Αίσθηση προκάλεσε το χθεσινό ρεπορτάζ της «δημοκρατικής» για την εισαγωγή εργαζομένων από τρίτες χώρες, με τους 100 πρώτους φέτος να έρχονται από τις Φιλιππίνες, μέσω της νόμιμης οδού των διακρατικών συμφωνιών, προκειμένου να καλυφθούν κενές θέσεις στον τουρισμό.
Η ανάδειξη του θέματος από τη «δημοκρατική» για τις τεράστιες ανάγκες εργατικών χεριών στον ευρύτερο κλάδο του τουρισμού και όχι μόνο στον ξενοδοχειακό έφερε στην επιφάνεια, έπειτα από τηλεφωνήματα αναγνωστών, ένα ακόμα σοβαρό πρόβλημα που καταγράφεται και τείνει να γίνει μείζον κοινωνικό αφού διαταράσσει τις κοινωνικές ισορροπίες.
Στα τελευταία χρόνια, τείνουν προς εξαφάνιση οι νταντάδες, οι οικιακές βοηθοί είτε εσωτερικές είτε για μερικές ώρες την ημέρα, οι νοσηλευτές που παρέχουν νοσηλεία στο σπίτι και οι φροντιστές που εξυπηρετούν άτομα που λόγω προβλημάτων χρήζουν αυξημένης προσοχής αφού πολλοί εγκατέλειψαν τη Ρόδο για το εξωτερικό αναζητώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας ή αποφάσισαν όσοι παρέμειναν εδώ, να αλλάξουν επάγγελμα.
Δυστυχώς όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ, πολλοί συμπολίτες μας παρότι χρήζουν αυξημένης φροντίδας δεν μπορούν εξυπηρετηθούν επαρκώς διότι ο αριθμός των επαγγελματιών που καλύπτουν αυτές τις ανάγκες, δεν επαρκεί και συνεχώς συρρικνώνεται.
Η τεράστια έλλειψη έφερε αύξηση στις οικονομικές απολαβές, όμως όπως αποδεικνύεται στην πράξη ούτε αυτό είναι ισχυρό κίνητρο για να καλυφθούν οι ανάγκες που προέκυψαν και που καθημερινά μεγαλώνουν.
Το πρόβλημα ξεκίνησε να εμφανίζεται στην περίοδο της πανδημίας με την εφαρμογή των περιοριστικών μέτρων οπότε οι περισσότεροι είτε τελούσαν σε καθεστώς τηλεργασίας, είτε έχασαν τη δουλειά τους αλλά και λόγω του περιορισμού στις μετακινήσεις έμεναν περισσότερες ώρες στο σπίτι, με αποτέλεσμα να αναλάβουν οι ίδιοι τη φροντίδα είτε των μικρών παιδιών είτε των ηλικιωμένων γονέων ή των συγγενών τους που είχαν ανάγκη.
Οι γυναίκες – κατά κύριο- λόγο που ασκούσαν αυτά τα επαγγέλματα έμειναν χωρίς δουλειά από τη μια μέρα στην άλλη και επειδή οι περισσότερες ήταν αλλοδαπές και μάλιστα εργάζονταν σε καθεστώς μαύρης εργασίας και σε πολλές περιπτώσεις υπαμειβόμενες και ανασφάλιστες, επέλεξαν είτε να επιστρέψουν στις χώρες τους είτε να αλλάξουν αντικείμενο εργασίας με καλύτερες συνθήκες απασχόλησης.
Εξαιτίας αυτής της κατάστασης, πολλοί συμπολίτες μας που δεν μπορούν να αυτοεξυπηρετηθούν και οι συγγενείς τους έχουν περιέλθει σε απελπιστική θέση καθώς δεν είναι σε θέση πολλοί απ΄ αυτούς να καλύψουν τις ανάγκες των δικών τους ανθρώπων.
Μητέρες που δεν έχουν κανέναν να φροντίζει τα παιδιά τους, ηλικιωμένοι και άρρωστοι άνθρωποι που δεν μπορούν να αυτοεξυπηρετηθούν ματαίως αναζητούν νταντάδες και οικιακές βοηθούς αλλά οι θέσεις παραμένουν κενές.
Εξαιτίας αυτής της κατάστασης, μητέρες αναγκάστηκαν να σταματήσουν από τη δουλειά προκειμένου να φροντίσουν τα παιδιά τους με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν σοβαρές οικονομικές δυσκολίες αλλά η απόφαση ήταν μονόδρομος παρότι αυτό σήμανε την συρρίκνωση του οικογενειακού εισοδήματος.
Ηλικιωμένοι που δεν μπορούν να αυτοεξυπηρετηθούν αναγκάζονται να μένουν μόνοι τους για πολλές ώρες την ημέρα μέχρι να τους επισκεφθούν τα παιδιά τους, ενώ πολλοί συμπολίτες μας με προβλήματα υγείας και κινητικά προβλήματα επαφίενται στον ελεύθερο χρόνο συγγενών, φίλων και γειτόνων για την περίθαλψή τους.
Μακροχρόνια άνεργοι, ανασφάλιστοι και άτομα που τελούν σε διαδικασία λήψης των νόμιμων εγγράφων παραμονής, κατηγορίες στις οποίες ανήκει το οικιακό προσωπικό, βρέθηκαν στον αέρα χωρίς να έχουν το δικαίωμα να μπουν στο ταμείο ανεργίας ή να δικαιούνται οποιουδήποτε επιδόματος.
Ο αριθμός των οικιακών βοηθών που εργάζονται στην Ελλάδα, στη συντριπτική πλειονότητα, γυναίκες αλλοδαπές, είναι δύσκολο να υπολογιστεί, αφού κατά κανόνα απασχολούνται παράτυπα. Γυναίκες όλων των εθνικοτήτων, αλλά και μεγάλο ποσοστό Αλβανίδων, από άλλες χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ και από τρίτες χώρες που διέμεναν στην Ελλάδα για χρόνια, βρέθηκαν από τη μία μέρα στην άλλη με μηδενικό εισόδημα, ανασφάλιστες, και χωρίς ορίζοντα επαναπρόσληψης γι’ αυτό και πήραν την απόφαση είτε να επιστρέψουν στην πατρίδα τους είτε να στραφούν σε άλλους κλάδους εργασίας, όπου υπήρχε η δυνατότητα γι’ αυτό και εγκατέλειψαν τη Ρόδο με αποτέλεσμα πλέον η έλλειψή τους προκαλεί προβλήματα με σοβαρές κοινωνικές προεκτάσεις αφού το ντόπιο προσωπικό δεν επαρκεί για να καλύψει τις τεράστιες ανάγκες που έχουν προκύψει.