Της Δήμητρας Καδδά
Ο κύβος ερρίφθη για δοκιμαστική έκδοση πενταετούς ομολόγου μέσα στις επόμενες ημέρες αναφέρουν αρμόδιες πηγές. Το πιθανότερο σενάριο είναι, επισήμαιναν, το ομόλογο να ανταλλαγεί με εκείνο που εκδόθηκε τον Απρίλιο του 2014 και λήγει το 2019. Δηλαδή να γίνει μία έκδοση πενταετούς ομολόγου με λήξη το 2023, με το οποίο θα κληθούν οι έχοντες επενδύσει στο αντίστοιχο πενταετές του 2014, να το ανταλλάξουν.
Σύμφωνα με πληροφορίες, προτάσεις για εκκίνηση της διαδικασίας σήμερα δεν φαίνεται (προς το παρόν τουλάχιστο) να επιβεβαιώνονται. Ωστόσο, όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές, στόχος είναι η έκδοση να προχωρήσει μέσα στις επόμενες ημέρες, παρά τις αντιδράσεις που συνεχίζουν να εκφράζονται εντός και εκτός κυβέρνησης.
Για το θέμα έγιναν κυβερνητικές συσκέψεις αλλά και επαφές με παράγοντες της αγοράς μέσα στο Σαββατοκύριακο, ενώ για τον ίδιο λόγο βρέθηκε τις προηγούμενες ημέρες στο Λονδίνο ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης. Ανάλογες επαφές προ ημερών είχε και ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος λαμβάνοντας μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, διαβεβαιώσεις από επενδυτικούς κύκλους για την συμμετοχή τους στην έκδοση.
Σημειώνεται ότι το πενταετές ομόλογο που είχε εκδοθεί τον Απρίλιο του 2014 είχε επιτόκιο 4,75% αλλά η τιμή αγοράς του ήταν κάτω του 100% της ονομαστικής (δηλαδή η καθαρή απόδοσή του ήταν περί το 4,90%).
Η κυβέρνηση επιθυμεί να ολοκληρώσει την κίνηση πριν την Σύνοδο του ΔΝΤ στις 20 Ιουλίου στην οποία θα πρέπει να αποφασίσει για την επί της αρχής έγκριση δανείου έως 1,6 δισ. ευρώ (ή να αναβάλλει τις αποφάσεις για αργότερα).
Η κυβέρνηση, επιχειρεί να εκμεταλλευτεί το κλίμα που διαμορφώνεται και προς το παρόν αυτή η πρόθεση φέρεται να ξεπερνά τις αντιδράσεις που συνεχίζουν να εκφράζονται από όσους συνεχίζουν να υποστηρίζουν ότι είναι ακόμη νωρίς. Εναλλακτικά σενάρια πρότειναν πάντως τις τελευταίες ημέρες και μία μικρότερης διάρκειας έκδοση, ως μία ενδιάμεση λύση.
Υπενθυμίζεται ότι σήμερα η κυβέρνηση πρέπει να πληρώσει 2,1 δισ. ευρώ περίπου στους κατόχους του τριετούς ομολόγου που εκδόθηκε το 2014. Την Πέμπτη η κυβέρνηση θα πρέπει να πληρώσει στην ΕΚΤ 3,85 δισ. ευρώ.
Το κλίμα στηρίζεται στην εκταμίευση της δόσης από τον ESM, στην πρόταση της Επιτροπής για την έξοδο της Ελλάδας από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος (εισήλθε σε αυτήν τον Απρίλιο του 2009, έναν χρόνο πριν το Μνημόνιο), στις θετικές δηλώσεις αξιωματούχων των “θεσμών”, αλλά και στο ενδιαφέρον που δείχνουν ξένα funds για ελληνικές επιχειρήσεις και για σχέδια αποκρατικοποιήσεων. Αναμένεται και η ανακοίνωση της S&P (έχει προγραμματιστεί για τις 21/7 αλλά μη επιβεβαιωμένες πληροφορίες κάνουν λόγο για πρόθεση να έρθει νωρίτερα).
Αναφορικά με τις ενστάσεις, ο κεντρικός τραπεζίτης, Γιάννης Στουρνάρας, εξέφρασε εντονότατα τη θέση του, λέγοντας ότι πρέπει να προηγηθούν ηχηρές ιδιωτικοποιήσεις. Αλλά και στελέχη της κυβέρνησης συνέχιζαν να επιμένουν ότι πρέπει να μην υπάρξουν βιαστικά βήματα.
Εξηγούν ότι στόχος πρέπει να είναι σειρά ενδιάμεσων εκδόσεων πριν από την ολοκληρωτική έξοδο στις αγορές μετά τον Αύγουστο του 2018, μία στρατηγική που απαιτεί μία “συνέχεια”. Και καθώς οι εκδόσεις μπορούν να γίνουν στα “παράθυρα” χρόνου που εξαρτώνται από τις επικείμενες αξιολογήσεις σε συνδυασμό με τις δυνατότητες της αγοράς, ζητείται να αναβληθεί η κίνηση για αργότερα.
Καθώς όμως το επόμενο “παράθυρο ευκαιρίας”, η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, σχετίζεται και με το χρέος αλλά και με τις εκλογές στην Γερμανία, η επικρατούσα – αυτή τη στιγμή – άποψη στην κυβέρνηση, είναι να προχωρήσει άμεσα στην κίνηση.
capital.gr