Ηταν ένα αυγουστιάτικο μεσημέρι και στη διπλανή ξαπλώστρα, σε αιγαιοπελαγίτικη παραλία, καβγάς είχε ξεσπάσει ανάμεσα σε δύο μητέρες: η μία υποστήριζε τα εμβόλια («Δεν ρισκάρω να πάθει κάτι το παιδί μου», η άλλη ήταν λάβρα εναντίον τους («Πιο μεγάλο ρίσκο είναι να το εμβολιάσεις»). Και η διελκυστίνδα διήρκεσε αρκετή ώρα, σε πείσμα της χαλαρής περιρρέουσας ατμόσφαιρας. Δεν ξέρω πού θα κατέληγε η συζήτηση σήμερα, με τα στοιχεία του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας –και του δικού μας ΚΕΕΛΠΝΟ– να επιβεβαιώνουν την επέλαση μιας ξεχασμένης εδώ και δεκαετίες νόσου, της ιλαράς, σε όλο τον κόσμο. Οι αριθμοί είναι εύγλωττοι: μόνο στη Ρουμανία έχουν φέτος καταγραφεί σχεδόν 9.000 περιστατικά ιλαράς και 34 θάνατοι.
Πριν από την ανακάλυψη και ευρεία χρήση του εμβολίου, το 1980, περίπου 2,4 εκατομμύρια άνθρωποι έχαναν κάθε χρόνο τη ζωή τους από επιπλοκές της. Γιατί μας… θυμήθηκε;
Το προφίλ της
Ποιο είναι το προφίλ της; «Η ιλαρά είναι ιογενής λοίμωξη και οφείλεται στον ομώνυμο ιό που εγκαθίσταται και αναπτύσσεται στον αναπνευστικό βλεννογόνο και τους επιχώριους λεμφαδένες. Μπορεί να μεταδοθεί κυρίως με τον βήχα ή το φτέρνισμα, συνήθως τέσσερις μέρες πριν και άλλες τόσες μετά την εμφάνιση του χαρακτηριστικού εξανθήματος και έχει τόσο υψηλή μεταδοτικότητα ώστε το 90% των ατόμων που δεν έχουν ανοσία και έρθουν σε επαφή με άτομο που νοσεί θα εκδηλώσουν τη νόσο», μας ενημερώνει ο Αθανάσιος Τσακρής, καθηγητής Μικροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
«Ο συνήθης χρόνος επώασής της είναι 9 – 12 μέρες. Ξεκινά με μέτριο πυρετό, βήχα, καταρροή, ερυθρότητα οφθαλμών και πονόλαιμο. Επειτα από 2-3 μέρες μπορεί να εμφανιστούν μικρές λευκές κηλίδες στο στόμα και το χαρακτηριστικό εξάνθημα της νόσου στο σώμα. Σ’ αυτό το στάδιο ο πυρετός φτάνει ή και ξεπερνά τους 40ο C. Η υψηλή μεταδοτικότητά της είναι ο βασικός λόγος που μόλις μειωθούν έστω και λίγο τα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης του γενικού πληθυσμού, παρατηρούνται σημαντικές εξάρσεις», τονίζει ο κ. Τσακρής.
Και γιατί μειώθηκαν, όπως φαίνεται, τα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης του ελληνικού πληθυσμού; Ευθύνεται το αντιεμβολιαστικό κίνημα που διασπείρει δήθεν επιστημονικά τεκμηριωμένες καταγγελίες για τη «συνωμοσία των φαρμακευτικών εταιρειών που με τα εμβόλια σκορπούν τον θάνατο»; «Η πολεμική κατά των εμβολίων έχει μεγάλο μερίδιο ευθύνης», λέει στην «Κ» η Μαρία Θεοδωρίδου, ομότιμη καθηγήτρια Παιδιατρικής του ΕΚΠΑ και πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών. «Αλλά πληρώνουμε και το τίμημα της επιτυχίας του ίδιου του εμβολίου της ιλαράς, του οποίου η αποτελεσματικότητα προσεγγίζει το 100%. Αυτό σημαίνει ότι πολλοί νέοι γονείς αγνοούν τη νόσο. Πρέπει να γνωρίζουν ότι περίπου το 30% των περιστατικών έχουν επιπλοκές, από ηπατίτιδα και βαριά πνευμονία μέχρι οξεία εγκεφαλίτιδα. Και να θυμούνται ότι την ενδεχόμενη “αναπηρία” που μπορεί να προκληθεί θα την κουβαλάει το παιδί τους σε όλη του τη ζωή. Πάντως, μέχρι αυτή τη στιγμή, από τα 142 κρούσματα που έχουν καταγραφεί στη χώρα μας, το 80% αφορά ευάλωτους πληθυσμούς – Αθίγγανους, μετανάστες, πρόσφυγες».
Εφιάλτης
Με αφορμή το «ξύπνημα» της ιλαράς, οι επιστήμονες δεν αφήνουν περιθώριο αμφισβήτησης: ένας κόσμος χωρίς εμβόλια θα είναι εφιαλτικός. «Είναι παλιά πληγή το αντιεμβολιαστικό κίνημα. Οι ρίζες του φτάνουν στον 19ο αιώνα, όταν κυκλοφόρησε το εμβόλιο κατά της ευλογιάς, της πρώτης νόσου που εξαλείφθηκε. Δυστυχώς, σήμερα υπάρχουν και κάποιοι συνάδελφοι που τάσσονται κατά των εμβολίων», επισημαίνει ο Χαράλαμπος Γώγος, καθηγητής Παθολογίας, λοιμωξιολόγος και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Χημειοθεραπείας.
«Ομως τα εμβόλια προλαμβάνουν πολύ σοβαρά προβλήματα, ακόμα και κακοήθεια. Αν εμβολιαστεί κάποιος για ηπατίτιδα Β΄ δεν θα διατρέξει ποτέ κίνδυνο να πάθει κίρρωση του ήπατος ή ηπατοκυτταρικό καρκίνο. Το εμβόλιο για τον HPV προφυλάσσει τις γυναίκες από τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας. Είναι εγκληματικό να τα αρνούνται κάποιοι γονείς με το επιχείρημα “στο δικό μου παιδί θα τύχει;”»…
Μια άλλη διάσταση δίνει ο Αθανάσιος Τσακρής. «Η άρνηση εμβολιασμού δεν είναι προσωπική ή οικογενειακή υπόθεση. Δυνάμει, είναι εχθρική πράξη κατά της κοινωνίας. Σκεφτείτε ένα παιδί που δεν μπορεί να εμβολιαστεί για λόγους υγείας – επειδή βρίσκεται σε ανοσοκαταστολή ή κάνει χημειοθεραπεία. Ποιος έχει το δικαίωμα να παίξει με τη ζωή του;»
Καθημερινή