- Προσέφυγαν ενώπιον του Πρωτοδικείου Ρόδου
Χρηματική αποζημίωση συνολικού ύψους 118.993,80 ευρώ διεκδικούν από τράπεζα και δύο επενδυτικές θυγατρικές της εταιρείες, τρεις κάτοικοι της Ιαλυσού, με αγωγή που υπέβαλαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, με τις διατάξεις περί αδικοπραξίας.
Ενάγοντες είναι συγκεκριμένα μια χήρα ξενοδόχου και τα δύο της παιδιά. Η ξενοδοχειακή εταιρεία είχε αποφέρει σημαντικά έσοδα στην οικογένεια η οποία εξυπηρετείτο από την δεκαετία του 1990 από το κεντρικό υποκατάστημα της τράπεζας.
Όπως διατείνονται περί το μήνα Δεκέμβριο του 2007 επισκέφθηκε την οικία τους μια private banker, εκπρόσωπος της τράπεζας και τους ενημέρωσε για τη δυνατότητα αυξήσεως των καταθέσεών τους.
Ενημέρωσε, όπως υποστηρίζουν, τον πατέρα τους ότι μπορούσαν να αγοράσουν ομόλογα τα οποία είχαν καλύτερες αποδόσεις από προθεσμιακές καταθέσεις.
Φέρεται μάλιστα να τους διαβεβαίωσε ότι τα χρήματά τους δεν θα κινδυνεύσουν και ότι το κεφάλαιο ήταν εξασφαλισμένο σε κάθε περίπτωση.
Υπέγραψαν την από 18-01-2008 βασική σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών. Σύμφωνα με τη σύμβαση αυτή, οι εταιρείες (της τράπεζας) ανελάμβαναν έναντι της οριζόμενης στις πρόσθετες πράξεις αμοιβής τους την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών, και στην πορεία τους υπόδειξαν διάφορα προϊόντα για να τοποθετήσουν τα χρήματά τους.
Όπως εκθέτουν αγόρασαν κατόπιν προτροπής της ομολογιακούς τίτλους εκδόσεως της CYPRUS POPULAR BANK αξίας 100.000 ευρώ.
Περαιτέρω αγόρασαν, τίτλους της εκδόσεως ASPIS FINANCE PLC ονομαστικής αξίας 11.000 ευρώ.
Το Μάρτιο του 2013 έγινε ευρέως γνωστή η κρίση του κυπριακού χρηματοπιστωτικού συστήματος και η Κυπριακή Δημοκρατία προώθησε μέσω του νόμου της 29ης Μαρτίου 2013 νόμο για τις διαδικασίες εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης του τραπεζικού της συστήματος, με αποτέλεσμα τα τραπεζικά της ιδρύματα να τεθούν σε διαδικασίες εκκαθάρισης.
Η κυπριακή τράπεζα σταμάτησε να πληρώνει τα τοκομερίδια, παράλειψη που συνιστά πιστωτικό γεγονός. Έτσι οι ανωτέρω τίτλοι έχουν απωλέσει την αξία τους και το κεφάλαιό τους έχει απωλεσθεί.
Κατά τα τέλη του έτους 2009 η δεύτερη των εναγόντων είχε ανάγκη από ένα μεγάλο χρηματικό ποσό για να καλύψει διάφορες καταναλωτικές της ανάγκες. Απευθύνθηκαν στο τοπικό υποκατάστημα της τράπεζας για να αποσύρουν το ποσό των 50.000 ευρώ.
Τότε η υπάλληλος τους πρότεινε, να συνάψει σύμβαση δανείου και τα ομόλογα που είχαν στην κατοχή τους θα δίδονταν ως εξασφάλιση στο εν λόγω δάνειο.
Οι δόσεις θα ήταν πολύ χαμηλές θα πληρώνονταν από τους τόκους των ομολόγων.
Κατόπιν, της απώλειας της αξίας των επίδικων ομολόγων, η εξυπηρέτηση του δανείου άρχισε να γίνεται όλο και πιο δυσχερής.
Έτσι η τράπεζα άρχισε να τους οχλεί συνεχώς για την καταβολή των δόσεων. Πέραν αυτού, με την από Σεπτεμβρίου 2014 επιστολή της τους ενημέρωσε ότι θα επιβάλει μονομερώς ως ημερομηνία λήξης της σύμβασης ανοικτής πίστωσης.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Δήμος Μουτάφης.