Κατάργηση του φόρου διαμονής, μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30%, σταδιακή μείωση του Φ.Π.Α. και μείωση του φόρου των επιχειρήσεων στο 20%, εξήγγειλε ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας στην πρωϊνή κλειστή συνεδρίαση της 25ης ετήσιας τακτικής γενικής συνέλευσης του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ).
Στην γενική συνέλευση, που συμμετείχε ίσως ο μεγαλύτερος αριθμός επιχειρήσεων, στην ιστορία του Συνδέσμου, ο πρόεδρος της ΝΔ ανέπτυξε τους πέντε άξονες παρέμβασης για την ανάδειξη του Τουρισμού ως κινητήρα ανάπτυξης και ευημερίας.
Ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι «η Γενική Συνέλευση του ΣΕΤΕ λαμβάνει χώρα σε μια εξαιρετικά δύσκολη μέρα. Σήμερα ψηφίζεται το τέταρτο Μνημόνιο. Είναι το δεύτερο Μνημόνιο μέσα σε δύο χρόνια… Το τέταρτο Μνημόνιο ήταν αχρείαστο. Όπως αχρείαστο ήταν και το τρίτο Μνημόνιο. Σήμερα, διαπιστώνουμε το μεγάλο κόστος τριών χαμένων χρόνων για την κοινωνία και για την οικονομία. Αλλά διαπιστώνουμε, επίσης, σημαντικές επιπρόσθετες επιβαρύνσεις για όλους τους Έλληνες και ειδικά τους ασθενέστερους».
«Θέλω να ξεκαθαρίσω», πρόσθεσε ο κ. Μητσοτάκης, «ότι υπάρχει άλλος δρόμος για να βγει η χώρα από την κρίση. Είναι ο δρόμος, ο οποίος στηρίζεται στην υγιή επιχειρηματικότητα, φέρνει την προσέλκυση επενδύσεων σε απόλυτη προτεραιότητα, θέτει το νοικοκύρεμα του Κράτους σε πρώτη προτεραιότητα. Ένας δρόμος, ο οποίος πρεσβεύει ένα διαφορετικό μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής με συμμάζεμα των κρατικών δαπανών, αλλά και με χαμηλότερους φόρους και για τις επιχειρήσεις, αλλά και για τους πολίτες. Και, βέβαια, ο τουρισμός θα είναι ο πρώτος μεγάλος ωφελημένος από αυτήν την διαφορετική πολιτική επιλογή».
Η κυβέρνηση
Ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κατηγόρησε την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, τονίζοντας ότι «αν και βρήκε στρωμένο έδαφος, δεν έκανε τίποτα ουσιαστικό για να προχωρήσει παραπέρα. Αρκέστηκε στην εκμετάλλευση της δουλειάς που έγινε τα προηγούμενα χρόνια και των αποτελεσμάτων που αυτή παρήγαγε, χωρίς όμως, σε καμία περίπτωση, να την επικαιροποιήσει ή να την εξελίξει. Αδυναμία επιτελική και ανεπάρκεια εκτελεστική».
«Η Κυβέρνηση αντιμετώπισε εξαρχής τον τουρισμό με ανικανότητα και προχειρότητα», επισήμανε ο κ. Μητσοτάκης και πρόσθεσε: «Έδειξε αδιαφορία ως αποτέλεσμα της άγνοιάς της, όχι μόνο για τον τουρισμό, αλλά και συνολικά για το πώς δημιουργείς επενδύσεις, έσοδα, θέσεις απασχόλησης και ανάπτυξη»… «Ο ΣΥΡΙΖΑ έδρασε υπονομευτικά απέναντι σε κάθε επενδυτική προσπάθεια ή πρωτοβουλία στον τομέα του τουρισμού. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε, βέβαια, και τους τραγικούς χειρισμούς στο μεταναστευτικό, που υπονόμευσαν την τουριστική κίνηση στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Και φυσικά, όπως συνέβη με όλη την ελληνική οικονομία, ο τουρισμός υφίσταται και εκείνος τις συνέπειες της υπερφορολόγησης, η οποία, δυστυχώς, είναι μια μόνιμη στρατηγική επιλογή της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Αύξησε το Φ.Π.Α. στη διαμονή από το 6,5% στο 13%. Αύξησε το Φ.Π.Α. στην εστίαση από το 13% στο 24%. Αύξησε το Φ.Π.Α. στις μεταφορές από το 13% στο 24%. Αύξησε το φορολογικό συντελεστή για τις επιχειρήσεις από το 26% στο 29%. Κατήργησε τους μειωμένους συντελεστές Φ.Π.Α. στα νησιά. Επέβαλε φόρο διαμονής που θα ισχύσει από το 2018 σε ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια».
«Για τη Νέα Δημοκρατία», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης, «αυτό που επείγει είναι η κατάρτιση ενός στρατηγικού σχεδίου για την τουριστική ανάπτυξη. Ενός σχεδίου με μακροχρόνιο ορίζοντα. Με προτεραιότητα τη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας. Την προσέλκυση επενδύσεων. Τη δημιουργία έργων υποδομής που θα στηρίξουν τον τουρισμό ανά περιοχή. Τη σύζευξη Τουρισμού και Πολιτισμού».
Οι άξονες
Σε αυτήν την κατεύθυνση, ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας ανέπτυξε 5 άξονες παρέμβασης:
«Πρώτος άξονας – Προσέλκυση Επενδύσεων: Τα κίνητρα για επενδύσεις και οι ενισχύσεις είναι απαραίτητα για να αντισταθμίσουν τα φορολογικά αντικίνητρα και φυσικά το υψηλότερο χρηματοοικονομικό κόστος που αντιμετωπίζουν οι επενδυτές στην Ελλάδα. Σε αυτήν την κατεύθυνση θα πρέπει να διασφαλισθεί η ορθολογικότερη διαχείριση όλων των κονδυλίων και των εργαλείων που διαθέτει το Κράτος για τη στήριξη των επενδυτικών σχεδίων. Δηλαδή, το ΕΣΠΑ, ο Αναπτυξιακός νόμος, το ΕΤΕΑΝ, και φυσικά το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων, που σήμερα ακόμα αποτελεί μία μεγάλη ανεκμετάλλευτη ευκαιρία για τον τουρισμό…
Δεύτερος άξονας – Φορολογική Πολιτική: Οι φορολογικοί συντελεστές, που εκτοξεύτηκαν τα τελευταία δύο χρόνια, πρέπει να επιστρέψουν, το ταχύτερο δυνατό, σε ανταγωνιστικά επίπεδα. Η νομοθετημένη επιβολή του φόρου διαμονής στα τουριστικά καταλύματα από 1.1.2018 αποτελεί έναν παράλογο φόρο, ο οποίος πλήττει κυρίως τις μικρές επιχειρήσεις και λειτουργεί ως σημαντικό αντικίνητρο για την επέκταση της τουριστικής περιόδου. Εμείς δεσμευόμαστε για την κατάργησή του. Όπως δεσμευόμαστε και για την σταδιακή αποκλιμάκωση του Φ.Π.Α. στη διαμονή και στην εστίαση, όταν το επιτρέψουν οι δημοσιονομικές συνθήκες. Θυμίζω ότι εμείς πετύχαμε τη μείωση του Φ.Π.Α. στην εστίαση το 2014, όταν εκμεταλλευτήκαμε το πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο δημιουργήθηκε τότε, προς όφελος, τελικά, της επιχειρηματικότητας και συνολικά της κοινωνίας. Θυμίζω, επίσης, ότι αποτελεί κεντρική μας δέσμευση η μείωση του φόρου για όλες τις επιχειρήσεις από το 29% στο 20% μέσα σε δύο χρόνια και η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% πάλι εντός μίας διετίας…
Τρίτος άξονας – Χωροταξικός Σχεδιασμός: Η χώρα μας σήμερα χρειάζεται επειγόντως ένα νέο χωροταξικό σχέδιο, ώστε να ενθαρρυνθούν οι επενδύσεις και να μπορέσει ο τουρισμός να αναπτυχθεί σε ένα πλαίσιο αειφορίας και ασφάλειας δικαίου. Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι πρωτοφανές. Να έχει δημιουργηθεί ένα τέτοιο ασυγχώρητο νομικό κενό, το οποίο αυτή τη στιγμή δρα αποθαρρυντικά για οποιαδήποτε επένδυση. Δεν είναι δυνατόν σημαντικά επενδυτικά σχέδια σήμερα να είναι έωλα και ευάλωτα σε οποιαδήποτε προσφυγή στο ΣτΕ, ακριβώς επειδή δεν υπάρχει οργανωμένος χωροταξικός σχεδιασμός για τον τουρισμό. Βεβαίως, και χρειάζονται συγκεκριμένες χρήσεις γης και σαφείς θεσμικές προϋποθέσεις, που θα διασφαλίζουν στον επενδυτή την απρόσκοπτη πορεία της επένδυσής του…
Τέταρτος άξονας – Χαρτοφυλάκιο προϊόντων με προστιθέμενη αξία: Ο πολιτιστικός τουρισμός αποτελεί την μεγαλύτερη ευκαιρία για τη χώρα… Σημαντική ώθηση μπορεί να δώσει και ο συνεδριακός τουρισμός… Ιδιαίτερο βάρος πρέπει να δώσουμε, φυσικά και στον τουρισμό πόλεων, κάτι το οποίο πρέπει να αναδείξει πρωτίστως την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, αλλά και άλλες πόλεις, λιγότερο γνωστές οι οποίες μπορούν να προωθηθούν με τη λογική των city breaks… Και βέβαια, σημασία προφανή, έχει η στήριξη του θαλάσσιου τουρισμού…
Πέμπτος άξονας – Προβολή και προώθηση τουριστικού προϊόντος: O E.O.T., έχει μία μεγάλη εμπειρία στο ζήτημα αυτό. Πρέπει, όμως, να αλλάξει σημαντικά. Και η στενή συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, μέσω, ενδεχομένως, ενός νέου σχήματος σύμπραξης Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα, αποκλειστικά για την προβολή της χώρας, δεν μπορεί, για εμένα, παρά να είναι αυτονόητη».
Η ομιλία
Η ομιλία του κ. Μητσοτάκη έχει ως εξής:
Κύριε πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι,
Με μεγάλη χαρά συμμετέχω στην ετήσια Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων. Θέλω, καταρχάς, να σας συγχαρώ για το έργο σας, την προσφορά σας στην εθνική Οικονομία και να μοιραστώ μαζί σας κάποιες σκέψεις για το πώς ο ελληνικός τουρισμός μπορεί να πάει ακόμα καλύτερα.
Με την απερχόμενη διοίκησή σας, με τον κ. Ανδρέα Ανδρεάδη, είχαμε μια πολύ καλή και ειλικρινή συνεργασία. Δυνάμωσε τη φωνή των επαγγελματιών του τουρισμού, κατέθεσε πολλές και σημαντικές προτάσεις. Του αξίζει πιστεύω ακόμα ένα θερμό χειροκρότημα. Και, νομίζω πως, αν οι θέσεις του ΣΕΤΕ ακουγόντουσαν περισσότερο, η πορεία του ελληνικού τουρισμού θα ήταν ακόμα καλύτερη. Και, είμαι βέβαιος ότι και η νέα διοίκηση του ΣΕΤΕ θα συνεχίσει την εξαιρετική δουλειά, την οποία, ήδη, κάνετε. Και θέλω, να είστε επίσης βέβαιοι ότι στο πρόσωπό μου, αλλά και συνολικά στη Νέα Δημοκρατία, θα έχετε ένα σύμμαχο στην προσπάθειά σας, καθώς μας ενώνει όλους το ίδιο φιλόδοξο όραμα: Να γίνει η Ελλάδα το πιο δυνατό τουριστικό brand στην Ευρώπη. Να προσελκύει ακόμα περισσότερους επισκέπτες από κάθε γωνιά της γης που έρχονται να απολαύσουν την απαράμιλλη ομορφιά της χώρας μας και φυσικά τον μοναδικό πολιτιστικό της πλούτο. Προς όφελος, φυσικά της ελληνικής οικονομίας και της ελληνικής κοινωνίας.
Κυρίες και κύριοι,
Η σημερινή Γενική Συνέλευση λαμβάνει χώρα σε μια εξαιρετικά δύσκολη μέρα.
Σήμερα το απόγευμα, ψηφίζεται το τέταρτο Μνημόνιο. Είναι το δεύτερο Μνημόνιο μέσα σε δύο χρόνια. Γι’ αυτό και είναι μια δύσκολη μέρα για τη χώρα. Διότι και το τέταρτο Μνημόνιο ήταν αχρείαστο. Όπως αχρείαστο ήταν και το τρίτο Μνημόνιο.
Σήμερα, διαπιστώνουμε το μεγάλο κόστος τριών χαμένων χρόνων για την κοινωνία και για την οικονομία. Αλλά διαπιστώνουμε, επίσης, σημαντικές επιπρόσθετες επιβαρύνσεις για όλους τους Έλληνες και ειδικά τους ασθενέστερους.
Θέλω να σας πω ότι αυτή η εξέλιξη δεν ήταν – και δεν είναι – μια νομοτελειακή εξέλιξη. Είναι αποτέλεσμα πολύ συγκεκριμένων επιλογών. Όσο συγκεκριμένες, όμως, και αν ήταν αυτές οι επιλογές, θέλω να ξεκαθαρίσω – και σε εσάς – ότι υπάρχει άλλος δρόμος για να βγει η χώρα από την κρίση. Είναι ο δρόμος ο οποίος στηρίζεται στην υγιή επιχειρηματικότητα. Είναι ο δρόμος ο οποίος φέρνει την προσέλκυση επενδύσεων σε απόλυτη προτεραιότητα. Είναι ο δρόμος ο οποίος θέτει το νοικοκύρεμα του Κράτους σε πρώτη προτεραιότητα. Ένας δρόμος ο οποίος πρεσβεύει ένα διαφορετικό μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής με συμμάζεμα των κρατικών δαπανών, αλλά και με χαμηλότερους φόρους και για τις επιχειρήσεις, αλλά και για τους πολίτες.
Και, βέβαια, ο τουρισμός θα είναι ο πρώτος μεγάλος ωφελημένος από αυτήν την διαφορετική πολιτική επιλογή. Διότι, η σημασία του ελληνικού τουρισμού είναι γνωστή σε όλους. Αποτελεί το σπουδαιότερο κεφάλαιο για την ελληνική οικονομία. Παραπάνω από το 20% του Α.Ε.Π., αναλόγως με το πως το μετράμε. Πάνω από 23% της συνολικής απασχόλησης. Πάνω από 13 δις ευρώ έσοδα για τη χώρα. Θέλω να το τονίσω αυτό. Τα χρόνια της κρίσης αποτελεί ίσως το σημαντικότερο στήριγμα, όχι μόνο της ελληνικής οικονομίας, αλλά και της ελληνικής κοινωνίας. Συμβάλλει ο ελληνικός τουρισμός, με τον τρόπο του, στην κοινωνική συνοχή σε μια εποχή που, δυστυχώς, ακόμα δοκιμάζονται, οι αντοχές της ελληνικής κοινωνίας.
Συνεισφέροντας παράλληλα και στην βελτίωση της τραυματισμένης εικόνας της Ελλάδας στο εξωτερικό. Ειδικά την περίοδο 2012 – 2014, το Υπουργείο Τουρισμού, ως επιτελικό όργανο χάραξης πολιτικής, προχώρησε σε μία σειρά από σημαντικές θεσμικές παρεμβάσεις λύνοντας δεκάδες μικρά και μεγάλα θέματα, μικρές και μεγάλες εκκρεμότητες του κλάδου. Και θέλω, με την ευκαιρία αυτή, να συγχαρώ την κυρία Όλγα Κεφαλογιάννη, Τομεάρχη Πολιτισμού τώρα της Νέας Δημοκρατίας για το σημαντικό έργο το οποίο επιτέλεσε όσο βρισκόταν στο Υπουργείο Τουρισμού. Καλλιέργησε άριστες σχέσεις με τον ιδιωτικό τομέα, θεσμοθέτησε τον ΣΕΤΕ ως κοινωνικό εταίρο και δρομολόγησε μια πολιτική προσέλκυσης μικρών και μεγάλων επενδύσεων. Ακολούθησε μια ολοκληρωμένη Εθνική Στρατηγική για τον τουρισμό, η οποία υλοποιήθηκε σε τρία βασικά επίπεδα: Νομοθετικό, Αναπτυξιακό και Επικοινωνιακό. Δεν θα αναφερθώ αναλυτικά στις πρωτοβουλίες τις οποίες ανέλαβε η τότε Κυβέρνησή μας. Είναι εξάλλου, αγαπητέ Πρόεδρε, γνωστές. Αποδεικνύουν, όμως, το σύνολο των παρεμβάσεων που έγιναν εκείνη τη διετία. Ότι, όταν μια Κυβέρνηση κυβερνά και έχει σχέδιο και διάθεση υλοποίησης πραγματικών αλλαγών, αυτό είναι κάτι το οποίο φαίνεται αμέσως. Το είδαμε, καθώς εκείνη την περίοδο είχαμε μια θεαματική άνοδο και στις αφίξεις, αλλά και στα έσοδα από τον τουρισμό. Μια άνοδο, που – όπως ήταν αναμενόμενο – συνεχίσθηκε και το 2015. Και η άνθιση του τουρισμού υπήρξε ένα διατηρήσιμο, ευτυχώς, success story, που καθρεφτίζει, τελικά, μια μεγάλη ομαδική επιτυχία. Μια επιτυχία και της Πολιτείας, αλλά κυρίως των επιχειρηματιών του κλάδου του τουρισμού, των εργαζομένων στον κλάδο του τουρισμού, αλλά και των τοπικών κοινωνιών. Τόνωσε, σε χρόνια δύσκολα, την πληγωμένη αυτοπεποίθηση των Ελλήνων και απέδειξε ότι, με συλλογική προσπάθεια και με σχέδιο, μπορούμε να πετύχουμε πολλά. Έδειξε το δρόμο.
Δυστυχώς, η πορεία αυτή, αντί να συνεχιστεί και να εξελιχθεί, αφέθηκε στον αυτόματο πιλότο. Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, αν και βρήκε στρωμένο έδαφος, δεν έκανε τίποτα ουσιαστικό για να προχωρήσει παραπέρα. Αρκέστηκε στην εκμετάλλευση της δουλειάς που έγινε τα προηγούμενα χρόνια και των αποτελεσμάτων που αυτή παρήγαγε, χωρίς όμως, σε καμία περίπτωση, να την επικαιροποιήσει ή να την εξελίξει. Αδυναμία επιτελική και ανεπάρκεια εκτελεστική.
Το 2015, ο τουρισμός κινήθηκε με την κεκτημένη ταχύτητα των προηγούμενων ετών, αλλά οι εξελίξεις – πολιτική αστάθεια, capital controls, υπερφορολόγηση τουριστικού προϊόντος – ανέκοψαν τη δυναμική που υπήρχε.
Το 2016, δυστυχώς, έγινε ορατή η ανάσχεσή της. Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις μειώθηκαν κατά 6,5%, παρότι οι επισκέπτες αυξήθηκαν σχεδόν κατά 8%, ενώ η μέση κατά κεφαλή δαπάνη – και αυτή είναι μια πολύ ανησυχητική εξέλιξη – μειώθηκε στα 471 ευρώ, από 541 ευρώ το 2015.
Με απλά λόγια και χωρίς πολλούς αριθμούς: οι τουρίστες αυξήθηκαν, αλλά τα έσοδα μειώθηκαν. Προφανώς, κάτι γινόταν λάθος. Την ίδια ώρα που χώρες, ανταγωνιστικές προς την Ελλάδα, όπως η Ισπανία και η Κύπρος, έχουν απογειώσει τα έσοδά τους. Και παρά το γεγονός ότι η γενικότερη διεθνής γεωπολιτική συγκυρία είναι εξαιρετικά ευνοϊκή για εμάς, καθώς πολλές ανταγωνιστικές γειτονικές χώρες, για γεωπολιτικούς λόγους, έχουν πρακτικά βγει από την τουριστική αγορά. Αλλά, δυστυχώς, η Κυβέρνηση αντιμετώπισε εξαρχής τον τουρισμό με ανικανότητα και προχειρότητα. Έδειξε αδιαφορία ως αποτέλεσμα της άγνοιάς της, όχι μόνο για τον τουρισμό, αλλά και συνολικά για το πώς δημιουργείς επενδύσεις, έσοδα, θέσεις απασχόλησης και ανάπτυξη.
Το Υπουργείο Τουρισμού πρακτικά έχασε τον συντονιστικό του ρόλο. Περιορίστηκε σε μια επιφανειακή διαχείριση της εικόνας με τρόπο συχνά ερασιτεχνικό και αποσπασματικό. Κατά τα λοιπά, και ως συνήθως, η Κυβέρνηση αναλώθηκε σε παραχάραξη της πρόσφατης ιστορίας και σε διαστρέβλωση της αλήθειας. Παρουσιάζοντας, για παράδειγμα, ως δικό της επίτευγμα την παραχώρηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων, μια κίνηση που αναμένεται να ενισχύσει πολύ σημαντικά τον ελληνικό τουρισμό. Αλλά ξεχνούν να πουν ότι το συγκεκριμένο έργο το δρομολόγησε η δική μας Κυβέρνηση και πολεμήθηκε λυσσαλέα από το ΣΥΡΙΖΑ, μέχρι που τελικά να το αγκαλιάσει, αλλά με 1,5 χρόνο καθυστέρηση.
Μιλούν για ποιοτικό τουρισμό και για την επιτυχία του στην προσέλκυση τουριστών υψηλού οικονομικού επιπέδου, την στιγμή που η κατά κεφαλή δαπάνη τουριστών έχει μειωθεί. Μιλούν για εύρυθμη λειτουργία της αγοράς την στιγμή που δεν επιλύεται κανένα, δυστυχώς, εκκρεμές ζήτημα.
Όλα αυτά, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έδρασε υπονομευτικά απέναντι σε κάθε επενδυτική προσπάθεια ή πρωτοβουλία στον τομέα του τουρισμού. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε, βέβαια, και τους τραγικούς χειρισμούς στο μεταναστευτικό, που υπονόμευσαν την τουριστική κίνηση στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Και φυσικά, όπως συνέβη με όλη την ελληνική οικονομία, ο τουρισμός υφίσταται και εκείνος τις συνέπειες της υπερφορολόγησης, η οποία, δυστυχώς, είναι μια μόνιμη στρατηγική επιλογή της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Αύξησε το Φ.Π.Α. στη διαμονή, από το 6,5%, στο 13%. Αύξησε το Φ.Π.Α. στην εστίαση, από το 13%, στο 24%. Αύξησε το Φ.Π.Α. στις μεταφορές, από το 13%, στο 24%. Αύξησε το φορολογικό συντελεστή για τις επιχειρήσεις, από το 26%, στο 29%. Κατήργησε τους μειωμένους συντελεστές Φ.Π.Α. στα νησιά. Επέβαλε φόρο διαμονής, που θα ισχύσει από το 2018 σε ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια.
Όλα τα παραπάνω έχουν καταστήσει ακριβότερο το τουριστικό μας προϊόν και έχουν μειώσει την ανταγωνιστικότητά του. Και μπορεί οι επιπτώσεις αυτές – λόγω της γενικότερης διεθνούς συγκυρίας – να μην έχουν φανεί ακόμα στο σύνολό τους, αλλά μακροπρόθεσμα, η λογική των φοροεπιβαρύνσεων θα ζημιώσει σημαντικά την τουριστική αγορά.
Για τη Νέα Δημοκρατία αυτό που επείγει είναι η κατάρτιση ενός στρατηγικού σχεδίου για την τουριστική ανάπτυξη. Ενός σχεδίου με μακροχρόνιο ορίζοντα. Με προτεραιότητα τη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας. Την προσέλκυση επενδύσεων. Τη δημιουργία έργων υποδομής που θα στηρίξουν τον τουρισμό ανά περιοχή. Τη σύζευξη τουρισμού και Πολιτισμού.
Στόχος μας είναι να αναδείξουμε και πάλι τον τουρισμό ως κινητήρα ανάπτυξης και ευημερίας, που θα σπρώξει μπροστά το σύνολο της ελληνικής οικονομίας. Όχι μόνο για τα 5 – 10 ισχυρά τουριστικά brands, αλλά και για τις λιγότερο αναπτυγμένες τουριστικά περιοχές της χώρας.
Στην κατεύθυνση αυτή έχουμε 5 σημαντικούς άξονες παρέμβασης:
Πρώτος άξονας: η προσέλκυση επενδύσεων
Όχι μόνο στον τουρισμό, αλλά σε κάθε τομέα οικονομικής δραστηριότητας, χρειαζόμαστε επενδύσεις. Οι επενδύσεις στη χώρα ως ποσοστό του Α.Ε.Π. βρίσκονται, αυτήν τη στιγμή, περίπου στο 10%. Πρέπει να φτάσουν στο 20%, εντός της επόμενης επταετίας. Αυτό σημαίνει περίπου 100 δις επενδύσεις στη χώρα για τα επόμενα επτά χρόνια. Και αυτό θα σήμαινε, βέβαια, για τον κλάδο του τουρισμού παραπάνω από 20 δις επενδύσεις για την επόμενη επταετία.
Αλλά αυτές οι επενδύσεις, κυρίες και κύριοι, δεν θα έρθουν από το πουθενά. Στον τουρισμό υπάρχουν μια σειρά από ώριμα επενδυτικά σχέδια που πρέπει επιτέλους να ξεκολλήσουν. Συντεχνιακές λογικές και ιδεοληπτικές αγκυλώσεις δεν μπορούν να στερούν από την οικονομία αναπτυξιακούς πόρους. Πολύ χρήσιμες θα είναι οι επενδύσεις που αφορούν, προφανώς, στην ξενοδοχειακή υποδομή της χώρας, καθώς και σε αυτόν τον τομέα έχει επέλθει στασιμότητα, την ώρα που οι προβλέψεις για επιπλέον ζήτηση είναι θετικές.
Συνεπώς, η ενίσχυση των επενδύσεων για την ποιοτική αναβάθμιση υφιστάμενων μονάδων – ή τη δημιουργία νέων – μπορεί να συμβάλλει άμεσα στην ενίσχυση του Α.Ε.Π. και τη στήριξη της απασχόλησης. Και αυτό αφορά, όχι μόνο στις μεγάλες μονάδες, αλλά και στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι αυτές είναι ο κορμός της ελληνικής οικονομίας και συμμετέχουν καθοριστικά στη διαμόρφωση της ταυτότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος. Και, βέβαια, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η επίλυση του προβλήματος των κόκκινων δανείων που αφορούν τις τουριστικές επιχειρήσεις, για να μπορέσουν να ξεκολλήσουν σημαντικά επενδυτικά σχέδια. Για να απελευθερωθούν κεφάλαια, να αναδιαρθρωθούν επιχειρήσεις, οι οποίες σήμερα μπορεί να μην είναι βιώσιμες υπό το βάρος των δανείων που κουβαλούν, αλλά μέσα από μια τολμηρή αναδιάρθρωση και με συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων, μπορούν να επιστρέψουν σε λειτουργική ερδοφορία.
Τα κίνητρα για επενδύσεις και οι ενισχύσεις είναι απαραίτητα για να αντισταθμίσουν τα φορολογικά αντικίνητρα και φυσικά το υψηλότερο χρηματοοικονομικό κόστος που αντιμετωπίζουν οι επενδυτές στην Ελλάδα. Σε αυτήν την κατεύθυνση θα πρέπει να διασφαλισθεί η ορθολογικότερη διαχείριση όλων των κονδυλίων και των εργαλείων που διαθέτει το Κράτος για τη στήριξη των επενδυτικών σχεδίων. Δηλαδή, το ΕΣΠΑ, Αναπτυξιακός νόμος, ΕΤΕΑΝ, και φυσικά το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων, που σήμερα ακόμα αποτελεί μία μεγάλη ανεκμετάλλευτη ευκαιρία για τον τουρισμό).
Καθοριστικός θα είναι ο ρόλος, φυσικά, και των δημοσίων επενδύσεων. Χωρίς έργα υποδομής, τουριστική ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει. Με την παραχώρηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων έγινε ένα σημαντικό βήμα ενίσχυσης των υποδομών μας και ελπίζουμε σύντομα να μπορέσει να προχωρήσει η παραχώρηση και των υπόλοιπων μικρών αεροδρομίων.
Ως Νέα Δημοκρατία στηρίζουμε την επέκταση της σύμβασης παραχώρησης του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος», η οποία θα πρέπει να έχει ως στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς του.
Όπως και την ολοκλήρωση του αεροδρομίου στο Καστέλι της Κρήτης, αλλά και την κατασκευή του Βορείου Οδικού Άξονα με τη λογική των πληρωμών διαθεσιμότητας (availability payments). Μεγάλο κενό που έχουμε σήμερα σε έργα υποδομής, δυστυχώς, βρίσκεται στην Κρήτη. Και αν τα έργα δεν προχωρήσουν, η Κρήτη δεν θα μπορέσει ποτέ να εκμεταλλευτεί πλήρως τη δυναμική την οποία έχει.
Τα τοπικά οδικά δίκτυα και κυρίως εκείνα, της Βορείου Ελλάδας, που δέχονται το φόρτο του οδικού τουρισμού, πρέπει και αυτά να αναβαθμιστούν. Όπως, φυσικά, πρέπει να αναβαθμιστούν και τα τελωνεία μας, κάτι το οποίο μπορεί να γίνει μέσα από τη σύμπραξη δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Το έκανε η Τουρκία. Δεν βλέπω κανένα λόγο γιατί δεν μπορούμε να το κάνουμε και εμείς. Λειτουργική αναβάθμιση απαιτούν τα λιμάνια και οι μαρίνες της χώρας, προκειμένου να διεκδικήσουμε μεγαλύτερα μερίδια στην αγορά θαλάσσιου τουρισμού, συμπεριλαμβανομένης και της κρουαζιέρας.
Είναι απολύτως αυτονόητο ότι, λόγω της οικονομικής κατάστασης στην οποία έχει βρεθεί η χώρα, αυτές οι επενδύσεις πρέπει να γίνουν μέσα από συμβάσεις παραχώρησης σε ιδιώτες, ώστε να βρεθούν τα αναγκαία κεφάλαια για την υλοποίησή τους. Και μάλιστα με μακροχρόνιες περιόδους παραχώρησης, τις οποίες σε αυτήν τη συγκυρία, δεν πρέπει να τις φοβόμαστε.
Δεύτερος άξονας: φορολογική πολιτική
Οι φορολογικοί συντελεστές, που εκτοξεύτηκαν τα τελευταία δύο χρόνια, πρέπει να επιστρέψουν, το ταχύτερο δυνατό, σε ανταγωνιστικά επίπεδα. Η νομοθετημένη επιβολή του φόρου διαμονής στα τουριστικά καταλύματα από 1.1.2018 αποτελεί έναν παράλογο φόρο. Και πρόκειται για ένα φόρο, ο οποίος πλήττει κυρίως τις μικρές επιχειρήσεις και λειτουργεί ως σημαντικό αντικίνητρο για την επέκταση της τουριστικής περιόδου.
Εμείς δεσμευόμαστε για την κατάργησή του. Όπως δεσμευόμαστε και για την σταδιακή αποκλιμάκωση του Φ.Π.Α. στη διαμονή και στην εστίαση, όταν το επιτρέψουν οι δημοσιονομικές συνθήκες. Θυμίζω ότι εμείς πετύχαμε τη μείωση του Φ.Π.Α. στην εστίαση το 2014, όταν εκμεταλλευτήκαμε το πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο δημιουργήθηκε τότε, προς όφελος, τελικά, της επιχειρηματικότητας και συνολικά της κοινωνίας. Θυμίζω, επίσης, ότι αποτελεί κεντρική μας δέσμευση η μείωση του φόρου για όλες τις επιχειρήσεις από το 29% στο 20% μέσα σε δύο χρόνια και η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% πάλι εντός μίας διετίας.
Και βέβαια, η καθυστέρηση της Κυβέρνησης να θεσμοθετήσει ένα σύγχρονο πλαίσιο για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, στερεί από το ελληνικό Δημόσιο σήμερα πολύτιμα έσοδα. Ο ελληνικός τουρισμός πρέπει να αγκαλιάσει τις βραχυχρόνιες μισθώσεις ως μία παγκόσμια τάση με αλματώδη αύξηση, που μπορεί να φέρει επιπλέον έσοδα και στον κλάδο του τουρισμού, αλλά και συνολικά στην ελληνική οικονομία. Αλλά και η ελληνική Πολιτεία οφείλει να αντιμετωπίσει τις βραχυχρόνιες μισθώσεις κατ’ αντιστοιχία της ρυθμισμένης αγοράς καταλυμάτων, για λόγους ισονομίας.
Τρίτος άξονας παρέμβασης: χωροταξικός σχεδιασμός
Η απαράμιλλη φυσική ομορφιά της χώρας αποτελεί το κορυφαίο μας συγκριτικό πλεονέκτημα. Ως εκ τούτου, η αειφόρος, η διατηρήσιμη ανάπτυξη είναι ζητούμενο και για τον τουρισμό. Εξάλλου, και το παγκόσμιο τουριστικό προϊόν ακριβώς προς τα εκεί κατευθύνεται. Η χωροταξική ανάπτυξη πρέπει να γίνει χωρίς εκπτώσεις στις αρχές της αειφορίας και με τήρηση των όρων και των περιορισμών της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.
Η χώρα μας σήμερα χρειάζεται επειγόντως ένα νέο χωροταξικό σχέδιο, ώστε να ενθαρρυνθούν οι επενδύσεις και να μπορέσει ο τουρισμός να αναπτυχθεί σε ένα πλαίσιο αειφορίας και ασφάλειας δικαίου. Αυτό που συμβαίνει σήμερα, αγαπητέ Πρόεδρε, είναι πρωτοφανές. Να έχει δημιουργηθεί ένα τέτοιο ασυγχώρητο νομικό κενό το οποίο αυτή τη στιγμή δρα αποθαρρυντικά για οποιαδήποτε επένδυση. Δεν είναι δυνατόν σημαντικά επενδυτικά σχέδια σήμερα να είναι έωλα και ευάλωτα σε οποιαδήποτε προσφυγή στο ΣτΕ, ακριβώς επειδή δεν υπάρχει οργανωμένος χωροταξικός σχεδιασμός για τον τουρισμό. Βεβαίως, και χρειάζονται συγκεκριμένες χρήσεις γης και σαφείς θεσμικές προϋποθέσεις, που θα διασφαλίζουν στον επενδυτή την απρόσκοπτη πορεία της επένδυσής του.
Θα πρέπει, επίσης, να εκμεταλλευτούμε το μοναδικό συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας, που είναι η μεγαλύτερη και ωραιότερη ακτογραμμή στην Ευρώπη. Ασφαλώς, και θέλω να το ξεκαθαρίσω αυτό: Η Ελλάδα δεν χρειάζεται και δεν πρέπει να ακολουθήσει το μοντέλο ανάπτυξης άλλων χωρών της Μεσογείου, το οποίο έχει οδηγήσει στην αισθητική, αλλά και στην περιβαλλοντική υποβάθμιση της ακτογραμμής τους.
Στο πλαίσιο αυτό, όμως, δεν θα πρέπει να επιβάλλονται ισοπεδωτικοί, οριζόντιοι περιορισμοί σε θέματα, όπως η απόσταση από τη γραμμή του αιγιαλού με την άκριτη εφαρμογή ρυθμίσεων που έχουν υιοθετηθεί σε ένα τελείως άλλο πλαίσιο, όπως η Σύμβαση της Βαρκελώνης, χωρίς να γίνει μία προσαρμογή στην ελληνική πραγματικότητα των πολλών μικρών νησιών και των 15.500 χιλιομέτρων ακτογραμμής. Είναι παράλογο να εφαρμοσθούν στις νησιωτικές και άλλες παράκτιες περιοχές της χώρας οριζόντια, αποστάσεις 100 μέτρων από τον αιγιαλό. Η απόσταση από τη γραμμή αιγιαλού θα πρέπει να αντιμετωπίζεται κατά περίπτωση και ανάλογα πάντα με τις τοπικές συνθήκες.
Τέταρτος άξονας, δημιουργία χαρτοφυλακίου προϊόντων με προστιθέμενη αξία
Ο ήλιος και η θάλασσα είναι ασφαλώς το μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα του τουρισμού μας. Πρέπει, όμως, να ενισχυθούν όλα τα προϊόντα που θα δώσουν στον τουρισμό μας μεγάλη προστιθέμενη αξία. Ο πολιτιστικός τουρισμός αποτελεί την μεγαλύτερη ευκαιρία για τη χώρα. Θα πω γι’ αυτό κάποια πράγματα στη συνέχεια.
Σημαντική ώθηση μπορεί να δώσει και ο συνεδριακός τουρισμός, προϊόν με τη μεγαλύτερη κατά κεφαλή δαπάνη και δαπάνες παράπλευρων δραστηριοτήτων, που αντιμετωπίζει τόσο ζητήματα υποδομών όσο και λειτουργίας των προορισμών, που φιλοξενούν τα συνέδρια. Ιδιαίτερο βάρος πρέπει να δώσουμε, φυσικά, και στον τουρισμό πόλεων, κάτι το οποίο πρέπει να αναδείξει πρωτίστως την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, αλλά και άλλες πόλεις, λιγότερο γνωστές οι οποίες μπορούν να προωθηθούν με τη λογική των city breaks.
Και βέβαια, σημασία προφανή, έχει η στήριξη του θαλάσσιου τουρισμού. Και προφανώς, η στήριξη της κρουαζιέρας, δεδομένου πως η αγορά της νοτιοανατολικής Μεσογείου έχει πληγεί λόγω γεωπολιτικών ζητημάτων συνδεδεμένων με την ασφάλεια, η Ελλάδα έχει μία μοναδική ευκαιρία να επαναπροσδιορίσει τη θέση της στην ευρύτερη περιοχή και να αποκτήσει ένα πρωταγωνιστικό ρόλο. Αλλά για να γίνει αυτό, χρειαζόμαστε επενδύσεις στα 6 βασικά λιμάνια της χώρας. Και αυτές οι επενδύσεις δεν μπορεί να γίνουν, χωρίς τη συμμετοχή σημαντικών επενδυτικών κεφαλαίων.
Μικρότερα σε μέγεθος προϊόντα, αλλά με πολύ μεγάλη σημασία, λόγω της γεωγραφικής κατανομής, έχουν ο ιαματικός τουρισμός και ο ορεινός τουρισμός. Μπορούν να επιτρέψουν σε επισκέπτες να γνωρίσουν την αθέατη, σε πολλούς, αλλά εξαιρετικά όμορφη πλευρά της Ελλάδας.
Και φυσικά, ένας τομέας ο οποίος για εμένα έχει, πάρα πολύ σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης, είναι η τουριστική κατοικία. Μια αγορά που αναφέρεται, μεταξύ άλλων, σε πολίτες τρίτης ηλικίας, κατά κανόνα με υψηλή καταναλωτική δύναμη, που ενδιαφέρονται για τα αξιοθέατα, αλλά και για τον τρόπο ζωής στη χώρα μας και έχουν τη δυνατότητα να περάσουν σημαντικά χρονικά διαστήματα στην Ελλάδα.
Στην κατεύθυνση αυτή, η πιο έντονη προβολή διεθνώς του πλαισίου χορήγησης άδειας παραμονής, των λεγόμενων golden permits και η βελτίωση, φυσικά, του χρόνου που απαιτείται από τη διοίκηση για να παρθούν οι σχετικές αποφάσεις, θα μπορούσαν να συμβάλουν αποφασιστικά στην ανάπτυξη της συγκεκριμένης αγοράς. Και βέβαια, θα πρέπει να εξετάσουμε, με πολύ μεγάλη προσοχή, αυτό το οποίο έκαναν ανταγωνιστικές χώρες με την Ελλάδα, που προσέφεραν μέχρι και τη δυνατότητα απόκτησης υπηκοότητας, συνδέοντάς την με πολύ σημαντικές επενδύσεις στη χώρα.
Στην ίδια λογική εντάσσονται και διακρατικές συμφωνίες, που θα επιλύσουν μία σειρά από φορολογικά ζητήματα που προκύπτουν για όσους αλλοδαπούς περνούν στη χώρα μας χρονικά διαστήματα μεγαλύτερα των 6 μηνών.
Πέμπτος άξονας: Προβολή – προώθηση τουριστικού προϊόντος
Όλα τα παραπάνω αφορούν τη διαμόρφωση της προσφοράς ενός ποιοτικού και ανταγωνιστικού ελληνικού προϊόντος. Η αποτελεσματική προβολή, όμως, αγαπητέ Πρόεδρε, τελικά αυτή είναι που διαμορφώνει τη ζήτηση. Η εξασφάλιση πόρων για την προβολή, πρέπει να αντιμετωπίζεται και από την ελληνική πολιτεία, ως μία μακροχρόνια πένδυση, η οποία – όταν γίνεται συστηματικά – μπορεί να επιστρέψει πολλαπλά οφέλη.
H ενίσχυση συνολικά του brand name της χώρας, αλλά και των προορισμών με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και πλεονεκτήματα του καθενός, καθώς και η αποτελεσματική προώθηση και προβολή των εμπειριών που προσφέρει η χώρα στο σύνολό της, είναι καθοριστικό συστατικό κάθε στρατηγικής τουρισμού.
O E.O.T., έχει μία μεγάλη εμπειρία στο ζήτημα αυτό. Πρέπει, όμως, να αλλάξει, αγαπητέ Πρόεδρε, σημαντικά. Και η στενή συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, μέσω, ενδεχομένως, ενός νέου σχήματος σύμπραξης Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα, αποκλειστικά για την προβολή της χώρας, δεν μπορεί, για εμένα, παρά να είναι αυτονόητη.
Κυρίες και κύριοι,
Όλοι οι παραπάνω άξονες θα εξειδικευτούν περαιτέρω το επόμενο διάστημα, όταν θα παρουσιάσουμε πιο αναλυτικά το σχέδιό μας για τον τουρισμό. Στη διαμόρφωσή του, έχουμε ήδη λάβει υπόψη πολλές από τις προτάσεις σας, τις επισημάνσεις σας, αλλά κυρίως την πρακτική σας εμπειρία. Θα ήθελα πριν κλείσω να σταθώ λίγο σε δύο ακόμα σημεία:
Το πρώτο είναι, η σημασία του ανθρώπινου παράγοντα. Και δεν εννοώ μόνο τη ζεστασιά, το χαμόγελο, την φιλική ατμόσφαιρα, όλα αυτά τα χαρακτηριστικά τα οποία είναι απαραίτητα για να δημιουργήσει κανείς ένα ιδανικό περιβάλλον διακοπών. Είναι το σημαντικότερο όλων, αλλά δεν πρέπει να αρκεστούμε σε αυτό.
Χρειαζόμαστε, επιτέλους, μία υψηλού επιπέδου εκπαίδευση και κατάρτιση των ανθρώπων και των στελεχών του τουρισμού σε όλα τα επίπεδα. Όπως χρειάζεται και δια βίου επιμόρφωση για τους επαγγελματίες του χώρου, που πρέπει και αυτοί να εξελίσσονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις της νέας εποχής. Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί, πριν από 10 χρόνια ότι, στην ουσία, όλο το κομμάτι της προβολής του τουρισμού θα γίνεται μέσα από το διαδίκτυο. Τόσο γρήγορα τρέχουν τα πράγματα και πρέπει και η Πολιτεία, αλλά και οι φορείς του τουρισμού να προσαρμόζονται με ταχύτητα στις εξελίξεις.
Το δεύτερο ζήτημα το οποίο θα ήθελα να θίξω, πριν κλείσω – είναι κάτι το οποίο πιστεύω βαθιά – είναι η ανάγκη ακόμα μεγαλύτερης σύζευξης του τουρισμού με τον Πολιτισμό. Ο Πολιτισμός και η ιστορία μας προσδίδουν στη χώρα μας μοναδικά συγκριτικά πλεονεκτήματα. Πρέπει και αυτά με τον τρόπο τους να γίνουν αναπτυξιακό όχημα. Από τις σχετικές μελέτες που έχω δει, προκύπτει πως η ανάπτυξη του πολιτιστικού τουρισμού αποτελεί σήμερα μία από τις μεγαλύτερες ευκαιρίες για τη χώρα, καθώς έχει τη δυνατότητα να φέρει σημαντικά έσοδα. Και μάλιστα διαχέοντας το εισόδημα σε όλη την Eπικράτεια. Μπορεί να προσελκύσει τουρίστες υψηλής μέσης δαπάνης και το σημαντικότερο, να αμβλύνει την εποχικότητα της τουριστικής περιόδου, έλκοντας τουρίστες από αγορές που ταξιδεύουν όλο το χρόνο. Θα πρέπει όμως να γίνουν και από πλευράς πολιτείας σημαντικές ενισχυτικές ενέργειες. Τα μνημεία, οι αρχαιολογικοί χώροι, τα μουσεία, θα πρέπει να αποκτήσουν μια νέα δυναμική στην προστασία, στην προβολή και στην ανάδειξή τους.
Η καθιέρωση ηλεκτρονικού εισιτηρίου, η δυνατότητα ηλεκτρονικής κράτησης, το ωράριο λειτουργίας των αρχαιολογικών χώρων, η λειτουργία των πωλητηρίων, όλα αυτά, θα πρέπει να προσεγγιστούν μέσα από νέες αντιλήψεις. Το ίδιο ισχύει και για τη φύλαξη, την καθαριότητα και την προβολή των αρχαιολογικών χώρων των μνημείων και μουσείων. Ούτε εκεί πρέπει να φοβηθούμε τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα. Δεν αφορούν μόνο τα βασικά έργα υποδομής, αλλά αφορούν και υπηρεσίες, τις οποίες ο ιδιωτικός τομέας, σε συνεργασία με το Δημόσιο, μπορεί να προσφέρει καλύτερα, αποτελεσματικότερα και φθηνότερα.
Κυρίες και κύριοι,
Κλείνω με την εξής παρατήρηση: Η ανάπτυξη του τουρισμού αποτέλεσε διαχρονικά για τη χώρα, ένα μεγάλο όραμα. Πρώτα ο Ελευθέριος Βενιζέλος και, στη συνέχεια, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, μετά από τους δύο μεγάλους πολέμους, προσέβλεπαν στον τουρισμό ως όχημα για την ανάπτυξη, αλλά και την εξωστρέφεια της χώρας. Η Ελλάδα δεν μπορεί να περιμένει πότε θα ξεπεράσουν οι σημερινοί κυβερνώντες το σύμπλεγμα ανικανότητας και ιδεοληψίας στο οποίο έχουν εγκλωβίσει τη χώρα. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα μεγάλο άλμα μπροστά παντού και, βέβαια, κυρίως στον τομέα του τουρισμού.
Με νέες επενδύσεις, νέο χωροταξικό σχεδιασμό, χαμηλότερους φόρους, ελκυστικό χαρτοφυλάκιο προϊόντων, αποτελεσματική και σύγχρονη προβολή και προώθηση. Και κυρίως: Με καλή συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, τους ανθρώπους τους τουρισμού, που εκπροσωπούνται σήμερα εδώ, τους ανθρώπους που γνωρίζουν πολύ καλά πως να δημιουργούν και πως να προσφέρουν στη χώρα μας. Η ανάπτυξη του τουριστικού τομέα είναι κατά κύριο λόγο δική σας επιτυχία. Και έτσι πρέπει να είναι.
Και, βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε, αγαπητέ Πρόεδρε, ότι βρισκόμαστε σε μια ευνοϊκή γεωπολιτική συγκυρία για τον τουρισμό μας. Αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει από τη μία στιγμή στην άλλη. Κατά συνέπεια δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Αυτό το μεγάλο άλμα δεσμεύομαι ότι θα το κάνουμε μαζί, μετά την επερχόμενη πολιτική αλλαγή. Μπορούμε να δημιουργήσουμε συνθήκες σταθερής, μακροχρόνιας ανάπτυξης για τον ελληνικό τουρισμό, αλλά και για την ελληνική οικονομία στο σύνολό της.
Στην προσπάθεια αυτή, σας θέλω δίπλα μου, όπως θα είμαι και εγώ, αγαπητέ Πρόεδρε, δίπλα σας. Σας ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση που μου απευθύνατε και εύχομαι στη νέα διοίκηση, η νέα Γενιά η οποία θα εκπροσωπηθεί, καθώς φαίνεται, από τις εκλογές που θα έχετε, κάθε επιτυχία στο έργο της».