Ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, είχε σήμερα συνάντηση με τη Συντονιστική Επιτροπή των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων στα γραφεία του κόμματος, παρισταμένων και των Τομεαρχών Δικαιοσύνης κ. Νίκου Παναγιωτόπουλου και Οικονομικών κ. Χρήστου Σταϊκούρα.
Οι Πρόεδροι των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας εξέθεσαν στον κ. Μητσοτάκη σειρά θεσμικών ζητημάτων και θεμάτων που αφορούν την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Επιπλέον, ανέπτυξαν τα ειδικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο δικηγορικός κλάδος. Ανέδειξαν ιδιαίτερα το πρόβλημα της υπερβολικής επιβάρυνσης της δραστηριότητάς τους με φόρους και εισφορές και την ανάγκη εξαίρεσης των νομικών υπηρεσιών από τον ΦΠΑ ή μείωσης του σχετικού συντελεστή, καθώς και επέκτασης του ορίου απαλλαγής από το καθεστώς ΦΠΑ. Εξέφρασαν, τέλος, την αντίθεσή τους στο κυβερνητικό σχέδιο τριχοτόμησης του Πρωτοδικείου Αθηνών καθώς και στην υποχρεωτική διαμεσολάβηση.
Ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, στην τοποθέτησή του αναφέρθηκε εκτενώς στην ανάγκη θωράκισης της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης. Επιπλέον, ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος έχει επανειλημμένως ταχθεί υπέρ της ανάγκης μείωσης των φόρων και των εισφορών που επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις και ειδικά τους αυτοαπασχολούμενους, υπενθύμισε τη δέσμευση του κυβερνητικού προγράμματος της ΝΔ για τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και επιβαρύνσεων, και δεσμεύθηκε να παρουσιάσει σύντομα το αναλυτικό πρόγραμμα της ΝΔ για ένα διαφορετικό ασφαλιστικό σύστημα τριών πυλώνων. Συγκεκριμένα, έκανε την εξής τοποθέτηση:
«Χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί στο πρόσωπό σας βλέπω εκπροσώπους κατ’ εξοχήν της μεσαίας τάξης, η οποία συμπιέστηκε δραματικά τα χρόνια της κρίσης. Βλέπω και την αγωνία πολλών νέων συναδέλφων σας, νέων δικηγόρων, που είτε φεύγουν στο εξωτερικό -και είδα και τα σχετικά στατιστικά και είναι πολύ ανησυχητικά- είτε φυτοζωούν και δυσκολεύονται πάρα πολύ να αντεπεξέλθουν κάτω από δυσβάστακτες υποχρεώσεις.
Θέτετε -και σωστά κάνετε και το κάνουμε κι εμείς- το ζήτημα της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης. Για μας η προάσπιση του Κράτους Δικαίου αποτελεί αδιαπραγμάτευτη πολιτική προτεραιότητα. Έχουμε επισημάνει τις παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη αυτά τα τελευταία τριάμισι χρόνια από τη σημερινή Κυβέρνηση, έχουμε στηλιτεύσει αυτές τις πρακτικές και θέλω να είστε απολύτως σίγουροι ότι είμαστε απέναντι σε οποιαδήποτε προσπάθεια χειραγώγησης της Δικαιοσύνης, εργαλειοποίησής της, στο πλαίσιο οποιωνδήποτε μικροπολιτικών σχεδιασμών. Εγγυώμαι προσωπικά ότι με την επόμενη Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, η Δικαιοσύνη θα αποκτήσει και πάλι τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξαρτησία της, η οποία είναι και στον πυρήνα του Κράτους Δικαίου έτσι όπως -πιστεύω- η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών το αντιλαμβάνεται.
Η εικόνα οποιουδήποτε ανώτατου δικαστικού να διορίζεται την επόμενη ημέρα της αφυπηρέτησης του -ή της- σε μια αμιγώς πολιτική θέση δεν τιμά κατ’ αρχάς την ίδια την Δικαιοσύνη και σίγουρα δεν προάγει την διάκριση των εξουσιών με τρόπο που δεν θα επιδέχεται οποιασδήποτε αμφισβήτησης. Άρα, επί της αρχής, το να υπάρχει μια περίοδος –ενδεχομένως και συνταγματικά κατοχυρωμένη- στην οποία δεν θα επιτρέπεται σε κάποιον ανώτατο δικαστικό να αναλαμβάνει άλλη θέση, είναι κάτι το οποίο μας βρίσκει απολύτως σύμφωνους.
Το δεύτερο ζήτημα το οποίο σας απασχολεί -και μας απασχολεί- έχει να κάνει με τις φορολογικές και τις ασφαλιστικές σας επιβαρύνσεις. Όλοι οι Έλληνες πλήττονται από τη φορολογική και ασφαλιστική πολιτική της Κυβέρνησης. Κατεξοχήν όμως οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι δικηγόροι. Και θα ‘λεγα κατεξοχήν οι δικηγόροι, οι οποίοι, είναι επιτυχημένοι και οι οποίοι δηλώνουν εισοδήματα πάνω από τα πολύ χαμηλά εισοδήματα, που κάποιοι μπορεί σήμερα να εμφανίζουν. Εμείς δεν θέλουμε -δεν θα κουραστώ να το λέω- να τιμωρούμε την επιτυχία και την εργασία.
Σήμερα, δυστυχώς, το μείγμα των εισφορών και των φόρων αποτελεί ουσιαστικά αντικίνητρο για συμπληρωματική εργασία. Δεν μπορούμε να δεχόμαστε ότι η πρόσθετη προσπάθεια ουσιαστικά δημεύεται. Έχουμε δεσμευτεί ότι θα μειώσουμε τη φορολογία με μείωση του εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή στο 9% για εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ. Προφανώς θα μειώσουμε τη φορολογία στην ακίνητη περιουσία που είναι κάτι το οποίο απασχολεί όλους τους Έλληνες. Και θα ξαναδούμε τον σχεδιασμό της φορολογικής κλίμακος με κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος όταν μας το επιτρέψουν οι δημοσιονομικές συνθήκες. Για το ζήτημα των εισφορών, που σας απασχολεί πάρα πολύ, θα έχουμε την ευκαιρία και στη Θεσσαλονίκη να παρουσιάσουμε πιο αναλυτικά τις σκέψεις μας για ένα διαφορετικό ασφαλιστικό σύστημα τριών πυλώνων, όπου θέλουμε τις μεγάλες επαγγελματικές ομάδες αρωγούς. Και ναι θέλουμε ο δεύτερος πυλώνας, τα υποχρεωτικά επαγγελματικά ταμεία, να παίξουν ένα σημαντικό συμπληρωματικό ρόλο στην κύρια ασφάλιση. Πιστεύω ότι είμαστε πολύ κοντά στις ιδέες σας σε αυτό το ζήτημα και με χαρά να το συζητήσουμε στη συνέχεια.
Γνωρίζω ότι σας απασχολεί το ζήτημα του Φ.Π.Α. στις δικαστηριακές υπηρεσίες. Εκεί εμείς ξέρουμε πού θέλουμε να καταλήξουμε. Θέλουμε να έχουμε δύο συντελεστές Φ.Π.Α. 11% και 22%. Αλλά πρέπει να έχουμε πάντα μία εικόνα του δημοσιονομικού αποτυπώματος οποιασδήποτε παρέμβασης.
Για τα ζητήματα της διαμεσολάβησης -τα έχουμε συζητήσει εκτενώς- νομίζω ότι όλοι είμαστε επί της αρχής υπέρ των εναλλακτικών μεθόδων επίλυσης διαφορών. Όχι, όμως, με τρόπο που να είναι αντισυνταγματικός. Να βρούμε μία λύση η οποία να λαμβάνει υπόψη τις πρόσφατες δικαστικές αποφάσεις.
Για το ζήτημα του Πρωτοδικείου, είμαστε αντίθετοι σε αποσπασματικές και γρήγορες παρεμβάσεις που έχουν γίνει χωρίς σχεδιασμό και χωρίς συνεννόηση με τους καθ’ ύλην αρμόδιους.
Φαντάζομαι ότι υπάρχουν και άλλα θέματα τα οποία θα βάλουμε στην ατζέντα μας, αλλά θέλω να ξέρετε ότι αυτός ο δίαυλος επικοινωνίας ήταν, είναι και θέλω να παραμείνει ανοιχτός. Και να ξέρετε ότι στο πλαίσιο των συζητήσεων που έχουμε, οι δεσμεύσεις που αναλαμβάνουμε είναι δεσμεύσεις που ξέρουμε ότι μπορούμε να τις υλοποιήσουμε. Δεν θα δεσμευτούμε για πράγματα τα οποία ξέρουμε ότι δεν μπορούμε να υλοποιήσουμε. Δεν είμαστε εδώ ούτε για χαϊδεύουμε αυτιά ούτε για να τάζουμε στη λογική κάποιων άλλων που έταξαν πάρα πολλά και έκαναν τα ακριβώς αντίθετα. Αν κάτι χρειάζεται η χώρα σήμερα είναι μία επίθεση πολιτικής αξιοπιστίας. Και αυτή η επίθεση πολιτικής αξιοπιστίας ξεκινάει με το να δεσμευόμαστε μόνο για τα πράγματα τα οποία μπορούμε να κάνουμε πράξη».