Οι Επενδυτικοί Νόμοι, αναμφίβολα, αποτελούν βασικό μοχλό προσέλκυσης επενδύσεων και ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας, τροφοδοτώντας την ανάπτυξη της οικονομίας. Σε αυτήν την καθολική διαπίστωση, όμως, εξαντλούνται και οι σχετικές παραδοχές ως προς την πραγματικότητα της ελληνικής οικονομίας, την καθημερινότητα και τις ανάγκες των επιχειρήσεων.
Ο προσανατολισμός του νέου θεσμικού πλαισίου για τα καθεστώτα Ιδιωτικών Ενισχύσεων ευθυγραμμίζεται με την ευρωπαϊκή τάση για μείωση της έμφασης των επιχορηγήσεων και υιοθέτηση των φορολογικών απαλλαγών, φιλοσοφία που κινείται σε θετική κατεύθυνση.
πόση σχέση έχει αυτό με την κατάσταση που βιώνει σήμερα η ελληνική επιχειρηματικότητα;
Κατ΄αρχάς, ο Αναπτυξιακός Νόμος καθυστέρησε δραματικά. Την ώρα που κάθε μέρα που περνάει, η θέση της πλειονότητας των επιχειρήσεων, επιδεινώνεται, με σταθερά εντεινόμενο ρυθμό.
Το μίγμα της υπερφορολόγησης, των νέων φόρων και πρόσθετων επιβαρύνσεων, της έλλειψης ρευστότητας, του απαγορευτικού κόστους χρήματος, των συσσωρευόμενων υποχρεώσεων, των «κόκκινων» δανείων, της ανεξέλεγκτης παραοικονομίας, συνθλίβει την επιχειρηματικότητα και εν προκειμένω, τη μέση ξενοδοχειακή επιχείρηση. Τσακίζει την ανταγωνιστικότητά της, οριζόντια και κάθετα. Σε μία διεθνοποιημένη εξαγώγιμη δραστηριότητα, όπου οι αντίστοιχες επιχειρήσεις των ανταγωνιστών, λειτουργούν σε εντελώς διαφορετικό χρηματοπιστωτικό και φορολογικό περιβάλλον.
Είναι σοβαρό λάθος να θεωρούμε ότι η θετική, ακόμα, εξέλιξη των βασικών δεικτών του τουρισμού – οι αφίξεις ξένων επισκεπτών και οι εθνικές τουριστικές εισπράξεις – έχει άμεση σύνδεση με τα οικονομικά αποτελέσματα των ξενοδοχείων. Μία ή δύο καλές τουριστικοί περίοδοι, λίγων μηνών, δεν είναι αρκετές για να καλύψουν επτά χρόνια κρίσης και ύφεσης, συμπίεσης των τιμών προκειμένου να διατηρηθεί «ζωντανή» η ζήτηση, από τη μία πλευρά και εφιαλτικής εκτίναξης της φορολόγησης και των επιβαρύνσεων, από την άλλη.
Μόνο το τελευταίο 18μηνο είχαμε ειδικά για τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, πέραν των άλλων φορολογικών επιβαρύνσεων για τις επιχειρήσεις γενικά, διπλασιασμό του ΦΠΑ στη διαμονή, σχεδόν διπλασιασμό στον ΦΠΑ της εστίασης (επηρεάζει σημαντικά το ξενοδοχειακό πακέτο) κατάργηση της εξαίρεσης των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων των ξενοδοχείων – δηλαδή των εργαλείων δουλειάς τους! – από τον συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ και φυσικά, την «έμπνευση» του «φόρου διαμονής», από το 2018.
Σε αυτό το δυσμενέστατο περιβάλλον, επομένως, έρχεται ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος, η πρώτη και μοναδική, μέχρι στιγμής, κίνηση αναπτυξιακού χαρακτήρα εδώ και σχεδόν δύο χρόνια, να επανεκκινήσει την οικονομία;
Δυστυχώς, η τεράστια σημασία και αναγκαιότητα του νέου αυτού θεσμικού επενδυτικού πλαισίου, ελλείψει ενός ολιστικού, ρεαλιστικού και ευέλικτου αναπτυξιακού σχεδίου για την πραγματική οικονομία, κινδυνεύουν να εξανεμιστούν σε ένα τοπίο έντονης απο-επένδυσης και αδυναμίας αξιοποίησής του από πολύ μεγάλο αριθμό ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, οι οποίες πέραν των άλλων, αποκλείονται και από τις ίδιες τις διατάξεις του.
Για παράδειγμα, δεν υπάρχει καμία δυνατότητα επέκτασης – εκσυγχρονισμού για ξενοδοχεία 2 αστέρων. Για τα οποία υπάρχει, επιπλέον και το οξύμωρο ότι στις περιοχές Ελέγχου Τουριστικής Ανάπτυξης, δεν μπορούν ούτε να αναβαθμιστούν σε κατηγορία, αφού επιτρέπονται καταλύματα μόνο 4 αστέρων και άνω. Αντιθέτως, οι συντάκτες του Νομοσχεδίου, εμφανίζονται ιδιαίτερα «γενναιόδωροι» προβλέποντας κίνητρα ίδρυσης καταλυμάτων άλλου χαρακτήρα, όπως π.χ. οι «ξενώνες νεότητας».
Επιπρόσθετα, απαιτείται, εκ νέου, ΚΥΑ για την εξαίρεση των περιοχών της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης από το κίνητρο της ενίσχυσης της ίδρυσης νέων ξενοδοχειακών μονάδων.
Οι νομικοτεχνικές βελτιώσεις της τελευταίας στιγμής, για την ίδια συμμετοχή στην επένδυση και η παράταση της προθεσμίας για επενδύσεις των παλαιότερων Αναπτυξιακών, είναι θετικές.
Αλλά η γραφειοκρατία καλά κρατεί, αφού π.χ. για την εξειδίκευση του πλαισίου απαιτείται ένας υπερβολικός αριθμός Υπουργικών Αποφάσεων.
Καθημερινή