Ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου θα αναβιώσει την 22α Σεπτεμβρίου 2020 υπόθεση με κατηγορούμενο για απάτη ιδιαίτερα μεγάλης αξίας έναν κάτοικο του Αρχαγγέλου που καταδικάστηκε πρωτοδίκως, ερήμην, σε ποινή φυλάκισης 20 μηνών με 3ετή αναστολή.
Ο κατηγορούμενος καταμηνύθηκε από μια Τσέχα που υποστήριξε ότι της πώλησε ακίνητο… του δημοσίου!
Η εγκαλούσα τυγχάνει επιχειρηματίας στην Τσεχία και έρχεται συχνά για διακοπές στη Ρόδο.
Μετά τη γνωριμία της με τον Αρχαγγελίτη ανέπτυξαν φιλικές σχέσεις και όπως εκθέτει στη μήνυσή της, πίστεψε ότι ήταν πραγματικός της φίλος. Σε συζητήσεις για επιχειρηματικές κινήσεις που είχαν για την Ρόδο, φέρεται να της παρουσίασε μία μεγάλη ευκαιρία με τη χρηματοδότηση μιας επένδυσης σε ακίνητο ιδιοκτησίας του, στα «Στεγνά».
Την 2α Οκτωβρίου 2013 υπέγραψαν συμφωνητικό, όπου ρητά δηλώνει ο εγκαλούμενος μεταξύ άλλων ότι έχει στην κυριότητα του τη μερίδα στα «Στεγνά» εντός της οποίας έχει αναγείρει οικοδομή με σκοπό να εγκαταστήσει επιχείρηση ενοικιαζομένων δωματίων ή ξενοδοχείου.
Σημειωτέον ότι το εν λόγω συμφωνητικό υπεγράφη βασιζόμενο στην καλή πίστη όπως δηλώνεται ρητά στον όρο 5, όπου αναφέρεται ότι «αμφότεροι οι συμβαλλόμενοι δηλώνουν ότι έχουν απεριόριστη εμπιστοσύνη και εκτίμηση».
Στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας όπως διατυπώθηκε, του κατέβαλε 50.000 € με την υπογραφή του ιδιωτικού συμφωνητικού και τμηματικά άλλες £0.900 €, για τις εκάστοτε ανάγκες της οικοδομής.
Ήτοι συνολικά του κατέβαλε, όπως ισχυρίζεται, 120.900 €.
Όταν του ζήτησε να υπογράψουν και νέο συμφωνητικό για να του καταβάλει επιπλέον χρήματα εκείνος, όπως διατείνεται την απέφευγε. Της ζητούσε να του καταβάλει και επιπλέον χρήματα γεγονός που την έβαλε σε υπόνοιες, οπότε και απευθύνθηκε σε δικηγόρο, ο οποίος αφού έκανε έλεγχο στο Κτηματολόγιο Ρόδου, ανακάλυψε ότι το ακίνητο ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο και ότι ο εγκαλούμενος δεν έχει κανένα δικαίωμα επ’ αυτού.
Αμέσως του απέστειλε εξώδικη δήλωση διαμαρτυρία, εκδηλώνοντας την αγανάκτησή της αλλά και την έκπληξη της για την εξαπάτησή της.
Τον κάλεσε δε να της επιστρέψει αμέσως τα χρήματα, που του είχε καταβάλει.
Όμως, όπως εκθέτει, ο εγκαλούμενος δεν έχει απαντήσει ή προσέλθει για οποιαδήποτε συνεννόηση ή εξήγηση, ενθυλακώνοντας και όλο το ποσό που της απέσπασε, αφού εάν γνώριζε ότι το ακίνητο ήταν του Ελληνικού Δημοσίου δεν θα είχε επενδύσει σε αυτό.
Όπως δε πληροφορήθηκε με τα χρήματα που του απέστειλε αγόρασε στο όνομα φιλενάδας του και πολυτελές τζιπ μάρκας BMW.
Σημειώνεται ότι ο κατηγορούμενος είχε υποβάλει εις βάρος της μηνύτριας μήνυση για ψευδή καταμήνυση.
Ως συνήγορος πολιτικής αγωγής παρέστη ο δικηγόρος κ. Άκης Δημητριάδης.