«Η συνάντηση του Σότσι είναι ο πιο σημαντικός σταθμός σε μια μακρά και επίπονη πορεία βελτίωσης των ελληνορωσικών σχέσεων».
Ο κ. Κωνσταντίνος Υφαντής, καθηγητής διεθνών σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο μιλά στη «δημοκρατική» αναφορικά με τις πρώτες εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν από τη συνάντηση του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, καθώς και για την κλιμάκωση των εντάσεων μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.
Συνέντευξη στον Γιάννη Μπόζιο
Αρχικά, αναφορικά με τη συμβολικότητα της συνάντησης ο καθηγητής αποτιμά ότι: ‘’η συνάντηση του Σότσι είναι ο πιο σημαντικός σταθμός σε μία μακρά και επίπονη πορεία βελτίωσης των ελληνορωσικών σχέσεων’’, τονίζοντας όμως ότι μια κατάσταση πλήρους εξομάλυνσης φαντάζει να είναι μακρινή.
Στη συνέχεια, σχολιάζοντας τη δήλωση του Ρώσου προέδρου, περί διαλόγου αναφορικά με το ελληνοτουρκικό ζήτημα εστιάζει στον κομβικό ρόλο που διαδραματίζει η Ρωσία στην Ανατολική Μεσόγειο, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι ‘’η πολιτική των ίσων αποστάσεων είναι απολύτως αναμενόμενη και δεν προβλέπεται να αλλάξει στο μέλλον’’.
Στην ερώτηση για το αν θεωρεί πιθανό το σενάριο μιας ανοιχτής σύγκρουσης μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, ο Κ.Υφαντής απαντά: ‘’το ενδεχόμενο μιας ακόμη σύγκρουσης είναι ανοιχτό’’, εξηγώντας μεταξύ άλλων και τις επιπτώσεις που θα είχε αυτή για τη Δύση και ιδιαίτερα για την Ελλάδα: ‘’Οι συνέπειες μιας θερμής αντιπαράθεσης μπορεί να είναι καταστροφικές για όλες τις πλευρές.’’
• Κατόπιν της συνάντησης των δύο ηγετών μπορούμε να κάνουμε λόγο για αναθέρμανση των ελληνορωσικών σχέσεων;
Η συνάντηση του Σότσι είναι ο πιο σημαντικός σταθμός σε μια μακρά και επίπονη πορεία βελτίωσης των ελληνορωσικών σχέσεων. Για να λάβει χώρα η συνάντηση προηγήθηκε μια εντατική διπλωματική δραστηριότητα για να αντιμετωπιστεί η καχυποψία που επιμόλυνε τις σχέσεις Αθήνας-Μόσχας μετά το 2018. Σε καμία περίπτωση, βεβαίως δεν είμαστε σήμερα σε μια κατάσταση πλήρους εξομάλυνσης. Είμαστε πολύ μακριά από κάτι τέτοιο και μάλλον δεν μπορούμε να έχουμε τέτοιες προσδοκίες με δεδομένη την οριακή κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι σχέσεις της Ρωσίας με τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ενωση. Όσο και αν η Αθήνα και η Μόσχα επιχειρούν – και σωστά – να «προστατεύσουν» τη στενή διμερή ατζέντα, το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ βάζει τα όρια στα οποία μπορούν οι δύο πλευρές να κινηθούν.
• Πώς ερμηνεύετε τη δήλωση του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν περί διαλόγου αναφορικά με το ελληνοτουρκικό ζήτημα;
Η δήλωση αυτή περιγράφει με ακρίβεια την τρέχουσα συγκυρία. Η Ρωσία επιχειρώντας εδώ και περίπου μια δεκαετία να κατοχυρώσει έναν σημαντικό ρόλο στην Ανατολική Μεσόγειο, έχει αποφασιστική εμπλοκή σε μια σειρά από κρίσιμες γεωπολιτικά περιοχές, με τη Συρία και τη Λιβύη στην κορυφή του ενδιαφέροντος της Μόσχας. Αυτή η εμπλοκή έχει δώσει την ευκαρία στην Ρωσία να διαμορφώσει αλλά και να ελέγχει τις εξελίξεις που θεωρεί σημαντικές για τα ρωσικά στρατηγικά συμφέροντα. Στη Συρία σφυρηλατήθηκε μία σχέση εξάρτησης της Τουρκίας από τη Ρωσία. Η Μόσχα έχει καταφέρει να αυξάνει αυτή την εξάρτηση (βλ. S-400) και έχει κάθε συμφέρον να συνεχίσει να εμβαθύνει τις σχέσεις της με την Αγκυρα. Έτσι, φροντίζει να παίρνει θέσεις που κατ’ ελάχιστον δεν θα ενοχλούν την Τουρκία. Η πολιτική των ίσων αποστάσεων είναι απολύτως αναμενόμενη και δεν προβλέπεται να αλλάξει στο άμεσο μέλλον.
• Πόσο σημαντικός είναι για την Ελλάδα ο ρόλος της Ρωσίας στην προσπάθεια διευθέτησης του κυπριακού ζητήματος;
Ενας από τους λόγους που η ελληνική διπλωματία επιδιώκει τη βελτίωση των διμερών σχέσεων είναι το Κυπριακό. Η Ρωσία είναι μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας και ο ρόλος της είναι ζωτικής σημασίας για τη στρατηγική διεθνοποίησης του ζητήματος που προωθεί σταθερά Αθήνα και Λευκωσία από την τουρκική εισβολή στο νησί το 1974. Η Μόσχα έχει σταθερά ταχθεί υπέρ της διεθνούς νομιμότητας και στηρίζει χωρίς επιφυλάξεις τα ψηφίσματα του Οργανισμού που είναι και το βασικό οπλοστάσιο της Κυπριακής Δημοκρατίας και εξασφαλίζει την υπόστασή της απέναντι στη διχοτομική στρατηγική της Τουρκίας.
• Θεωρείται πιθανό το σενάριο μιας ανοιχτής σύγκρουσης μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας;
Θα πρέπει να μην ξεχνάμε ότι η σύγκρουση Ρωσίας-Ουκρανίας είναι μια θερμή αντιπαράθεση εδώ και σχεδόν δέκα χρόνια. Μια γεωπολιτική διαφωνία που εξελίχθηκε σε ανοιχτή σύγκρουση με αποτέλεσμα τη βίαιη αλλαγή συνόρων. Την ίδια στιγμή, μια χώρα παραμένει όμηρος της ρωσικής στρατηγικής ανασφάλειας και δεν είναι απίθανος ο περαιτέρω ακρωτηριασμός της. Το ενδεχόμενο μιας ακόμη σύγκρουσης είναι ανοιχτό. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα πρόκειται για τον απόλυτο παραλογισμό. Ούτε η Ρωσία ούτε η Δύση επιθυμούν την επιστροφή σε συνθήκες Ψυχρού Πολέμου. Όμως, η έλλειψη εμπιστοσύνης και μια ισχυρή αίσθηση απειλής εκατέρωθεν μπορεί να οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτη κλιμάκωση. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι σημαντικό ότι οι δίαυλοι επικοινωνίας παραμένουν ανοιχτοί.
• Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις για τη Δύση και ιδιαίτερα για την Ελλάδα μιας ενδεχόμενης σύγκρουσης μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας;
Οι συνέπειες μιας θερμής αντιπαράθεσης μπορεί να είναι καταστροφικές για όλες τις πλευρές. Πρώτα βεβαίως για την Ουκρανία και τους πολίτες της, που θα δουν τη χώρα τους να γίνεται πεδίο μάχης και να καταδικάζεται σε πολλά χρόνια ακόμη απομόνωσης και στασιμότητας. Δεύτερον, για την Ρωσία που θα αποξενωθεί ακόμη περισσότερο από την Ευρώπη και θα πληγεί από τις κυρώσεις που σίγουρα θα επιβληθούν. Για την Ευρώπη, μια τέτοια εξέλιξη θα οξύνει το δίλημμα ασφάλειας των ευρωπαϊκών κρατών και μπορεί να οδηγήσει σε βαθιά ρήγματα στο εσωτερικό της Ενωσης.