Ρεπορτάζ

Δεύτερη αίτηση για την αναίρεση καταδικαστικής απόφασης για ηθική αυτουργία σε υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης

Για την 14η Νοεμβρίου 2023 προσδιορίστηκε από τον Αρειο Πάγο η εκδίκαση ενώπιον του ΣΤ’ Ποινικού Τμήματος της αναιρέσεως που άσκησε για την ακύρωση της υπ’ αριθμ. 95/2023 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου ένας 63χρονος κάτοικος της Θεσσαλονίκης που έχει καταδικαστεί τελεσιδίκως σε ποινή φυλάκισης 12 μηνών με τριετή αναστολή για ηθική αυτουργία σε υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης.
Με την υπ’ αριθμ. 433/2023 απόφαση του ίδιου τμήματος του Αρείου Πάγου είχε αναιρεθεί εξάλλου η υπ’ αριθμ. 149/2022 καταδικαστική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου εις βάρος του ίδιου κατηγορούμενου, που επιδιώκει πλέον να δικαιωθεί εκ νέου από το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο.
Το ιστορικό της υπόθεσης φέρεται να έχει ως εξής:
Το έτος 2003 η εταιρία με την επωνυμία «AXBRIDGE SHIPPING LIMITED», της οποίας ένας ελληνικής καταγωγής και κάτοικος Μ. Βρετανίας είναι ο μοναδικός μέτοχος αγόρασε έναντι ποσού 1.200.000 δολαρίων ΗΠΑ το σκάφος αναψυχής «CALLISTO LONDON», που μετονομάστηκε σε «POLLUX» και στη συνέχεια σε «ΜΑΡΕΛ», το οποίο νηολογήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο, στο νηολόγιο του Κάρντιφ της Μ. Βρετανίας και από το έτος 2003 βρισκόταν στην Ελλάδα.
Το 2007 γνώρισε τον κατηγορούμενο και τον προσέλαβε να εργαστεί ως καπετάνιος του σκάφους έναντι αμοιβής 2.000 ευρώ για τους θερινούς μήνες και 500 ευρώ για τους χειμερινούς μήνες κατά τους οποίους το σκάφος παρέμενε ακίνητο και ο κατηγορούμενος ασκούσε απλή επίβλεψη και προέβαινε σε εργασίες συντήρησης εάν παρίστατο ανάγκη.
Κατά τους θερινούς μήνες τα καθήκοντά του ήταν να κυβερνά το σκάφος κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών του ιδιοκτήτη όταν ερχόταν στην Ελλάδα, και να τηρεί τα αναγκαία έγγραφα και διατυπώσεις για το σκάφος, ώστε αυτό να είναι αξιόπλοο.
Με το από 10-06-2013 πληρεξούσιο ο ιδιοκτήτης, ενεργώντας με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου και αποκλειστικού αντιπροσώπου της εταιρίας «AXBRIDGE SHIPPING LIMITED», παρείχε την εξουσιοδότηση στον κατηγορούμενο και καπετάνιο του σκάφους να προβεί στο κλείσιμο της προαναφερόμενης εταιρίας ενώπιον κάθε αρμόδιας αρχής και να προβεί στο άνοιγμα μιας νέας εταιρίας, στην οποία θα μετέφερε το σκάφος, καθώς και να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια για να εξυπηρετούνται οι παραπάνω εντολές σε οποιοδήποτε σχετικό έγγραφο που υπογράφεται ενώπιον οποιωνδήποτε ελληνικών αρχών.
Εχοντας στην κατοχή του το ανωτέρω πληρεξούσιο (και καθ’ υπέρβαση των εξουσιών που του δίδονταν με αυτό), ο κατηγορούμενος, ενεργώντας ως εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος της εταιρίας «AXBRIDGE SHIPPING LIMITED», πώλησε το σκάφος που βρισκόταν ελλιμενισμένο στη μαρίνα Μανδρακίου Ρόδου, στην αδελφή της συζύγου του, έναντι του ποσού των 20.000 ευρώ, όπως προκύπτει από το από 22-05-2014 πωλητήριο έγγραφο μικρού σκάφους, που καταρτίστηκε στη Ρόδο και υπογράφεται αφενός από τον κατηγορούμενο, ως εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του πωλητή, και αφετέρου από την ανωτέρω, ως αγοράστρια, η οποία γνώριζε ότι η πραγματική αξία του πλοίου δεν ήταν η αναγραφόμενη στο πωλητήριο, αλλά ανερχόταν, όπως η ίδια αναφέρει στο από 23-10-2019 σημείωμα παροχής εξηγήσεων προς την εισαγγελική αρχή, το έτος 2015 σε ποσό 350.000 ευρώ.
Ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι αιτία για την ανωτέρω μεταβίβαση υπήρξε η μη καταβολή από τον ιδιοκτήτη των αμοιβών του για την εργασία του στο σκάφος, των εξόδων και των λοιπών επιβαρύνσεων του σκάφους, που ανέρχονταν στο ποσό των 219.610 ευρώ εκείνη την εποχή, με τη ρητή συμφωνία ότι σε περίπτωση που ο ανωτέρω κατέβαλλε το σύνολο των οφειλομένων, τότε θα φρόντιζε να επαναμεταβιβαστεί η κυριότητα του σκάφους σε εκείνον ή σε υποδεικνυόμενο από τον τελευταίο πρόσωπο.
Ωστόσο, με το ανωτέρω πληρεξούσιο ο ιδιοκτήτης δεν του χορήγησε την πληρεξουσιότητα να πωλήσει και να μεταβιβάσει σε τρίτο το σκάφος έναντι τιμήματος 20.000 ευρώ, το οποίο άλλωστε ουδέποτε κανείς εισέπραξε, αλλά αντίθετα να μεταβιβάσει το σκάφος σε εταιρία συμφερόντων του μηνυτή. Η αξία του σκάφους κατά τον χρόνο της μεταβίβασης ήταν τουλάχιστον 290.000 ευρώ.
Επιπλέον ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι ο μηνυτής γνώριζε για την επίδικη μεταβίβαση, δεδομένου ότι την 20-07-2014 υπέγραψε στη θέση του ναυλωτή ναυλοσύμφωνο για την περίοδο από 25-07-2014 έως 29-07-2014, έναντι ποσού 7.500 ευρώ, στο οποίο πλοιοκτήτης αναγραφόταν η συγγενής του.
Ωστόσο, ο μηνυτής δεν αναγνωρίζει ότι η υπογραφή που φέρει το ναυλοσύμφωνο ανήκει στον ίδιο, ενώ δεν αποδείχθηκε ότι το ανωτέρω ποσό πληρώθηκε πράγματι από τον ιδιοκτήτη στην ανωτέρω φερόμενη πλοιοκτήτρια, που εξέδωσε το υπ’ αριθ. 01/29-07-2014 ισόποσο τιμολόγιο.

Εξάλλου, ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι οι απαιτήσεις του απέναντι στον μηνυτή ανέρχονται στο ποσό των 425.127,38 ευρώ μέχρι και τον Ιούνιο του 2018, χωρίς όμως να εξηγεί από πού προέρχονται οι ανωτέρω απαιτήσεις κατά του μηνυτή μετά την γενόμενη μεταβίβαση του σκάφους, στην οποία προέβη με πληρεξούσιο του μηνυτή.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου