Καταμηνύθηκαν πέντε ημεδαποί κι ένας Κύπριος για εγκληματική οργάνωση και για από κοινού κατά συναυτουργία και κατ’ εξακολούθηση αξιόποινης πράξης της απάτης σε βαθμό κακουργήματος •Απίστευτη σε σύλληψη και εκτέλεση η μεθόδευση που υπήρξε για να επενδύσουν σε χρυσό τα υποψήφια θύματα
Στα δίκτυα μιας απίθανης σπείρας απατεώνων με δήθεν επενδύσεις σε χρυσό κατήγγειλαν με έγκληση που υπέβαλαν στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Ρόδου, ότι έπεσαν, τέσσερις Ροδίτες.
Πιο συγκεκριμένα, 3 κάτοικοι της Ρόδου, δύο άνδρες και μια γυναίκα κι ένας κάτοικος της Ιαλυσού στρέφονται με την έγκληση που υπέβαλαν κατά 5 ημεδαπών κατοίκων Ρόδου, Κοσκινού και Μαριτσών κι ενός επιχειρηματία κατοίκου Λευκωσίας Κύπρου και ζητούν την άσκηση δίωξης εις βάρος τους για τα αδικήματα της ένταξης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση με διαρκή δράση και οργάνωση για τη διάπραξη της κακουργηματικής απάτης και της από κοινού κατά συναυτουργία και κατ’ εξακολούθηση αξιόποινης πράξης της απάτης σε βαθμό κακουργήματος, αφού το συνολικό ύψος της ζημίας που έχουν υποστεί (στο σύνολο της οποίας απέβλεψε η εγκληματική συμπεριφορά των εγκαλουμένων υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ).
Ο συνήγορος των μηνυτών, ποινικολόγος κ. Μανώλης Κουτσούκος, εκθέτει στην έγκληση που υπέβαλε ότι οι εγκαλούμενοι – αποτελούν μαζί με άλλους – οργανωμένη εγκληματική οργάνωση με διακριτούς ρόλους με αρχηγό της ομάδος τον Κύπριο επιχειρηματία, με σκοπό τη διάπραξη του εγκλήματος της απάτης πείθοντας τα θύματά τους με ψευδείς, αβάσιμες και παραπλανητικές διαβεβαιώσεις να επενδύσουν τις αποταμιεύσεις τους με τεράστιες τάχα αποδόσεις στην αγορά χρυσού χρησιμοποιώντας μία αλλοδαπή εταιρεία-φάντασμα με πομπώδη και παραπλανητικό τίτλο με έδρα το Ντουμπάι.
Η εταιρεία αυτή όπως εκθέτουν οι μηνυτές, αποδείχθηκε πως ήταν ο «Δούρειος Ίππος» για την εξαπάτηση των θυμάτων και ήταν επινόηση και δημιούργημα του εγκαλουμένου Κύπριου ο οποίος στο διαδίκτυο εκτός από δήθεν «Top Leader» της εταιρείας αυτοδιαφημίζεται ως «ηλεκτρονικός δημιουργός».
Επισημαίνουν πως την παρουσίαση, προβολή και διαφήμιση της εταιρείας ανέλαβε ο αρχηγός της οργάνωσης ο οποίος με την άμεση συνδρομή των λοιπών εγκαλουμένων διοργάνωνε «ενημερωτικά σεμινάρια» στην Κύπρο, στη Ρόδο και σε διάφορα άλλα μέρη της Ελλάδας με στόχο την προσέλκυση θυμάτων «επενδυτών» με το αζημίωτο των λοιπών εγκαλουμένων, αφού για κάθε νέο «επενδυτή» το μέλος της εγκληματικής αυτής ομάδας που θα έπειθε τον τρίτο να επενδύσει στην εταιρεία-φάντασμα, αποκόμιζε bonus και μάλιστα άμεσα καταβλητέο από τα χρήματα που κατέβαλλε το «θύμα» για να επενδύσει στην περίφημη αγορά χρυσού.
Οι μηνυτές αναφέρουν πως η αλλοδαπή εταιρεία αποτελεί ηλεκτρονικό δημιούργημα του εγκαλούμενου Kύπριου και πρωτοεμφανίσθηκε στη Ρόδο το έτος 2020 κατά τη διάρκεια της πανδημίας όταν είχε νεκρώσει επιχειρηματικά όλη η χώρα, γι’ αυτό και η Ρόδος αποτέλεσε πρόσφορο έδαφος.
Το έτος 2022 ο Κύπριος με τη βοήθεια των λοιπών εγκαλουμένων (μελών της ομάδας του) επραγματοποίησε στη Ρόδο δύο «ενημερωτικές» ομιλίες για την επενδυτική εταιρεία μία στις 27/4/2022 και μία στις 17/9/2022 σε ξενοδοχεία του νησιού και σε πυκνό ακροατήριο άνω των 100 ατόμων για τη συγκέντρωση των οποίων φρόντισαν οι υπόλοιποι εγκαλούμενοι προβάλλοντας το γεγονός με απατηλές αναρτήσεις παραπλανητικών φωτογραφιών στο διαδίκτυο δελεάζοντας τα θύματά τους με δήθεν δεδομένες και εξασφαλισμένες υψηλές αποδόσεις των χρημάτων που θα «επενδύσουν» στην αγορά χρυσού.
Τον εγκαλούμενο Κύπριο που ήταν ο κεντρικός ομιλητής και στις δύο ομιλίες προλόγισε (ως ο πλέον μορφωμένος) έτερος εγκαλούμενος ο οποίος μαζί με τους υπόλοιπους τον πλαισίωναν στο πάνελ και στις αναρτημένες στους χώρους της ομιλίας αναμνηστικές φωτογραφίες εκθειάζοντας τις «επενδύσεις» μέσω της εταιρείας και κυρίως τις άμεσες αποδόσεις που δήθεν θα είχαν οι ανυποψίαστοι υποψήφιοι επενδυτές τους οποίους διαβεβαίωναν ότι υπήρχε πλήρης εξασφάλιση και «διαφάνεια» για την επένδυση και την πορεία της έχοντας το δικαίωμα ο επενδυτής να επιλέξει αν η απόδοση της επένδυσής του θα ήταν σε μετρητά ή σε χρυσό!!
Το εγκληματικό σχέδιο των εγκαλουμένων, όπως εκθέτουν οι μηνυτές, ήταν το ακόλουθο:
Ο αρχηγός εμφανιζόταν ως ο αποκλειστικός εκπρόσωπος και υπεύθυνος «πωλήσεων» της εταιρείας για την Ελλάδα και την Κύπρο, ενώ ουσιαστικά η συγκεκριμένη επενδυτική εταιρεία ήταν εξ ολοκλήρου δικό του δημιούργημα και δικών του συμφερόντων.
Στην εταιρεία αυτή, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς και τις διαβεβαιώσεις των εγκαλουμένων, ο επενδυτής μπορούσε να επενδύσει οποιοδήποτε ποσό για διάρκεια 12 μηνών τουλάχιστον με μέση ετήσια απόδοση 68% έχοντας την ευχέρεια η απόδοση της επένδυσής του να καταβάλλεται σ’ αυτόν κατ’ επιλογή του ανά μήνα ή ανά τρίμηνο (με μεγαλύτερη απόδοση) είτε σε μετρητά είτε σε χρυσό.
Σημειώνεται ότι τα χρήματα που είχε σκοπό να επενδύσει ο «επενδυτής» αν ήταν σε μετρητά τα παρέδιδε σε ένα ή περισσότερους από τους εγκαλουμένους για να «πιστωθεί» το μέλος της εγκληματικής οργάνωσης για την προσέλκυση και εγγραφή του νέου «επενδυτή» ώστε να λάβουν το σχετικό bonus από τον εγκαλούμενο ο οποίος ως «Τοp Leader» ήλεγχε απόλυτα τους «συνεργάτες» του.
Αφού ο επενδυτής κατέβαλλε το ποσό της επένδυσής του, την επόμενη ή μεθεπόμενη ημέρα αποκτούσε ατομικό ηλεκτρονικό ιστότοπο (πλατφόρμα) και του παραδιδόταν διαδικτυακά ο απόρρητος κωδικός πρόσβασης στην ατομική του ηλεκτρονική πλατφόρμα που δημιουργούσε γι’ αυτόν η εταιρεία στην οποία εμφανιζόταν το ποσό της επένδυσης και το ονοματεπώνυμο του επενδυτή, υποτίθεται για λόγους «διαφάνειας».
Η επενδυτική σύμβαση ανάμεσα στον επενδυτή και στην εταιρεία εμφανιζόταν στην πλατφόρμα του επενδυτή, όχι πριν, αλλά μετά την καταβολή του ποσού της επένδυσης προδιατυπωμένη και συντεταγμένη στην αγγλική γλώσσα με ακατάληπτους νομικούς όρους οι οποίοι ουσιαστικά καμία απολύτως εγγύηση ή εξασφάλιση παρείχαν στον επενδυτή, αφού οι υπεύθυνοι της εταιρείας-φάντασμα επεφύλαξαν για τους εαυτούς των το ακαταδίωκτο κατά τρόπο προκλητικό για επενδυτική σύμβαση, αφού με ρητό όρο της ηλεκτρονικής αυτής σύμβασης η ευθύνη της (βέβαιης) απώλειας των χρημάτων της επένδυσης βάρυνε τον ίδιο τον επενδυτή!!Σημειώνουν ακόμη ότι η συντεταγμένη στην αγγλική γλώσσα επενδυτική σύμβαση, την οποία αναρτούσε εκ των υστέρων η εταιρεία στην πλατφόρμα του επενδυτή για να τον αποκοιμίσει (ο οποίος όμως ήδη είχε καταβάλει το ποσό της επένδυσής του) ουσιαστικά αποτελούσε μία «λεόντεια» σύμβαση «προσχώρησης» με αδιαπραγμάτευτους και προδιατυπωμένους όρους του οποίους αγνοούσε ο επενδυτής και η οποία όχι μόνο δεν αναγνώριζε καμία ευθύνη στην επενδυτική εταιρεία και στα πρόσωπα που προωθούσαν τις πωλήσεις της, αλλά κατά τρόπο προκλητικό και καταχρηστικό προέβλεπε ότι η ευθύνη για τη (βέβαιη) απώλεια του ποσού της επένδυσής του θα εβάρυνε τον ίδιο τον επενδυτή (!!) ο οποίος αν τολμούσε να αναζητήσει δικαστικώς τα χρήματα της επένδυσής του και την ευθύνη απώλειας των χρημάτων του από τους εγκαλουμένους και την εταιρεία, υπήρχε ο ανεφάρμοστος όρος «ανάχωμα» για την προστασία της εγκληματικής οργάνωσης σύμφωνα με τον οποίο απαγορευόταν κατ’ αρχήν στον επενδυτή να κινηθεί δικαστικώς ομαδικά μαζί με άλλα θύματα της εταιρείας, αλλά θα έπρεπε να κινηθεί δικαστικώς μόνος του και μάλιστα εντός προθεσμίας 3 μηνών στα Δικαστήρια των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων από την ημέρα που ο επενδυτής θα διαπίστωνε ότι υπήρχε παραβίαση όρου της σύμβασης από τους εγκαλουμένους με την υποχρέωση να επιβαρυνθεί με όλα τα έξοδα της δίκης, ακόμα και με την αμοιβή των δικηγόρων των εγκαλουμένων!!
Ισχυρίζονται παραπέρα πως οι εγκαλούμενοι αφού εξαπατούσαν τον επενδυτή για να καρπωθούν τα χρήματά του στη συνέχεια τον παρότρυναν να εξαπατήσει και αυτός με τη σειρά του τρίτα πρόσωπα συνήθως συγγενικά (χωρίς φυσικά να το γνωρίζει) καθιστώντας τον επενδυτή ακούσιο μέλος της εγκληματικής τους πυραμίδας!!
Μετά την είσπραξη (αν ήταν σε μετρητά) της πρώτης δόσης της υποτιθέμενης «απόδοσης» ο επενδυτής ανέμενε μάταια την είσπραξη και των υπόλοιπων δόσεων της απόδοσης της επένδυσης διότι οι εγκαλούμενοι τον διαβεβαίωναν ψευδώς ότι τάχα η Κυβέρνηση στο Ντουμπάι προβαίνει στον έλεγχο της ροής των χρημάτων της επενδυτικής εταιρείας και ότι όσο διαρκεί ο δήθεν έλεγχος αναστέλλονται τάχα υποχρεωτικά οι πληρωμές των αποδόσεων για 4-6 μήνες στους επενδυτές!!
Διατείνονται ακόμη πως οι εγκαλούμενοι καθήλωναν και αποκοίμιζαν τα θύματά τους για να τους καθησυχάσουν και όταν κάποιος επενδυτής επέμενε να εισπράξει την «απόδοση» της επένδυσής του σε μετρητά τον παρέπεμπαν να επισκεφθεί την ατομική ηλεκτρονική του πλατφόρμα η οποία παρέπεμπε στην εφαρμογή Money Box.
Όταν όμως ο εξαπατημένος επενδυτής επισκεπτόταν την εφαρμογή διεπίστωνε το μέγεθος της εξαπάτησής του, διότι ήταν υποχρεωμένος αντί να λάβει χρήματα να αγοράσει με ανεφάρμοστο και δαιδαλώδη τρόπο με τα χρήματα της επένδυσής του αβέβαιη ποσότητα χρυσού, όχι στην τρέχουσα τιμή της αγοράς όπως αυτή διαμορφώνεται στο χρηματιστήριο (η αξία του οποίου ανά γραμμάριο κυμαίνεται από 50 έως 60 ευρώ), αλλά στην προκαθορισμένη κυριαρχικά από την εταιρεία-φάντασμα εξωπραγματική τιμή των 1.970 ευρώ το γραμμάριο!! Δηλαδή σε τιμή 40 φορές ακριβότερη από την τρέχουσα τιμή του χρυσού.
Με τον τρόπο αυτό ο επενδυτής που αξίωνε να λαμβάνει κάθε μήνα την απόδοση της επένδυσής του θα ελάμβανε (ΑΝ ποτέ θα ελάμβανε) το 1/40 του ποσού της επένδυσής του και τα υπόλοιπα 39/40 των χρημάτων τα εκαρπούντο οι εγκαλούμενοι και οι συνεργάτες τους.
Η αξιόποινη και η απατηλή συμπεριφορά των εγκαλουμένων εκτός από τις ψευδείς διαβεβαιώσεις τους και τις παραπλανητικές ηλεκτρονικές αναρτήσεις τους, όπως ισχυρίζονται οι φερόμενοι ως θύματα, περιελάμβανε κυρίως φωτογραφήσεις των εγκαλουμένων με πλάκες χρυσού σε πολυτελή ξενοδοχεία του εξωτερικού, φροντίζοντας στις «ενημερωτικές» ομιλίες του εγκαλουμένου αρχηγού, όχι μόνο να αναρτούν και να τοποθετούν φωτογραφίες, αλλά να τοποθετούν στο πάνελ του ομιλητή φωτογραφίες των οποίων πλαισίωναν με έπαρση οι λοιποί εγκαλούμενοι.
Με τις παραπάνω αριστοτεχνικές μεθοδεύσεις οι μηνυτές πείσθηκαν και επένδυσαν τις οικονομίες τους και έχασαν τα λεφτά τους.
Ο πρώτος περιγράφει πως για μια επένδυση των 50.000 ευρώ θα εδικαιούντο να λάβει από την εταιρεία 26,31 γραμμάρια χρυσού αξίας 1.462 ευρώ, ενώ με βάση τη χρηματιστηριακή αξία του χρυσού θα έπρεπε να λάβει 883,39 γραμμάρια χρυσού αξίας 44.179,88 ευρώ από την εταιρεία.
Ο δεύτερος απώλεσε το συνολικό ποσό των 41.570 ευρώ, ο τρίτος 20.040 ευρώ και η τέταρτη 9.900 ευρώ.