Είχε θέσει την υπογραφή
του αποθανόντος συζύγου της
Αθώα, ελλείψει δόλου, κρίθηκε χθες από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Ρόδου, μια ηλικιωμένη, κάτοικος Ρόδου, που πλαστογράφησε την υπογραφή του εκλιπόντος συζύγου της, σε χειρόγραφη διαθήκη του, προκειμένου να πετύχει τη δημοσίευσή της και αφού το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου είχε απορρίψει αίτησή της, γιατί η διαθήκη ήταν ανυπόγραφη!
Η ηλικιωμένη κατηγορήθηκε συγκεκριμένα για το ό,τι στις 02.07.2010 και μετά από τη συζήτησή της από 26.5.2010 αίτησης της ίδιας και τριών συγγενών της με την οποία ζήτησαν τη δημοσίευση της από 28.1.2007 ιδιόγραφης διαθήκης του διαθέτη και συζύγου της και ενώ κατά τη συζήτηση της υποθέσεως την 01.7.2010 δίαπιστώθηκε η μη ύπαρξη της υπογραφής του διαθέτη επί της ανωτέρω ιδιόγραφης διαθήκης, έθεσε κατ’ απομίμηση στο τέλος του κειμένου της διαθήκης την υπογραφή του διαθέτη (ο οποίος είχε αποβιώσει στις 25.7.2008) προκειμένου να πεισθεί η δικαστής, στην οποία είχε χρεωθεί η υπόθεση ότι η διαθήκη ήταν γνήσια και έφερε ιδιόγραφη υπογραφή του διαθέτη, να κηρυχθεί κύρια και να δημοσιευθεί.
Η πράξη της δεν ολοκληρώθηκε όχι από δική της βούληση αλλά διότι η δικαστής εξέδωσε την με αριθμό 649/2010 οριστική απόφαση με την οποία απέρριψε την προαναφερόμενη αίτηση, έχοντας διαπιστώσει ότι η υπογραφή του διαθέτη δεν είχε τεθεί από τον ίδιο αλλά από 3ο πρόσωπο και μάλιστα μετά το θάνατό του.
Ο συνήγορος υπεράσπισης της κ. Στέλιος Κιουρτζής, ανέπτυξε χθες στο δικαστήριο ότι η πλαστή υπογραφή τέθηκε από τη σύζυγό του διαθέτη καθ΄ υπόδειξη της γραμματέως του τότε πληρεξούσιου δικηγόρου της και αφού η ίδια ενημερώθηκε για την απουσία υπογραφής στην επίδικη διαθήκη από τη γραμματέα του Πρωτοδικείου Ρόδου.
Η κατηγορούμενη έθεσε την υπογραφή της στο τέλος της διαθήκης θεωρώντας ότι πρόκειται για τυπική παράλειψη, η δε γραμματέας του τότε δικηγόρου της, την παρότρυνε να θέσει την υπογραφή της, θεωρώντας ότι πρόκειται για υπογραφή ανυπόγραφου δικογράφου, όπως είχε κάνει άλλες φορές σε αιτήσεις και λοιπά δικόγραφα μη αντιλαμβανόμενη την έννομη συνέπεια της πράξης της, αφού η ίδια δεν είναι νομικός.
Στη συνέχεια η διαθήκη τέθηκε πάλι στη σχετική δικογραφία.
Τόνισε εξάλλου ότι ουδεμία έννομη συνέπεια μπορούσε να παραχθεί από τη συγκεκριμένη ενέργεια, καθότι είχε ήδη διαπιστωθεί η έλλειψη της υπογραφής συνταχθέντων και των σχετικών πρακτικών κατά τη δίκη της 01-7-2010.
Επεσήμανε επίσης ότι ουδείς είχε πρόθεση να νοθεύσει την επίδικη διαθήκη, η δε υπογραφή στη θέση που θα έπρεπε να είχε υπογράψει ο διαθέτης δεν μπορούσε να παράγει έννομες συνέπειες, καθότι η απουσία υπογραφής είχε ήδη διαπιστωθεί από το δικαστήριο.
Συνακόλουθα, με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά κρίθηκε αθώα πλαστογραφίας και απόπειρας απάτης επί Δικαστηρίω.