Έντονα θετικά σημάδια σε επίπεδο μείωσης του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που με στοιχεία τέλους 2015 ξεπερνούσαν τα 103 δισ. ευρώ, αναμένουν οι τράπεζες στα τέλη του 2016.
Η συμφωνία διαχείρισης μεγάλων “κόκκινων” επιχειρηματικών δανείων σε σύμπραξη με την KKR που ανακοίνωσαν χθες οι Alpha Bank και Eurobank, αναμένεται να ακολουθηθεί προσεχώς και από άλλα αντίστοιχα σχήματα τραπεζών – εξειδικευμένων οίκων που θα αφορούν στη διαχείριση όλων των κατηγοριών δανείων. Παράλληλα, με τη συνδιαχείριση μη εξυπηρετούμενων δανείων, οι τράπεζες θα προχωρήσουν σε εκτεταμένες διαγραφές, παροχή πιο μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων οφειλών και επιλεκτικές πωλήσεις δανείων.
Αρχής γενομένης από τα “κόκκινα” δάνεια μεγάλων επιχειρήσεων με κρίσιμη σημασία για την ελληνική Οικονομία, η μελέτη της McKinsey που εκπονήθηκε για λογαριασμό του ΤΧΣ, θα τεθεί άμεσα προς διαβούλευση με τις τράπεζες, φέρνοντας στο προσκήνιο μη εξυπηρετούμενα δάνεια 4,5 δισ. ευρώ από 5 κλάδους της Οικονομίας.
Πρόκειται για δάνεια επιχειρήσεων, με συνολικό δανεισμό 7,5 δισ. ευρώ, από τους τομείς του τουρισμού, των τροφίμων και ποτών, της υγείας και φαρμάκων, των μεταφορών και των ιχθυοκαλλιεργειών, στα οποία υπάρχουν περιθώρια παρεμβάσεων για αναδιαρθρώσεις από τις τράπεζες.
Τα συγκεκριμένα μεγάλα “κόκκινα” επιχειρηματικά δάνεια αποτελούν μέρος ενός υποσυνόλου δανείων που ανήκουν σε 21 επιχειρηματικούς κλάδους, αυξημένης σπουδαιότητας για την Οικονομία δεδομένων της συμβολής τους στην προστιθέμενη αξία του ΑΕΠ, της επίπτωσής τους στην απασχόληση και του χαρακτήρα τους (εξαγωγικού ή μη).
Ευρύτερα, βάσει της μελέτης της McKinsey, 168 όμιλοι με 820 επιχειρήσεις, οι οποίοι έχουν περίπου 11 δισ. ευρώ μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα επί συνολικής δανειακής έκθεσης περίπου 15 δισ. ευρώ, θα μπορούσαν να υπαχθούν στο εύρος εφαρμογής του μηχανισμού των τραπεζών που προτείνεται για τις αναδιαρθρώσεις.
Δεδομένου του ύψους των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων που διαμορφώνεται σε 60 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 45 δισ. ευρώ αφορά μεγάλα κοινοπρακτικά δάνεια, τα ποσά “εκκίνησης” στις αναδιαρθρώσεις είναι ενδεικτικά της δυσκολίας του εγχειρήματος και του χρόνου που θα απαιτηθεί ώστε να προσαρμοστεί το σύστημα (τράπεζες, επιχειρήσεις, Πολιτεία) στα δεδομένα που υπαγορεύει η ανάγκη αντιμετώπισης των επιχειρηματικών NPLs.Και αυτό διότι υπάρχουν αρκετά θέματα που πρέπει ακόμη να αντιμετωπιστούν.
Χθες, ο διευθύνων σύμβουλος του ΤΧΣ Άρης Ξενόφος, ανέφερε χαρακτηριστικά την υφιστάμενη σήμερα, περιορισμένη δυνατότητα των πιστωτών να κεφαλαιοποιούν το χρέος μιας επιχείρησης (debt equity swap) και να παρεμβαίνουν στη διοίκησή της ούτως ώστε να υπάρχει η δυνατότητα εισροής νέων κεφαλαίων στην επιχείρηση προκειμένου να τονωθεί η επενδυτική της προοπτική, αλλά και η προοπτική της απασχόλησης.
Αναφέρθηκε επίσης στο ισχύον περιορισμένο πλαίσιο ασφάλειας που χρειάζονται τα στελέχη των τραπεζών ή και των μεταβατικών διοικήσεων των επιχειρήσεων που θα αναλάβουν τις περιπτώσεις debt equity swap. “Δεν μιλάμε για συγχωροχάρτι”, είπε χαρακτηριστικά, αλλά για αποφάσεις που θα αξιολογούνται στο πλαίσιο της εφαρμογής συγκεκριμένων διαδικασιών και κανόνων.
Τόνισε επίσης την ανάγκη της άρσης φορολογικών αντικινήτρων (η διαγραφή δανείου θεωρείται εισόδημα για τον οφειλέτη και φορολογείται) και της θέσπισης φορολογικών ρυθμίσεων (π.χ. όταν η τράπεζα διαγράφει ένα δάνειο, πώς θα επιμερίζει το όφελος ή την επίπτωση σε βάθος χρόνου) που θα διευκολύνουν τις διαδικασίες των αναδιαρθρώσεων.
Μίλησε για την ανάγκη να υπάρχουν κυρώσεις για τους οφειλέτες που αρνούνται να αποδεχτούν σχέδιο αναδιάρθρωσης που έχει συμφωνηθεί από την πλειοψηφία των πιστωτών, προκειμένου να υποστηριχθεί η επιτάχυνση της εξωδικαστικής επίλυσης “κόκκινων” δανείων.
Και αναφέρθηκε στην ανάγκη να υπάρξει ένας μηχανισμός που θα δει πιο σφαιρικά τις οφειλές των επιχειρήσεων, όχι μόνο προς τις τράπεζες, αλλά και προς τους προμηθευτές τους και το Δημόσιο.
capital.gr