«Δεκατρία χρόνια μετά την πρεμιέρα του Αθήνα 2004 -ήταν 13 Αυγούστου- δεν είμαστε σε θέση να υπολογίσουμε πόσο μας κόστισαν. Ναι, δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες οδήγησαν μαθηματικά τη χώρα στη χρεοκοπία πέντε χρόνια αργότερα. Αλλά μόνο μια συνειδητή εθνική τύφλωση μπορεί να μας κάνει να μην συνδέουμε καθόλου τα δύο γεγονότα: Διοργάνωση Ολυμπιακών Αγώνων (άρα και μεγάλες -αν όχι υπέρμετρες- δαπάνες με δανεικά) και χρεοκοπία λίγα χρόνια μετά, όταν σταμάτησαν τα δανεικά.
(…) Αλλά το αληθινό κόστος των Αγώνων δεν μετριέται σε χρήματα. Ηταν ο μεγαλοϊδεατισμός που μας αφόπλισε ως λαό όταν χρειάστηκε να ριχτούμε στην κανονική μάχη. Αυτός ο μεγαλοϊδεατισμός που καλλιεργήθηκε από πολιτικούς και μέσα ενημέρωσης είναι ο καταλυτικός παράγοντας, το νήμα που συνδέει κάθε εποχή.
(…) Πριν από τους Αγώνες κανείς πολιτικός δεν τόλμησε να μιλήσει για την απουσία σκοπιμότητας, να προειδοποιήσει για τους κινδύνους ή έστω να καταδείξει την ανάγκη σχεδιασμού της επόμενης ημέρας. Ακόμα και αν υπήρξαν κάποιες φωνές ανησυχούντων, αυτές είτε φιμώθηκαν άγαρμπα είτε περιθωριοποιήθηκαν ως προδοτικές της εθνικής προσπάθειας. Στην καλύτερη οι σκεπτικοί ήταν γκρινιάρηδες που δεν αντιλαμβάνονται την ευκαιρία. Ολοι οι υπόλοιποι είχαν αφεθεί να τσιμπήσουν στο παράδειγμα της Βαρκελώνης, του Σίδνεϊ και της Σεούλ που όμως ήταν πόλεις που ήξεραν τι θέλουν να κάνουν .
Μετά τους Αγώνες κανείς πολιτικός δεν είχε το σθένος να πει «ως εδώ» στον περιούσιο λαό που πια βαυκαλιζόταν και ότι είχε διοργανώσει τους καλύτερους της Ιστορίας επειδή ο Ζακ Ρογκ είχε πει «ευχαριστώ» και επειδή το CNN είχε ζητήσει «syggnomi». Να πει στον ελληνικό λαό ότι το πάρτι τελείωσε και τώρα είναι η ώρα για συμμάζεμα. Να πει στον λαό ότι αφού τους κάναμε που τους κάναμε τους Ολυμπιακούς πρέπει τώρα με σύνεση να εκμεταλλευτούμε τις ευκαιρίες που αυτοί κατά κανόνα προσφέρουν.
Σύνεση και μεγαλοϊδεατισμοί άλλωστε είναι έννοιες ασύμβατες. Ο ελληνικός λαός είχε μεταξελιχθεί σε εθνικοπατριώτες χούλιγκαν που ούρλιαζαν «Κεντέρης-Κεντέρης» αμαυρώνοντας έναν αγώνα κλασικού αθλητισμού και σε χειροκροτητές του κραυγαλέα ρατσιστικού συνθήματος της Φανούλας Χαλκιά «οι Ελληνες είμαστε γεννημένοι πρώτοι». Πώς θα έλεγες σε όλους αυτούς ότι όλα αυτά ήταν αν όχι επικίνδυνα, σίγουρα μπούρδες;
Η εθνομπουρδολογία γεννήθηκε πριν από τους Αγώνες. Αλλά γιγαντώθηκε κατά την προετοιμασία και διεξαγωγή τους και δυστυχώς δεν υπήρχε πολιτικό δυναμικό στη χώρα να την περιορίσει μετά. Αντιθέτως συνέχισε να την καλλιεργεί με παροχές, φιέστες της Γιουροβίζιζον και θεωρίες συνωμοσίας.
Οταν πια ήρθε η κρίση, ο ελληνικός λαός που είχε διοργανώσει Ολυμπιακούς Αγώνες δεν ήταν ώριμος να αντιληφθεί τι του συνέβη. Το μόνο που μπορούσε να σκεφτεί ήταν ότι φταίνε οι ξένοι και μετά να καβαλήσει μια μηχανή και να πέσει σε λάδια. (Αποσπάσματα τα άρθρο του Πάνου Παπαδόπουλου στο protagon.gr)