Ειδήσεις

Η ύπαιθρος στην Ελλάδα γίνεται όλο και πιο εύφλεκτη

Ο καθηγητής Γιόχαν Γκoλντάμερ στην «Κ»

Η επένδυση σε ολοένα και περισσότερα εναέρια και επίγεια μέσα πυρόσβεσης δεν θα έχει ποτέ το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Αντίθετα, η Ελλάδα πρέπει να επιλέξει την αλλαγή του μοντέλου δασοπροστασίας της με έμφαση στην πρόληψη και στον ενισχυμένο ρόλο των δασικών υπηρεσιών. Αυτό υποστηρίζει σε συνέντευξή του στην «Κ» ο καθηγητής Γιόχαν Γκολντάμερ, διευθυντής του Διεθνούς Κέντρου Παρακολούθησης Πυρκαγιών. Με την εμπειρία του ως πρόεδρος της επιστημονικής επιτροπής που είχε συσταθεί το 2018, μετά το τραγικό Μάτι, για την κατάθεση προτάσεων για τη μεταρρύθμιση του συστήματος δασοπροστασίας στη χώρα μας, ο καθηγητής Γκολντάμερ προτείνει να δοθεί προσοχή στις περιοχές όπου η κατοικία συναντά το δάσος, εξετάζοντας διαμόρφωση της βλάστησης και ειδικούς οικοδομικούς όρους. Τέλος, σημειώνει την ανάγκη εμπλοκής της κοινωνίας των πολιτών στη διαχείριση των δασών και στην καταστολή των πυρκαγιών.

-Ποιες είναι οι πρώτες σκέψεις σας για τις πυρκαγιές στην Ελλάδα αυτές τις ημέρες;

-Οι πυρκαγιές ήταν προβλέψιμες. Η Ελλάδα έχει τρια είδη τοπίου, που απειλούνται ολοένα και περισσότερο από πυρκαγιές. Πρώτα, τα φυσικά τοπία, για παράδειγμα οι τα απομακρυσμένα ορεινά δάση, σε περιοχές σε μεγάλο βαθμό ακατοίκητες, μακριά από πόλεις και χωριά. Ιστορικά αυτά τα δάση επηρεάζονταν από φωτιές μόνο περιστασιακά. Σήμερα και στο μέλλον, ο κίνδυνος πυρκαγιάς αυξάνεται εξαιτίας της συχνότερης και πιο έντονης ξηρασίας. Δεύτερον, τα «πολιτιστικά» τοπία, αυτά που καλλιεργούνταν επί αιώνες και τα οποία εγκαταλείπονται ολοένα και περισσότερο εξαιτίας της εγκατάλειψης της υπαίθρου. Ποτέ στην ιστορία της Ελλάδας οι περιοχές αυτές δεν είχαν παραμεληθεί όσο σήμερα, εξαιτίας της μείωσης της καλλιέργειάς τους. Ποτέ στην ιστορία δεν υπήρχε τόση εύφλεκτη βλάστηση, έτοιμη να «καταναλωθεί» από ανεξέλεγκτες πυρκαγιές. Τρίτον, τα χωριά της υπαίθρου καθώς και οι περιαστικές περιοχές, συμπεριλαμβανομένων και βιομηχανικών περιοχών, που είναι κοντά σε πολύ εύφλεκτη βλάστηση. Το είδαμε το 2018 στο Μάτι και ξανά φέτος σε άλλα προάστια της Αθήνας.

-Ας ξεκινήσουμε με τις περιαστικές περιοχές. Τι θα πρέπει να γίνει για την προστασία τους;

-Ο πολεοδομικός σχεδιασμός είναι απαραίτητος, σε σύνδεση με τον σχεδιασμό του τοπίου στη ζώνη ανάμεσα στις αστικές και τις «φυσικές» περιοχές. Αυτές τις περιοχές, όπως το Μάτι, καλύπτονται λιγότερο από σπίτια, υποδομές, τσιμέντο και άσφαλτο και περιβάλλονται από κήπους και τις τυπικές μεσογειακές θαμνώδεις εκτάσεις. Οι άνθρωποι προτιμούν να ζουν στα πράσινα προάστια καθώς τους προσφέρουν καλύτερες συνθήκες ζωής από τις υπερθερμαινόμενες πόλεις. Όταν ζεις σε τέτοιες περιοχές, πρέπει να λαμβάνεις υπόψη σου τον κίνδυνο πυρκαγιάς. Κατά τη διάρκεια καυσώνων και ξηρασιών αυτό το υπέροχο σκηνικό γίνεται εύφλεκτο και δυνητικά παγίδα θανάτου, όπως το Μάτι. Η κοινωνία των πολιτών -οι ιδιοκτήτες των σπιτιών και της γης και οι μόνιμοι κάτοικοι- πρέπει να το γνωρίζουν αυτό και να αναλάμβουν ενεργό ρόλο στη μείωση του κινδύνου πυρκαγιών που θα απειλήσουν τη ζωή και την περιουσία τους. Για το δικό τους καλό θα πρέπει να φροντίζουν τη γη γύρω από τα σπίτια και τα χωριά τους, με στόχο να την κάνουν λιγότερο εύφλεκτη. Ας θυμηθούμε 30-40 χρόνια πριν, όταν το ηλεκτρικό ρεύμα, το αέριο και το πετρέλαιο δεν ήταν συνηθισμένα, οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν κάθε κομμάτι ξύλου για θέρμανση και μαγείρεμα. Οι γαίες καλλιεργούνταν εντατικά και βοσκούνταν ααπό οικόσιτα ζώα. Υπήρχε πολύ λιγότερη καύσιμη ύλη στα δάση σε σχέση με σήμερα. Πρέπει λοιπόν να κοιτάξουμε στο παρελθόν, να διδαχθούμε από τις παραδοσιακές πρακτικές και να λάβουμε προληπτικά μέτρα για να προστατέψουμε τις περιουσίες μας και τα χωριά μας.

-Θα έπρεπε η Πολιτεία να απαγορεύσει την ανοικοδόμηση αυτών των «μεικτών» περιοχών;

-Η απειλή εξαρτάται από το είδος της φυσικής καταστροφής. Για παράδειγμα στη Γερμανία βρίσκεται σε εξέλιξη μια συζήτηση για τους οικισμούς που επλήγησαν από πλημμύρες πριν από μερικές εβδομάδες, αν πρέπει να ξαναχτιστούν ή να εγκαταλειφθούν καθώς ο κίνδυνος ακραίων καιρικών γεγονότων θα αυξάνεται. Θεωρητικά είναι δυνατό να προστατευθούν με τοίχους, αναχώματα και άλλες τεχνικές παρεμβάσεις. Ωστόσο, η επικινδυνότητα αυτών των περιοχών θα παραμείνει υψηλή. Στην περίπτωση των πυρκαγιών, αν ένα χωριό καεί μπορεί να ανοικοδομηθεί χωρίς πρόβλημα. Αυτό που πρέπει να επανεξεταστεί είναι η εντατική διαχείριση της βλάστησης μέσα κααι γύρω από αυτά, όπως δάση και θαμνώδεις εκτάσεις, προκειμένου να παραμείνουν ασφαλή. Περαιτέρω, γνωρίζουμε ότι κατά τη διάρκεια πυρκαγιών ο αέρας συχνά μεταφέρει καύτρες ακόμα και σε απόσταση εκατοντάδων μέτρων. Αν πέσουν σε μια ξύλινη οροφή, ακόμα και ένα σπίτι στην καρδιά ενός χωριού μπορεί να πιάσει φωτιά. Επομένως τα σπίτια πρέπει να χτιστούν ή να επισκευαστούν με τέτοιο τρόπο που να γίνουν λιγότερο εύφλεκτα, με πιο προστατευμένες οροφές, πόρτες και παράθυρα. Στο Μάτι είδαμε ότι μεμονωμένα σπίτια γλίτωσαν από την κόλαση της φωτιάς επειδή ήταν νεόδμητα και κατασκευασμένα με μεγαλύτερη ασφάλεια.

-Θα πρέπει λοιπόν να συζητήσουμε αλλαγές στους όρους δόμησης των πυροπληκτων περιοχών;

-Ας δούμε περιοχές όπως η Καλιφόρνια και η Αυστραλία, όπου τα σπίτια είναι κατά κύριο λόγο ξύλινα. Καίγονται κάθε χρόνο. Τώρα ακόμα και οι ΗΠΑ εξετάζουν την αλλαγή των οικοδομικών κανονισμών, παρότι δεν είναι εύκολο να επιβάλλεις στις ΗΠΑ τέτους περιορισμούς καθώς θεωρούνται ότι περιορίζουν τον φιλελευθερισμό και την ατομική ελευθερία. Παρόλα αυτά πρέπει να προσαρμόσουμε τον τρόπο ζωής μας για τη δική μας ασφάλεια. Στην Ελλάδα υπάρχει το παράδειγμα των αντισεισμικών κανονισμών που είναι αποδεκτοί από την κοινωνία. Δεν υπάρχουν όμως αντίστοιχοι κανονισμοί για άλλες φυσικές καταστροφές, όπως οι πυρκαγιές. Είναι η ώρα να το επανεξετάσετε.

-Στις φετινές πυρκαγιές στην Ελλάδα έγιναν πολλές προληπτικές εκκενώσεις. Αυτό συνέβαλε στο να μην υπάρξουν απώλειες ανθρώπινων ζωών, αλλά δέχθηκε επιστημονική κριτική, ότι μείωσε την αντίσταση στην πυρκαγιά. Τι πιστεύετε;

-Η συζήτηση αυτή είναι επίκαιρη σε πολλές περιοχές ανά τον κόσμο. Η ιδέα της «αυτοάμυνας» απαιτεί προετοιμασία. Αν ένα χωριό είναι απροετοίμαστο, γεμάτο εύφλεκτη ύλη, κατοικείται κυρίες ααπό ηλικιωμένους, η εκκένωση είναι η σωστή επιλογή. Ωστόσο αν σε μια περιοχή έχει προηγηθεί προετοιμασία και οι άνθρωποι γνωρίζουν πως να προστατεύσουν τη ζωή και την περιουσία τους, τότε μπορούν να προσφέρουν βοήθεια στην πυροσβεστική προστατεύοντας την περιοσία τους. Σε πολλές χώρες, οι πυροσβεστικές δυνάμεις απαρτίζονται κατά κύριο λόγο από εθελοντές.

-Μπορείτε να μας δώσετε ένα παράδειγμα;

-Η Γερμανία έχει 1,3 εκατομμύρια εθελοντές. Επαγγελματίες πυροσβέστες και διασώστες υπάρχουν μόνο σε όλεις άνω των 100.000 κατοίκων και όχι σε όλες τις αγροτικές περιοχές. Αυτό σημαίνει ότι στις περιοχές αυτές, το έργο της κατάσβεσης συντελείται κατά κύριο λόγο από εθελοντές. Από την άλλη πλευρά, στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη οι δασικές πυρκαγιές είναι ένα πρόσφατο πρόβλημα. Αυτό σημαίνει ότι και εμείς πρέπει να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα. Στην περίπτωση της Ελλάδας, αν η ύπαιθρος συνεχίσει να γίνεται ολοένα και πιο εύφλεκτη, επειδή δεν γίνεται καμία διαχείριση, τα αεροπλάνα και τα μεγάλα πυροσβεστικά οχήματα δεν θα είναι ποτέ αρκετά για να λύσουν το πρόβλημα. Δείτε την Καλιφόρνια: πλέον ούτε αυτοί δεν μπορούν να κατασβέσουν τις φωτιές σε θαμνώδεις και δασικές εκτάσεις, παρότι διαθέτουν έναν πολύ μεγάλο αριθμό εναέριων μέσων και καλά εξοπλισμένες και εκπαιδευμένες επίγειες δυνάμεις. Διάβασα ότι ο πρωθυπουργός σας Κυριάκος Μητσοτάκης είπε ότι η κατάσταση στην Ελλάδα θυμίζει βόμβα ισχύος που εξεράγγη δεν μπορεί να ελεγχθεί. Έχει δίκιο. Το συμπέρασμα: η βόμβα πρέπει να εξουδεταιρωθεί πριν ξεσπάσει η πυρκαγιά.

-Τι σας εξέπληξε περισσότερο όταν ξεκινήσατε να μελετάτε το σύστημα δασοπροστασίας της Ελλάδας, ως επικεφαλής της Επιτροπής το 2018;

-Δεν εξεπλάγην γιατί η κατάσταση ήταν γνωστή. Υπάρχουν πολλοί εμπλεκόμενοι, πολλοί φορείς που έχουν συναρμοδιότητες στη διαχείριση πυρκαγιών, από την πρόληψη έως την καταστολή. Γνωρίζω ότι το 1999 η αρμοδιότητα της κατάσβεσης δασικών πυρκαγιών μεταφέρθηκε από τις δασικές υπηρεσίες στην πολιτική προστασία. Διεθνώς πιστεύουμε ότι η διαχείριση των πυρκαγιών πρέπει να είναι προτίστως ευθύνη του ιδιοκτήτη ή διαχειρριστή της γης, που στην περίπτωση των ελληνικών δασών είναι οι δασικές υπηρεσίες. Φυσικά, σε ακρίες καταστάσεις, η δασική υπηρεσία μπορεί να μην καταφέρει να ανταποκριθεί και να χρειάζεται βοήθεια από την πολιτική προστασία, ακόμα και το στρατό. Από το 1999 το κύριο πρόβλημα στην Ελλάδα ήταν η αποδυνάμωση των δασικών υπηρεσιών, με τον περιορισμό τόσο του θεσμικού τους ρόλου όσο και της χρηματοδότησης που είναι απαραίτητη για να κάνει σωστή διαχείριση των δασών, συμπεριλαμβανομένων και των αντιπυρικών παρεμβάσεων.

-Γιατί οι διαδοχικές κυβερνήσεις στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες δυσκολεύονται να αλλάξουν την προσέγγισή τους;

-Σε πολλές χώρες, για να μην πω στις περισσότερες, η κύρια έμφααση δίνεται στην ενδυνάμωση του συστήματος απόκρισης με την ενίσχυση των μέσων κατάσβεσης πυρκαγιών. Όσοι ασχολούνται επαγγελματικά με την διαχείριση πυρκαγιών στην ύπαιθρο, αλλά και η επιστημονική κοινότητα προτείνουν να δοθεί έμφαση στην αύξηση της ανθεκτικότητας των πολιτών και του φυσικού περιβάλλοντος στις πυρκαγιές. Κλίγες χώρες ακολούθησαν αυτή την προσέγγιση. Για παράδειγμα η Πορτογαλία, στην οποία η κυβέρνηση ίδρυσε έναν φορέα ανάλογο με αυτόν που είχαμε προτείνει για την Ελλάδα. Με αυτό τον τρόπο άλλαξε η κατεύθυνση των επενδύσεων. Η προσέγγιση της Πορτογαλίαας περιλαμβάνει έναν αριθμό εργαλείων όπως η εντατικόποιηση της βόσκησης ώστε να μειωθεί η καύσιμη ύλη στα δάση και η συμπερίληψη της κοινωνίαας των πολτών στην πρόληψη και διαχείριση των πυρκαγιών. Τέτοιες αποφάσεις απαιτούν μια προσέγγιση με μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Κατά τη διάρκεια της εργασίας μου στην Ελλάδα -παρεπιπτόντως, η πρώτη μου ενασχόληση με τις δασικές πυρκαγιές στη χχώρα σας ήταν το 1985, όταν υποστήριξα το στρατό ξηράς και το ναυτικό για τον έλεγχο της φωτιάς στη Θάσο- ακούω κατά διαστήματα ότι «οι Έλληνες πιστεύουν ότι επειδή πληρώνουν φόρους, τα πάντα είναι ευθύνη του κράτους».

Ωστόσο καμία κυβέρνηση στον κόσμο δεν μπορεί να διαχειριστεί και να προστατεύσει ολόκληρη την επικράτειά της. Πρέπει να ενθαρρύνουμε την κοινωνία των πολιτών να αναλάβει ενεργό ρόλο. Αυτό βέβαια θα χρειαστεί χρόνο. Οι επιστήμονες παρέχουν την γνώση, δεν αναμειγνύονται στην πολιτική. Εγώ το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι οι πολιτικές αποφάσεις πρέπει να βασίζονται στην επιστήμη. Διεθνώς παρατηρούμε ότι το κενό ανάμεσα στις επιστημονικές προτάσεις και τις πολιτικές αποφάσεις  παραμένει μεγάλο. Η διαχείριση της πανδημίας έδειξε ότι πολλές κυβερνήσεις, όπως της Ελλάδας και της πατρίδας μου της Γερμανίας βάσισαν τις αποφάσεις τους για τη διαχείριση της κρίσης στην επιστημονική γνώση. Αυτό θα πρέπει να μας καθοδηγήσει και στη διαχείριση των περιβαλλοντικών και ανθρωπιστικών κρίσεων στο μέλλον.

Το δίδαγμα
– Τι μας διδάσκει η περίοδος αυτή;

– Οι επιστήμονες παρέχουν τη γνώση, δεν αναμειγνύονται στην πολιτική. Εγώ το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι οι πολιτικές αποφάσεις πρέπει να βασίζονται στην επιστήμη. Διεθνώς παρατηρούμε ότι το κενό ανάμεσα στις επιστημονικές προτάσεις και στις πολιτικές αποφάσεις παραμένει μεγάλο. Η διαχείριση της πανδημίας έδειξε ότι πολλές κυβερνήσεις, όπως της Ελλάδας και της πατρίδας μου της Γερμανίας, βάσισαν τις αποφάσεις τους για τη διαχείριση της κρίσης στην επιστημονική γνώση. Αυτό θα πρέπει να μας καθοδηγήσει και στη διαχείριση των περιβαλλοντικών και ανθρωπιστικών κρίσεων στο μέλλον. Αυτό θα πρέπει να είναι το δίδαγμα της ιδιαίτερης περιόδου που ζούμε.

Πηγή kathimerini.gr

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου