Το Μονομελές Εφετείο Δωδεκανήσου, με την υπ΄ αρίθμ. 20/2025 απόφαση του απέρριψε την έφεση που είχε υποβάλει η ανώνυμη εταιρεία «Καζίνο Ρόδου Α.Ε.», εναντίον της 266/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, σχετικά με εργατική διαφορά που αφορά αποδοχές υπερημερίας και αξιώσεις πρώην εργαζομένου.
Η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από την καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος από την εναγόμενη εταιρεία το 2012.
Ο εργαζόμενος είχε προσληφθεί από το Καζίνο Ρόδου το 1999, διαγράφοντας μία επιτυχημένη πορεία στον οργανισμό. Από την αρχική θέση του επιθεωρητή τραπεζιών προήχθη σε ανώτερες θέσεις ευθύνης, φτάνοντας στη θέση του διευθυντή βάρδιας επιτραπέζιων παιγνίων, με αποδοχές 2.900 ευρώ μηνιαίως.
Η εναγόμενη κατήγγειλε τη σύμβαση του ενάγοντος επικαλούμενη οικονομικές δυσχέρειες και μείωση κερδοφορίας, ενώ συμφωνήθηκε να καταβληθεί η νόμιμη αποζημίωση απολύσεως, η οποία, όπως υποστηρίζει ο ενάγων, δεν εξοφλήθηκε εξ ολοκλήρου.
Η αρχική απόλυση κρίθηκε άκυρη με την απόφαση 181/2014 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, ενώ επικυρώθηκε αμετάκλητα με την απόφαση 58/2017 του Μονομελούς Εφετείου Δωδεκανήσου.
Ο ενάγων προσέφυγε εκ νέου στη δικαιοσύνη, ζητώντας αποδοχές υπερημερίας και συναφή επιδόματα για την περίοδο από τον Φεβρουάριο 2014 έως τον Δεκέμβριο 2018. Η αγωγή του επικεντρώθηκε στο ό,τι η εναγόμενη παρέμεινε υπερήμερη ως προς την αποδοχή της εργασίας του, παρά τη δικαστική απόφαση που έκρινε άκυρη την απόλυση του.
Ο εργαζόμενος διεκδίκησε συνολικό ποσό 203.000 ευρώ, το οποίο περιελάμβανε μισθούς υπερημερίας, δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα, καθώς και επίδομα αδείας.
Το Πρωτοδικείο Ρόδου έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή του ενάγοντος, επιδικάζοντας συνολικά 179.753,91 ευρώ ως μισθούς υπερημερίας και συναφή κονδύλια. Παράλληλα, κήρυξε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή για ποσό 30.000 ευρώ.
Η «Καζίνο Ρόδου Α.Ε.» άσκησε έφεση, υποστηρίζοντας ότι η αγωγή του ενάγοντος ήταν καταχρηστική, καθώς δεν κατέβαλε καμία προσπάθεια να αναζητήσει εργασία σε αντίστοιχη θέση.
Η εναγόμενη ισχυρίστηκε επίσης ότι τα ποσά που επιδικάστηκαν περιελάμβαναν υπέρογκους τόκους και ότι δεν έλαβε υπόψη της συγγνωστή πλάνη ως προς την οφειλή.
Το Εφετείο, εξετάζοντας την υπόθεση, απέρριψε την έφεση ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη.
Η απόφαση αυτή είναι σημαντική για την ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 656 ΑΚ, καθώς και για τα όρια της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος σε εργατικές διαφορές.
Το Δικαστήριο κατέστησε σαφές ότι οι αξιώσεις εργαζομένων για μισθούς υπερημερίας λόγω άκυρης απόλυσης προστατεύονται, ακόμη και όταν ο εργοδότης αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες.
Επιπλέον, η απόφαση αποσαφηνίζει τα κριτήρια που πρέπει να πληρούνται για να θεωρηθεί καταχρηστική η διεκδίκηση αποδοχών υπερημερίας, ενισχύοντας τη θέση των εργαζομένων σε παρόμοιες περιπτώσεις.
Ο ενάγων εκπροσωπήθηκε από τον δικηγόρο κ. Κώστα Χαλκιά.