Τον δρόμο για ένα «μπαράζ» αγωγών κατά των νέων συνταξιοδοτικών ρυθμίσεων δείχνει η νομολογία των ανωτάτων δικαστηρίων.
Οι παρατηρήσεις που έγιναν στο νέο συνταξιοδοτικό καθεστώς για τον δημόσιο τομέα από τη θερινή Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΣ) περιλαμβάνουν σε 10 σημεία ενστάσεις για ενδεχόμενη παραβίαση διαφόρων συνταγματικών διατάξεων ή των διεθνών κανόνων που κατοχυρώνουν τα περιουσιακά δικαιώματα των πολιτών.
Οι συνταγματικές αυτές προειδοποιήσεις είναι για τις μεγάλες αυξήσεις των ορίων ηλικίας σε συνδυασμό με τον νέο τρόπο υπολογισμού και τις νέες περικοπές των συντάξεων, την αναδρομική αναπροσαρμογή τους, αλλά και τις ρυθμίσεις για το κατώτατο όριο σύνταξης που προβλέπεται αμετάβλητο για τα επόμενα 6 χρόνια (μέχρι το 2021), ενώ θα αυξανόταν από 1ης/1/16, εφόσον οδηγήσει κατηγορίες συνταξιούχων (που δεν έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος) σε ιδιαίτερα χαμηλές συντάξεις.
«Καμπανάκι»
Με ιδιαίτερα «κομψή» διατύπωση, το ΕΣ στέλνει προειδοποιητικό σήμα ότι διάφορες από τις νέες διατάξεις μπορεί να είναι ασύμβατες προς τα άρθρα του Συντάγματος που κατοχυρώνουν τον σεβασμό στην ανθρώπινη αξία και την αξιοπρεπή διαβίωση, την ισότητα, την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος, την αρχή της χρηστής διοίκησης, αλλά επισημαίνει προβλήματα ασάφειας και ελλείψεις ορισμένων ρυθμίσεων, που χρειάζονταν περαιτέρω διευκρινίσεις και οι οποίες αποτελούν, όμως, πλέον νόμο του κράτους, ενταγμένες στο ψηφισθέν 3ο Μνημόνιο.
Η νέα γνωμοδότηση της θερινής (7μελούς) Ολομέλειας ΕΣ αφήνει πολλές ελπίδες σε αρκετούς ήδη συνταξιούχους να αμφισβητήσουν επιτυχώς στα δικαστήρια τις νέες περικοπές αλλά και σε μελλοντικούς συνταξιούχους, ιδίως όσους βρίσκονται πολύ κοντά στην «έξοδο» και αιφνιδιάζονται τώρα με μία παράταση του εργασιακού βίου και έναν νέο τρόπο υπολογισμού της σύνταξής τους.
Μολονότι οι παρατηρήσεις του ΕΣ αφορούν μόνο τον ευρύτερο δημόσιο τομέα (αφού δεν γνωμοδοτεί για τις συντάξεις του ιδιωτικού τομέα) είναι βέβαιο ότι θα χρησιμοποιηθούν ενώπιον των δικαστηρίων και από τις υπόλοιπες κατηγορίες συνταξιούχων, καθώς γίνεται και μία σχετική επισήμανση για τον πολύ πρόσφατο Ν. 4334/15 και ρυθμίσεις του που αφορούν συνταξιούχους φορέων κοινωνικής ασφάλισης.
Μολονότι στην έκθεση αξιολόγησης που συνόδευσε τις νέες ρυθμίσεις στη Βουλή, σε ερώτηση για τις πιθανές συνέπειές τους, στην απονομή της Δικαιοσύνης η πολιτεία απαντά ότι «δεν μπορεί να γίνει εκ των προτέρων σαφής εκτίμηση», νομικοί κύκλοι (και δικαστικοί) προεξοφλούν ότι θα ακολουθήσει ένα μεγάλο «κύμα» αγωγών από χιλιάδες τωρινούς ή μελλοντικούς συνταξιούχους.
Οι νέες αυτές προσφυγές θα «μπλοκάρουν» και πάλι -κατά τους ίδιους κύκλους- τα δικαστήρια και θα χρειαστεί οπωσδήποτε να γίνουν κάποιες «πιλοτικές» δίκες στις ολομέλειες ανώτατων δικαστηρίων προκειμένου να ξεκαθαρίσουν τα συνταγματικά προβλήματα και να δοθεί «κατευθυντήρια γραμμή» προς τα κατώτερα δικαστήρια για την τύχη των αγωγών.
Στις πολυσέλιδες δύο γνωμοδοτήσεις του το ΕΣ, αν και αναγνωρίζει την αναγκαιότητα λήψης των μέτρων αυτών, στη λογική της άμεσης δημοσιονομικής προσαρμογής και της βελτίωσης της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του συνταξιοδοτικού συστήματος, εντούτοις επισημαίνει ότι επιχειρείται περιορισμός δικαιωμάτων αλλά και νομίμων προσδοκιών.
Το ΕΣ υπογραμμίζει ότι προσδοκά πως μέσα σε εύλογο χρόνο θα συνταχθεί από την πολιτεία μία ειδική μελέτη για να ενταχθούν οι αποσπασματικές αυτές ρυθμίσεις σε έναν ευρύτερο συνταξιοδοτικό σχεδιασμό διαρθρωτικού χαρακτήρα, ώστε να συμβάλουν στη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος.
Αλλωστε, η έλλειψη τέτοιου είδους μελετών (σε σχέση και με τις οικονομικές επιπτώσεις στους συνταξιούχους) οδήγησε και την Ολομέλεια ΣτΕ να «περικόψει» πρόσφατα τις τελευταίες μειώσεις ως αντισυνταγματικές. Στη μελέτη που ζητεί το ΕΣ να γίνει (έστω και εκ των υστέρων) τονίζει ότι θα πρέπει σε αυτήν να αιτιολογηθεί γιατί δεν ήταν δυνατό να θεσπιστούν ηπιότερα εναλλακτικά μέτρα για τους συνταξιούχους που αφορά το σχέδιο.
Ταυτόχρονα το ΕΣ ζητεί να εξεταστεί, στο πλαίσιο της μελέτης αυτής, ποια είναι η συνολική επιβάρυνση της κατηγορίας αυτής των συνταξιούχων από τα μέτρα που έχουν θεσπιστεί διαδοχικά σε βάρος της, εν όψει και των συνταγματικών διατάξεων που επιβάλλουν την ισότιμη συμμετοχή των πολιτών στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τη δύναμη του καθενός.
Δεν παραλείπει, πάντως, το ΕΣ να επισημάνει ότι με τον νέο Ν. 4334/15 λήφθηκαν και άλλης φύσης μέτρα για να αντιμετωπιστεί η πρόσφατη οξεία δημοσιονομική κρίση (άρα υπήρξε ακόμα μεγαλύτερη επιβάρυνση).
Σε γενικές γραμμές το ΕΣ θεωρεί κατ’ αρχήν δικαιολογημένες τις διατάξεις που επιχειρούν να ομοιογενοποιήσουν το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης στα 67 χρόνια (για να υπάρξει συνοχή στο συνταξιοδοτικό σύστημα).
Οι ρυθμίσεις
Ωστόσο, τονίζει ότι οι επίμαχες ρυθμίσεις μπορεί να κριθούν αντίθετες προς τη συνταγματική αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος, στο μέτρο που δεν προβλέπουν μεταβατική διάταξη με την οποία θα κλιμακώνεται η αύξηση του ορίου ηλικίας. Κι αυτό για να μην αιφνιδιάζονται οι εν δυνάμει δικαιούχοι, που βρίσκονται κοντά στον χρόνο συνταξιοδότησης.
Αντίστοιχη παρατήρηση για ενδεχόμενη παραβίαση της ίδιας συνταγματικής αρχής αλλά και του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (που προστατεύει τα περιουσιακά δικαιώματα) διατυπώνεται σε αρκετές ακόμα περιπτώσεις που καταλαμβάνουν ήδη θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, ρυθμίζοντάς τα με δυσμενέστερο (σε σύγκριση με το παρελθόν) τρόπο.
Σχετικά με την αναπροσαρμογή αναδρομικά (με το νέο καθεστώς) των συντάξεων, που έχουν ήδη κανονιστεί μέσα στο 2015, το ΕΣ επισημαίνει τον κίνδυνο παραβίασης των παραπάνω αρχών, αλλά θέτει και ζήτημα παραβίασης των αρχών της χρηστής διοίκησης στις περιπτώσεις που θα αναζητηθεί από τους συνταξιούχους αυτούς να επιστρέψουν διαφορές ποσών συντάξεων που τους έχουν ήδη καταβληθεί.
Πηγή Εθνος