδύσεις και οι επιδοτήσεις δεν έχουν δοθεί. Ωστόσο, οι τράπεζες απαιτούν την καταβολή των δανεισθέντων χρημάτων και επειδή χρήματα δεν υπάρχουν, οι τραπεζίτες απαιτούν από τους επενδυτές πρόσθετες εγγυήσεις (κτήρια, οικόπεδα, τρίτα πρόσωπα κλπ).
Ετσι, με τον τρόπο αυτό έχουν περιέλθει σε αδιέξοδο όλοι εκείνοι που στην καρδιά της οικονομικής κρίσης πίστεψαν στο κράτος και εναπόθεσαν όλες τους τις δυνάμεις στην προσπάθεια για τη γενικότερη ανάπτυξη. Η απόφαση που σήμερα προωθείται στη Βουλή, αποτελεί την πισώπλατη μαχαιριά που μέχρι σήμερα δεν είχε δοθεί στις λίγες επιχειρήσεις που έχουν παραμείνει υγιείς.
Πρόβλημα θα έχουν ακόμα κι εκείνοι που δεν ζήτησαν χρηματοδότηση από τις τράπεζες, διότι για να υπαχθούν στον Αναπτυξιακό Νόμο, χρειάστηκε να προσλάβουν επιπλέον προσωπικό που σήμερα λειτουργεί ως «βαρίδι» στις επιχειρήσεις.
Πρέπει να σημειωθεί ότι ο επενδυτής του παραδείγματος, που γράφει η «δημοκρατική», ο επενδυτής εκείνος που επένδυσε 900.000 ευρώ για να πάρει 200.000 ευρώ ως ενίσχυση, σήμερα χάνει το σύνολο της επιδότησης (λόγω των αποσβέσεων) και επιπλέον θα πρέπει να πληρώσει από το ταμείο της δουλειάς του το πρόσθετο προσωπικό καθώς και τους τόκους των τραπεζών (και σίγουρα τους τόκους υπερημερίας για τις καθυστερούμενες δόσεις). Στα ποσά αυτά δεν περιλαμβάνονται οι δαπάνες που έγιναν για οικονομοτεχνικές μελέτες και λοιπές αμοιβές.
Ποιοι εξαιρούνται
της διάταξης
Η όλη συζήτηση θα ξεκινήσει σήμερα στη Βουλή και εφόσον όλα κυλήσουν σύμφωνα με τις προβλεπόμενες διαδικασίες, την Κυριακή το βράδυ θα έχει ψηφιστεί ο νέος Νόμος. Σε αυτόν συμπεριλαμβάνεται η διάταξη που προβλέπει την πληρωμή των επιδοτήσεων του Αναπτυξιακού Νόμου σε επτά ετήσιες δόσεις.
Από τη διάταξη αυτή εξαιρούνται μόνο όσοι επιχειρηματίες υλοποίησαν επενδύσεις που υπερέβαιναν τα δύο (2) εκατομμύρια ευρώ. Οι επενδύσεις αυτής της κατηγορίας είχαν χαρακτηριστεί ως συγχρηματοδοτούμενες και πέρασαν από το ταμείο του Υπουργείου Οικονομικών.
Απαξιώνονται
οι επιδοτήσεις
και τα προγράμματα ΕΣΠΑ
Η δυσάρεστη έκπληξη που έκρυβε η Κυβέρνηση για τους επενδυτές των Αναπτυξιακών Νόμων δεν είναι καινούργια. Οι επιχειρηματίες και οι ελεύθεροι επαγγελματίες έχουν χάσει κάθε ίχνος εμπιστοσύνης προς το οργανωμένο κράτος και πλέον έχουν αρχίσει να αποστρέφονται όλα τα χρηματοδοτούμενα προγράμματα. Είναι χαρακτηριστική η εξαιρετικά χαμηλή συμμετοχή επιτηδευματιών στα τέσσερα προγράμματα ΕΣΠΑ που βρίσκονται σε εξέλιξη. Παρότι η Κυβέρνηση υπόσχεται γρήγορες διαδικασίες και διάφορα άλλα κίνητρα για εκείνους που θα υπαχθούν, η συμμετοχή των επιτηδευματιών είναι ελάχιστη.
Οι παρατάσεις που δίδονται για όλα τα χρηματοδοτούμενα Μέτρα, δεν έχουν φέρει αποτέλεσμα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που έχουν γίνει από τους επενδυτικούς συμβούλους της Ρόδου, η συμμετοχή παραμένει χαμηλή. Εάν ένα γραφείο είχε τον Απρίλιο 10 υποψήφιους για υπαγωγή στα τέσσερα τρέχοντα προγράμματα ΕΣΠΑ, σήμερα και παρά τις παρατάσεις που έχουν δοθεί, το ίδιο γραφείο έχει 12 υποψήφιους. Τα αριθμητικά αυτά μεγέθη είναι πραγματικά, γι’ αυτό και στο σύνολο της χώρας δεν υπερβαίνουν τις 2.500 οι αιτήσεις για τα πολυδιαφημισμένα προγράμματα ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα.
Αδιάφορος ο νέος
Αναπτυξιακός Νόμος
Ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος που ετοιμάζεται για την Ελλάδα, προβλέπει για το Νότιο Αιγαίο επιδοτήσεις που ξεκινούν από 10% και φτάνουν, στο μέγιστο, το 30% της επένδυσης. Το ποσοστό επιδότησης 30% έχουν δικαίωμα να διεκδικήσουν μόνο λίγοι επενδυτές και μάλιστα υπό σοβαρές προϋποθέσεις. Η συντριπτική πλειοψηφία βρίσκεται στην κατηγορία επιδοτήσεων 10% και 20%.
Το καινούργιο που η Κυβέρνηση εισάγει στον νέο Αναπτυξιακό Νόμο είναι μια παράγραφος που προβλέπει ότι η επιδότηση θα αφορά το 70% της επένδυσης. Εάν δηλαδή, μια επένδυση είναι μεγέθους ενός (1) εκατομμυρίου ευρώ, τότε η επιδότηση θα υπολογιστεί επί των 700.000 ευρώ. Αν μάλιστα, η πληρωμή των επιδοτήσεων προβλεφθεί να γίνει σε επτά ετήσιες δόσεις, τότε καθίσταται προφανές ότι αυτός ο Νόμος θα έχει όφελος μόνο στις εξαιρετικά μεγάλες επιχειρήσεις.
«Τόσα δισεκατομμύρια δανεισμού και δεν βρέθηκε πόρος για τις πληρωμές»
«Ασκούμε πιέσεις προς κάθε κατεύθυνση, επικοινωνούμε με όλα τα πρόσωπα που μπορούν να αλλάξουν τις αρνητικές αποφάσεις, όμως δεν βρίσκουμε ανταπόκριση» δήλωσε προς τη «δημοκρατική» ο αντιπρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Δωδεκήσου, οικονομολόγος και σύμβουλος επιχειρήσεων Χάρης Λουκαράς. Ο ίδιος, ομιλώντας προς τη «δημοκρατική» επεσήμανε ότι «εντοπίσαμε από την αρχή το πρόβλημα που θα έχουν οι επιχειρηματίες που υπήχθησαν στον Αναπτυξιακό Νόμο και θα πληρωθούν σε επτά ετήσιες δόσεις, ζητήσαμε αυτή η διάταξη να αφαιρεθεί από το νέο Νόμο, ωστόσο δεν βλέπω να υπάρχει από την Κυβέρνηση διάθεση συνεργασίας. Το ίδιο συμβαίνει και με τον νέο παραλογισμό, η επιδοτήσεις του νέου Αναπτυξιακού να υπολογίζονται στο 70% των δαπανών. Αυτή η απόφαση είναι έξω και πέρα από κάθε λογική».
Ο κ. Χάρης Λουκαράς δεν έκρυψε την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι «τα τελευταία χρόνια όλος ο ιδιωτικός τομέας έχει βάλει πλάτη για να καλυφθεί το χρέος του δημοσίου, η Κυβέρνηση έχει εισπράξει αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ από τα ευρωπαϊκά ταμεία και τελικά από όλο αυτό τον πακτωλό των χρημάτων, δεν μπόρεσε ένα μικρό του μέρος να το κατευθύνει προς την ιδιωτική οικονομία, εκεί απ’ όπου πραγματικά ξεκινά η ανάπτυξη».
Το νομοσχέδιο που σήμερα θα κατατεθεί στη Βουλή απαιτεί αλλαγές. Ακόμα και τώρα, την τελευταία στιγμή είναι δυνατόν να γίνουν βελτιώσεις που θα συμβάλουν καθοριστικά στην υποστήριξη της οικονομίας. Το Οικονομικό Επιμελητήριο Δωδεκανήσου, μαζί και όλα τα αντίστοιχα Επιμελητήρια της υπόλοιπης χώρας έχουν υποβάλει προτάσεις βελτίωσης και οι προτάσεις αυτές στηρίζονται στη γνώση των αναγκών που έχουν σήμερα οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Θα μπορέσουν άραγε οι άνθρωποι της πραγματικής οικονομίας, εκείνοι που σκέφτονται με λογική, να καταφέρουν να βάλουν δυο δράμια μυαλό στα άδεια κεφάλια των βουλευτών και των στελεχών της Κυβέρνησης; Αυτό θα φανεί στο αποτέλεσμα της ψηφοφορίας.