Της Νεκταρίας Μπίλλη
Γένους θηλυκού και το όνομα αυτής Αικατερίνη Σακελλαροπούλου. Η πρώτη γυναίκα που καταλαμβάνει το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα στην Ελλάδα. Μια γυναίκα με πολλαπλούς συμβολισμούς και αυτό θεωρούμε ότι ήταν ένα από τα βασικά ζητούμενα στην τελική απόφαση της επιλογής της από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Μέσα από το βιογραφικό της διαφαίνεται μια άξια και δημιουργική γυναίκα που έχει διακριθεί σε επιστημονικούς και επαγγελματικούς τομείς. Ένα πρόσωπο που προέρχεται από άλλη πολιτική οικογένεια χωρίς ωστόσο να είναι κομματικά εκτεθειμένο, μακριά από κομματικές ταυτότητες και ταμπέλες.
Μέσω της συγκεκριμένης επιλογής ο Πρωθυπουργός επιδιώκει να διαμορφώσει συνθήκες ευρύτερης συνεργασίας συναίνεσης και συνεννόησης, προθέσεις του που προεκλογικά εξήγγειλε. Παρά το γεγονός ότι διαθέτει την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία επιθυμεί την συναίνεση στην πράξη, καταστέλλοντας την όποια κίνηση που θα προκαλούσε πολιτικά μίση και πάθη. Είναι μια απόφαση όχι ως συνέπεια στρατηγικής και μεθοδευμένης τακτικής αλλά ως επικύρωσης της πάγιας αντίληψης του περί συνεννόησης όλων των πολιτικών δυνάμεων.
Αναντίρρητα η επιλογή της κας Σακελλαροπούλου τιμά την γυναίκα και συμβαδίζει με τις σύγχρονες τάσεις που θέλουν τη συμμετοχή των γυναικών στα δημόσια αξιώματα και στις πολιτικές αποφάσεις, ωστόσο φέρνει σε δύσκολη θέση τα κόμματα τις Αντιπολίτευσης και δη της αξιωματικής αντιπολίτευσης όταν τον Οκτώβριο του 2018 την πρότεινε για τη θέση της Προέδρου του ΣτΕ, πρόταση η οποία εγκρίθηκε ομόφωνα από το υπουργικό συμβούλιο χωρίς αντιδράσεις από την τότε αξιωματική αντιπολίτευση νυν κυβέρνηση. Αντιλαμβάνεται λοιπόν ο καθείς ότι η όποια ένσταση και αντίρρηση επί της πρόταση θα πρέπει να στοιχειοθετείται από ισχυρή επιχειρηματολογία. Ωστόσο όλα δείχνουν ότι θα υπάρξει συναίνεση από τα τρία μεγάλα κόμματα και η κα Σακελλαροπούλου θα περάσει στην ιστορία ως η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Ο ρόλος της αντιπολίτευσης δια του συντάγματος είναι να ελέγχει την εκάστοτε κυβέρνηση για πράξεις και παραλείψεις και να ασκεί κριτική όταν αυτό απαιτείται. Αλλά η κριτική πρέπει να είναι γόνιμη και αποτελεσματική , όχι στείρα και ανεδαφική, κυρίως δε όταν η χώρα διέρχεται εξόχως κρίσιμες και κομβικές καταστάσεις όπου η εθνική ενότητα και η συνεννόηση είναι εκ των ων ουκ άνευ.
Οι εξελίξεις και οι καταστάσεις στα εθνικά θέματα –με τη συνεχή προκλητικότητα των Τούρκων- και στο μεταναστευτικό είναι σοβαρές, και οφείλουν όλοι να ανταποκρίνονται στη σοβαρότητα τους.
Όταν ο Έλληνας Πρωθυπουργός βρίσκεται στις ΗΠΑ σε συναντήσεις υψηλού επιπέδου για θέματα ύψιστης και κομβικής σημασίας για τη χώρα η αντιπολίτευση οφείλει να σιωπά ώσπου να επιστρέψει στην πατρίδα, και όχι να χαρακτηρίζει ως αποτυχία την όποια συνάντηση πριν ακόμη γίνει, ή με αφορμή κάποιες δηλώσεις.
Όταν η κυβέρνηση προβαίνει σε βελτιωτικές κινήσεις με την επανασύσταση του αρμόδιου υπουργείου «Μεταναστευτικής Πολιτικής» για ένα οξύ θέμα που ταλανίζει τη χώρα και την ασφάλεια των κατοίκων, ένα πρόβλημα που επιδεινώθηκε και διογκώθηκε τα προηγούμενα πέντε χρόνια, θεωρώ ότι η αντιπολίτευση δεν πρέπει να καγχάζει με ειρωνικά και πνευματώδη ευφυολογήματα και να εγκαλεί την κυβέρνηση όταν επί των δικών της ημερών το αντίστοιχο Υπουργείο ήταν «ωσεί παρόν και οιονεί απόν».
Η ευρεία αποδοχή και συναίνεση στο πρόσωπο του ΠτΔ δημιουργεί συνθήκες πολιτικής ομαλότητας και κανονικότητας σε μια κομβική περίοδο για τη χώρα όπου οι εξελίξεις είναι ραγδαίες εξόχως κρίσιμες και επιτρέπει να ευελπιστούμε σε εθνική ενότητα και ομονόηση αφήνοντας πίσω διχαστικά πολιτικά μίση και πάθη.