Συνέντευξη στην
Πέγκυ Ντόκου
Στην εκτίμηση ότι η φετινή σεζόν δεν ήταν τόσο καλή όσο φαινόταν, εξηγώντας τους λόγους, προβαίνει σε συνέντευξή του στην «δ» ο κ. Αλέξανδρος Αγγελόπουλος, διευθύνων σύμβουλος της ALDEMAR και μέλος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδας. Επιπλέον, μιλάει για τον φόρο διανυκτέρευσης, για το άνοιγμα της Αιγύπτου και της Τουρκίας, που πήραν μεγάλο κομμάτι από την πίτα της Ελλάδας, τις αγορές, το AirBnb ενώ εμφανίζεται συγκρατημένος για να κάνει οποιαδήποτε εκτίμηση για το 2019, καθώς, όπως λέει, θα είναι «μια δύσκολη χρονιά».
Η συνέντευξη αναλυτικά:
• Κύριε Αγγελόπουλε, θα ήθελα να ξεκινήσουμε με την φετινή τουριστική περίοδο, η οποία δεν έχει λήξει ακόμη. Κατά την άποψή σας, μπορεί να χαρακτηριστεί ως καλή περίοδος σε σχέση με την προηγούμενη;
Κατά την δική μου άποψη, όχι. Έχει αρχίσει και γίνεται εμφανές ότι πλέον πολλοί μπορεί να είναι, καλοί σίγουρα δεν είναι οι επισκέπτες που έρχονται στην χώρα. Υπάρχει μια αύξηση, όπως αυτή καταγράφεται στις πύλες εισόδου της χώρας, αλλά την ίδια ώρα, το πού μένουν αυτοί και το πόσο μένουν (γιατί έχουμε και μείωση διανυκτερεύσεων) και το πώς συμπεριφέρονται κατά την διάρκεια της παραμονής τους, αυτό νομίζω ότι η αγορά μπορεί να το κρίνει από μόνη της –αλλά δυστυχώς δεν είναι αυτό που περιμέναμε.
• Η αλήθεια είναι πάντως, ότι υπάρχουν και πάρα πολλοί παράγοντες που έπαιξαν ρόλο, όπως π.χ. ο φόρος διανυκτέρευσης, οι αυξήσεις στον ΦΠΑ κ.λπ. Τελικά πώς λειτούργησε στην πράξη ο περίφημος αυτός φόρος;
Για να μην είμαστε σε όλα αρνητικοί, πέραν του γεγονότος ότι υπήρξαν περιπτώσεις όπου ο πελάτης εφόσον δεν χρεώθηκε κατά την άφιξή του, έφυγε και δεν είδε κανείς τα χρήματα, νομίζω ότι οι περισσότεροι, ήταν οργανωμένοι και βρήκαν τον σωστό τρόπο για να περάσουν τον φόρο στον επισκέπτη κατά την άφιξή του και να τον εισπράξουν προκαταβολικά. Προφανώς και η ανταγωνιστικότητα του προορισμού συνολικά ως Ελλάδα, ‘πέφτει’ –θέλουμε δεν θέλουμε, πολύ περισσότερο τώρα, που έχουμε πλέον την Αίγυπτο και την Τουρκία να επανέρχονται δυναμικά με πολύ ελκυστικά ‘πακέτα’.
• Εδώ θα ήθελα να μείνουμε λίγο παραπάνω. Άνοιξε η Αίγυπτος, όπως είναι γνωστό ενώ η Τουρκία δίνει μεγάλες προσφορές, επιδοτεί αεροπορικές εταιρείες, δηλαδή μπήκε πολύ δυναμικά στο παιχνίδι του Τουρισμού παίρνοντας ένα πολύ μεγάλο κομμάτι από την δική μας πίτα.
Είναι αναμενόμενο. Το να θέλει κανείς να αυξήσει τις κλίνες στην Ελλάδα, με μία τόσο δυναμική επάνοδο της Τουρκίας και της Αιγύπτου είναι ουτοπικό. Κατά τη γνώμη μου, το μεγαλύτερο πρόβλημα θα φανεί το 2019 διότι μην ξεχνάμε ότι άνοιξε μεν η Τουρκία, αλλά άνοιξε καθυστερημένα. Οπότε την ‘μερίδα του λέοντος ακόμη’ αναλογικά την κρατήσαμε μέχρι τον φετινό Ιούνιο και τις αρχές Ιουλίου. Από τα μέσα Ιουλίου κι έπειτα που φάνηκε στην ‘υψηλή’ περίοδο της σεζόν (περίοδο κατά την οποία ‘τζιράρει’ το ελληνικό ξενοδοχείο) οι αποστάσεις τιμών ήταν τόσο μεγάλες, που σίγουρα χάσαμε ένα μεγάλο μέρος του κοινού που θεωρητικά θα είχαμε κερδίσει. Αγορές όπως η Ρωσία αλλά κι ένα κομμάτι της Γερμανίας, έδειξαν αμέσως μια προτίμηση και μία στροφή προς την Τουρκία και φυσικά, ένα κομμάτι προς την Αίγυπτο.
• Να μείνουμε για λίγο στην ρωσική αγορά. Από την μία το Μουντιάλ, από την άλλη η κρίση στις διπλωματικές σχέσεις, προβλήματα ακόμη και στην χορήγηση βίζας. Μήπως πρέπει να ανησυχούμε γι αυτή την αγορά και πώς θα συμπεριφερθεί την επόμενη σεζόν;
Εγώ θα έλεγα ότι δεν πρέπει να ανησυχούμε μόνο γι αυτή την αγορά, την Ρωσία. Θα πρέπει να ανησυχούμε συνολικά, δεδομένου ότι η δουλειά που κάνουμε είναι…. τζόγος! Είναι σαν το καζίνο, που λέμε. Παίζεις στην ρουλέτα κι εξαρτάται πού θα κάτσει η μπίλια! Από την μία εβδομάδα στην άλλη, μπορεί να έχει κανείς, νομισματικές διαφοροποιήσεις. Και να μην ξεχνάμε την Αγγλία και το Brexit που επέρχεται, διότι οι νομισματικές διαφοροποιήσεις κατά το παρελθόν μεταξύ στερλίνας και ευρώ είχαν δημιουργήσει προβλήματα στο τουριστικό ρεύμα προς την χώρα μας. Οπότε θα πρέπει να εξετάσουμε και να δούμε πώς θα επηρεάσουν τη νομισματική σχέση. Το πόσο φτηνά βγήκε η Τουρκία, τελικά από την κρίση –αφενός επειδή συναλλάσσεται σε δολάρια, αφετέρου γιατί είδαμε την τουρκική λίρα να ακολουθεί μια καθοδική διαδρομή- ούτε αυτό μπορούμε να το προσεγγίσουμε διαφορετικά. Και προφανώς, δεν έχει να κάνει μόνον με την κατάσταση στην ρωσική οικονομία –η οποία δεν είναι και τόσο άσχημη παρά τις υποτιμήσεις- αλλά με το γεγονός πως οι άνθρωποι έρχονται από μια συγκεκριμένη κουλτούρα. Ναι μεν ξοδεύουν αυτά που μπορούν να ξοδέψουν αλλά έχουν πλέον συναίσθηση ότι μπορούν και να ξοδέψουν λιγότερα για τα ίδια ή και περισσότερα πράγματα. Να προσθέσουμε και την κρίση στις διπλωματικές σχέσεις που για τον Θεό, δεν έχω αντιληφθεί πώς το διαχειριστήκαμε, το σίγουρο που μπορώ να σας πω είναι ότι η ρωσική, θα είναι μια αγορά που θα πληγεί κατά προτεραιότητα.
• Το AirBnb συνεχίζει να προβληματίζει και να προκαλεί αντιδράσεις. Η κυβέρνηση το αντιμετωπίζει όπως θα έπρεπε;
Καθόλου! Αν θέλετε μια γνώμη, θα σας έλεγα ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η συνδικαλιστική εκπροσώπηση του δικού μας του κλάδου, που περιορίζεται στις στοχευμένες και ουσιώδεις παρεμβάσεις του προέδρου της ΠΟΞ κ. Τάσσιου. Κανονικά αυτές οι προσπάθειες θα έπρεπε να είχαν την ανάλογη γενικότερη στήριξη για να μπορέσουμε να εξηγήσουμε τον μηχανισμό με τον οποίο παρεμβαίνει το AirBnb στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Τα λέω έτσι, διότι η ελληνική οικονομία χωρίς τον ελληνικό Τουρισμό δεν υπάρχει –και δεν το λέω αυτό με την λογική της μονοκαλλιέργειας. Είναι μια πραγματικότητα. Δεν μπορούμε να πιστεύουμε ότι η Ελλάδα μπορεί να έχει κάποια άλλη οικονομία. Ο περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου, ο κ. Γιώργος Χατζημάρκος, μου είχε πει κάποια στιγμή ότι το 85% της οικονομίας του Νοτίου Αιγαίου, στηρίζεται πάνω στο οικοδόμημα του Τουρισμού. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλες οι δραστηριότητες είναι τουριστικές, σημαίνει ότι είναι αλληλοεξαρτώμενες. Συνεπώς, δεν μπορώ να δεχτώ ότι ακόμη κι ένας μετρίου ευφυΐας και ικανότητας οικονομολόγος δεν μπορεί να καταλάβει ότι όταν τραβήξεις το χαλί κάτω από τα πόδια του ξενοδόχου, μαζί πέφτουν πάρα πολλοί (συμπαρασύροντας όλους όσους σχετίζονται με αυτή την δουλειά). Το τραγικό σε αυτή την ιστορία με το AirBnb είναι ότι έχουμε δύο μοντέλα φιλοξενίας -κατά την γνώμη μου εξίσου αποδεκτά- η διαχείριση των οποίων, όμως, είναι διαφορετική. Συνεπώς: ή θα μας βάλετε στην δική τους κατηγορία, ή θα τους βάλετε στην δική μας κατηγορία. Π.χ. υπάρχουν 22.000 καταλύματα καταγεγραμμένα στην Ρόδο ενώ το νησί έκανε ένα τεράστιο άλμα στις αφίξεις. Άρα μπορείτε να καταλάβετε πού έχουν πάει οι τουρίστες…
Ωστόσο, θα ήθελα κι εγώ να μάθω για ποια βιωσιμότητα μιλάμε, όταν αυτός που επισκέπτεται ένα τέτοιο κατάλυμα, είναι ασύδοτος. Για ποια βιωσιμότητα μιλάμε όταν η αγοραστική δύναμη αυτού του πελάτη είναι μικρή και κατά βάση, το αποτύπωμά του στην κοινωνία είναι πολύ μεγαλύτερο κι όχι θετικό. Και τελικά, για ποια βιωσιμότητα μιλάμε όταν οι εργαζόμενοι στα ξενοδοχεία, οι καθηγητές, οι δάσκαλοι και οι φοιτητές δεν έχουν πού να μείνουν (όπως σημειώθηκε φέτος) ενώ ζητάμε παροχές υπηρεσιών υψηλού επιπέδου όταν δεν μπορούμε οι ίδιοι να παρουσιάσουμε ένα σοβαρό μοντέλο φιλοξενίας –ενώ βάζουμε το σπίτι μας στο AirBnb για να βγάλουμε λεφτά.
• Eίπατε προηγουμένως για την Ελλάδα ότι πλέον δεν πουλάει τόσο καλά ως Brand Name. Αυτό μήπως θα δημιουργήσει πρόβλημα στις επόμενες κινήσεις μας στον Τουρισμό όπως π.χ. στην προσπάθεια για άνοιγμα σε νέες αγορές πέραν των παραδοσιακών πελατών μας;
Θα σας θορυβήσω! Επειδή στην Ελλάδα έχουμε αποδειχθεί ανίκανοι να κάνουμε κάτι αλλά είμαστε πάρα πολύ καλοί στο να ακολουθούμε και να χορεύουμε στον ρυθμό των οργάνων που παίζουν οι… τρίτοι, το μεγαλύτερο πρόβλημα που θα έχουμε με την μειωμένη αγοραστική δύναμη στον μέσο Ευρωπαίο (γιατί δεν υπάρχουν υψηλά εισοδήματα πια) είναι ότι θα αναγκαστούμε να προσαρμοστούμε στο κοινό το οποίο θα ζητάει να ταξιδέψει και δεν θα είμαστε εμείς αυτοί που θα φιλοξενούμε τον επισκέπτη που θέλουμε εμείς να έχουμε στην χώρα μας. Θα υπάρξουν πάλι τα παραδείγματα της Μυκόνου και της Σαντορίνης, θα υπάρξουν όμως και τα παραδείγματα των μαζικών προορισμών όπως έχουν γίνει η Κως και η Ρόδος που δυστυχώς θα καταλήξουν ως χώροι μειοδοσίας τιμών (όπου και τα 5 ευρώ θα παίξουν ρόλο). Αυτή είναι μια πραγματικότητα, για την οποία δεν έχει λάβει κανείς τα μέτρα του και θα καταλήξουμε να συζητάμε πώς νιώθουμε με αυτή την ιστορία, θα ψάχνουμε πού θα ρίξουμε τις ευθύνες, όταν βρισκόμασταν στο ίδιο τραπέζι και δεν μπορούσαμε να συνεννοηθούμε.
• Ο ξενοδοχειακός κλάδος έχει υποστεί πολλά πλήγματα τα τελευταία χρόνια. Θα ήθελα το σχόλιό σας.
Κατ’ αρχάς το 2018 άλλαξαν χέρια πολλά ξενοδοχεία. Εκτός από τους συνεχείς πλειστηριασμούς από τις τράπεζες υπάρχουν πολλοί ξενοδόχοι που εγκαταλείπουν το καράβι που λέγεται Τουρισμός και απόλυτα δικαιολογημένα. Αυτή η δουλειά έχει πολύ πόνο. Αυτό που θέλω να περάσω σαν μήνυμα είναι ότι στην Ελλάδα, δεν αξίζει να είσαι πια ξενοδόχος. Το πιστεύω αυτό πραγματικά και ύστερα από τόσα χρόνια, μπορώ να το πω ότι ίσως δεν έχουμε καταφέρει να περάσουμε το μήνυμα της δουλειάς που κάνουμε τόσο προς την κοινωνία όσο και στο κομμάτι της εικόνας της χώρας.
• Να σας ζητήσω και ένα σχόλιο για την επόμενη τουριστική σεζόν, αν και είναι ακόμη νωρίς. Υπάρχει αισιοδοξία για το 2019;
Κοιτάξτε έχω πει κατά καιρούς ότι είναι νωρίς να κλείνουμε την μία ή την άλλη χρονιά απλώς και μόνον επειδή υπάρχουν πολλές συγκυρίες. Η αίσθηση που έχω είναι ότι το 2019 σε επίπεδο παγκόσμιων εξελίξεων, θα είναι μια χρονιά – σταθμός. Βλέποντας την κλιμάκωση όλων αυτών που μας έχουν απασχολήσει στα δύο τελευταία χρόνια, θεωρώ ότι υπάρχει κάποιο ‘ταβάνι’ που θα είναι μέσα στο 2019. Είναι πολύ δύσκολο να κάνουμε εκτιμήσεις, για τον απλούστατο λόγο ότι ο Τουρισμός είναι ένα πολύ ευαίσθητο κομμάτι της οικονομίας και εξαρτάται από πολλά πράγματα. φοβάμαι ότι το 2019 δεν θα είναι καλή χρονιά, γιατί μας περιμένουν εξελίξεις.