Μία στις έξι επιχειρήσεις εμφανίζει χαρακτηριστικά στρατηγικού κακοπληρωτή, δηλαδή ενώ μπορεί να αποπληρώνει τα δάνειά της, προτιμά να κατευθύνει τα διαθέσιμα κεφάλαια σε άλλες δραστηριότητες, όπως η κατανάλωση, η επένδυση, η αποταμίευση κ.λπ.
Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξε η ανάλυση που πραγματοποίησε η Τράπεζα της Ελλάδος σε δείγμα 13.000 επιχειρήσεων, που την περίοδο 2010-2015 είχε εκάστη υπόλοιπα δανείων άνω του 1 εκατ. ευρώ. Το συνολικό υπόλοιπο των δανείων τους ήταν στα τέλη του 2015 στα 57 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 19 δισ. ευρώ ήταν μη εξυπηρετούμενα. Από την ανάλυση προέκυψε ότι συγκριτικά μεγαλύτερο ποσοστό στρατηγικών κακοπληρωτών εμφανίζεται σε κλάδους που σχετίζονται με τις κατασκευές και την αγορά ακινήτων, ενώ ακολουθεί ο κλάδος της βιομηχανίας, των πληροφοριών και επικοινωνιών, καθώς και των διοικητικών και υποστηρικτικών υπηρεσιών. Πιθανότερο να εμφανίσουν συμπεριφορά στρατηγικού κακοπληρωτή έχουν επιχειρήσεις με υψηλό δανεισμό ή χαμηλή αξία εξασφαλίσεων, αλλά και επιχειρήσεις μεσαίου μεγέθους, οι οποίες έχουν κατά 30% μεγαλύτερη πιθανότητα από τις μικρού και μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις. Μεταξύ των επιχειρήσεων που αθετούν τις δανειακές τους υποχρεώσεις, αυτές με υψηλή κερδοφορία έχουν κατά 62% αυξημένη πιθανότητα να είναι στρατηγικοί κακοπληρωτές.
Να σημειωθεί ότι για την αξιολόγηση μιας επιχείρησης ως στρατηγικού κακοπληρωτή ή όχι, η ΤτΕ έλαβε υπόψη της την οικονομική ικανότητα μιας επιχείρησης βάσει της εσωτερικής κλίμακας αξιολόγησης που εφαρμόζει κάθε τράπεζα. Στη συνέχεια, η ΤτΕ χρησιμοποίησε μια κοινή κλίμακα πιστωτικής αξιολόγησης, βάσει της οποίας διαχωρίστηκε το δείγμα σε επιχειρήσεις που είχαν υψηλή πιστοληπτική διαβάθμιση, δηλαδή μικρή πιθανότητα αθέτησης και χαμηλή διαβάθμιση, δηλαδή υψηλή πιθανότητα αθέτησης.
Οι επιχειρήσεις που ταξινομήθηκαν στην κατηγορία υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης και δεν εξυπηρετούσαν τα δάνειά τους κρίθηκαν ως στρατηγικοί κακοπληρωτές, ενώ εκείνες που ταξινομήθηκαν στην κατηγορία χαμηλής διαβάθμισης, η μη αποπληρωμή θεωρήθηκε ότι ήταν αποτέλεσμα αντικειμενικής αδυναμίας.
Τα «κόκκινα» επιχειρηματικά ανοίγματα ανήλθαν στο 44,7% στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2016 από 43,8% στο τέλος του 2015, φθάνοντας τα 65 δισ. ευρώ περίπου. Το μεγαλύτερο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που φθάνει το 60% εμφανίζουν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις με ανοίγματα ύψους 25 δισ. ευρώ περίπου.
Καθημερινή