Σε διάστημα μιας τριετίας είχε ήδη διαγραφεί από τον χάρτη ένα νησί με πληθυσμιακό μέγεθος όπως αυτό της Σύρου
Μια ελληνική πόλη – με πληθυσμιακό μέγεθος περίπου ίσο με αυτό του Ναυπλίου – έχει σβηστεί από τον χάρτη τα χρόνια της κρίσης. Η ανασφάλεια που έχει προκαλέσει η ύφεση σε συνδυασμό με την εργασιακή αβεβαιότητα λειτουργούν ως θηλιά στη ζωή των νέων ζευγαριών, στραγγαλίζοντας το οικογενειακό τους μέλλον.
Τα στοιχεία είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά, καθώς χρόνο με τον χρόνο καταγράφεται σημαντική μείωση στις γεννήσεις.
Ετσι, ενώ το 2010 πραγματοποιήθηκαν επιτυχώς 114.766 τοκετοί, τρία χρόνια μετά ο απόλυτος αριθμός τους μειώθηκε κατά τουλάχιστον 20.632.
Δηλαδή, σε διάστημα μιας τριετίας είχε ήδη διαγραφεί από τον χάρτη της Ελλάδας ένα νησί με πληθυσμιακό μέγεθος όπως αυτό της Σύρου. Στα τέλη του 2015 οι γεννήσεις είχαν πέσει στις 92.984, ενώ σύμφωνα με εκτιμήσεις κατά την περυσινή χρονιά καταγράφτηκε νέο αρνητικό ρεκόρ.
Τα στοιχεία από τα ληξιαρχεία των δήμων, από τα οποία αντλεί τα δεδομένα της η ΕΛΣΤΑΤ, δείχνουν ότι από τον Ιανουάριο του 2016 έως και τα τέλη Σεπτεμβρίου οι γεννήσεις δεν ξεπερνούσαν τις 67.000. Συνεπώς, και σύμφωνα με αισιόδοξες εκτιμήσεις των ειδικών, ο αριθμός γεννήσεων έως και τις 31 Δεκεμβρίου του περυσινού έτους θα κυμαίνεται περί τις 80.000.
«Οχι» στα παιδιά
Για να διαπιστώσει κανείς τη δημογραφική βόμβα που απειλεί τα θεμέλια της Ελλάδας αρκεί να δει ότι στην εποχή των μνημονίων καταγράφτηκε το μεγαλύτερο αρνητικό ισοζύγιο, δεδομένου ότι το διάστημα 2011-2015 οι θάνατοι ξεπέρασαν τις γεννήσεις κατά τουλάχιστον 29.365 άτομα.
Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που οι ειδικοί επαναλαμβάνουν σε κάθε ευκαιρία ότι σε μια χώρα που ούτως ή άλλως τις τελευταίες δεκαετίες ακολουθούσε τον δημογραφικό κατήφορο, η οικονομική κρίση αποτέλεσε ένα νέο, γερό χτύπημα.
Οπως σημειώνει στο «Βήμα» ο διευθυντής του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) κ. Διονύσης Μπαλούρδος, «είναι πολύ πιο δύσκολο για μια χώρα να αυξήσει τη γονιμότητα όταν ο δείκτης της έχει πέσει κάτω από το κρίσιμο σημείο του 1,5 παιδιά ανά γυναίκα».
Και συνεχίζει: «Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο απελπιστική όταν επιτυγχάνεται το επίπεδο της χαμηλότερης χαμηλής γονιμότητας – δηλαδή, κάτω από 1,3 παιδιά ανά γυναίκα».
Λαμβάνοντας υπόψη τη διαπίστωση αυτή, σε συνδυασμό με τα δεδομένα του Κέντρου, τα συμπεράσματα είναι ανησυχητικά. Τη «χρυσή» χρονιά των Ολυμπιακών Αγώνων έως και το 2008, όταν επικρατούσε ακόμη κλίμα ευφορίας, υπήρξε μια τάση ανάκαμψης στον δείκτη γονιμότητας. Σταδιακά όμως άρχισε να πέφτει εκ νέου, ακόμη και κάτω από 1,3 παιδιά ανά γυναίκα.
Την ίδια ώρα, ένα ακόμη φαινόμενο φαίνεται να παίρνει σάρκα και οστά στην Ελλάδα της κρίσης. «Σε ποσοστό – ευτυχώς – κάτω του 10% οι άνθρωποι παραγωγικής ηλικίας στη χώρα μας αποφασίζουν να μην αποκτήσουν παιδιά. Η στάση αυτή αποτελεί παράγωγο της εργασιακής ανασφάλειας και της ύφεσης, καθώς πρόκειται για συνειδητή επιλογή. Δεν επιθυμούν να φέρουν στη μιζέρια της κρίσης μια νέα ζωή» σημειώνει ο κ. Μπαλούρδος.
«Πληγή» και η μετανάστευση
Εν τω μεταξύ, πρόσφατη έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος επιβεβαιώνει την τάση φυγής των Ελλήνων στο εξωτερικό, προς αναζήτηση ενός ασφαλούς εργασιακού περιβάλλοντος.
Πιο συγκεκριμένα, από το 2008 έως και πέρυσι έφυγαν από τη χώρα 427.000 Ελληνες, ηλικίας 15-46 ετών, με τη χώρα να πλήττεται διπλά. Και αυτό διότι εκτός από την απώλεια εγκεφάλων (brain drain), συρρικνώνεται θεαματικά και η «δεξαμενή» των νέων που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν στη δημογραφική ανάπτυξη.
Την ίδια ώρα, στη χώρα μας καταγράφεται ένα ακόμη αρνητικό ρεκόρ: όπως σημειώνουν οι ειδικοί, το κράτος δείχνει χαμηλά αντανακλαστικά σε ό,τι αφορά τη λήψη μέτρων πρόληψης και ανάκαμψης των δεικτών γονιμότητας.
Να ακολουθήσει η Ελλάδα το παράδειγμα της Φινλανδίας, προτείνει ο καθηγητής Μαιευτικής Γυναικολογίας στο Πανεπιστήμιο Stony Brook της Νέας Υόρκης, κ. Γιώργος Φαρμακίδης, σημειώνοντας ότι ακόμη και κινήσεις συμβολικού χαρακτήρα θα μπορούσαν να ανατρέψουν την απαισιοδοξία που «πληγώνει» τα νέα ζευγάρια.
Επί 85 χρόνια, οι μέλλουσες μητέρες της Φινλανδίας λαμβάνουν από το κράτος ένα κουτί. Σε αυτό εμπεριέχονται ρούχα, σεντόνια και παιχνίδια, ενώ το ίδιο το κουτί μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως κρεβατάκι για το νεογνό.
Το μέτρο αυτό, που πλέον αποτελεί παράδοση, είναι σχεδιασμένο για όλα τα παιδιά στη Φινλανδία και συμβολίζει το «ισότιμο ξεκίνημα στη ζωή».
Αντλώντας παραδείγματα προς μίμηση από τα συστήματα υγείας του εξωτερικού ο κ. Φαρμακίδης επιμένει ότι «
η δημιουργία κέντρων φυσικού τοκετού, στο πλαίσιο λειτουργίας των μαιευτικών κλινικών, θα μπορούσε να αποτελέσει μία ακόμη κινητήριος δύναμη. Και αυτό διότι θα αποτελούσαν μια οικονομικότερη επιλογή για εκείνα τα ζευγάρια που αντιμετωπίζουν το υψηλό κόστος του τοκετού ως έναν ακόμη ανασταλτικό παράγοντα για τη δημιουργία οικογένειας».
Σήμα κινδύνου εκπέμπουν οι μαιευτήρες-γυναικολόγοι
Στο μεταξύ και δεδομένου ότι η Ελλάδα διαθέτει την πρωτιά στις καισαρικές τομές, με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας να κουνά το δάχτυλο στη χώρα μας επειδή δεν συμμορφώνεται με τα διεθνή πρότυπα, ο καθηγητής Μαιευτικής Γυναικολογίας αναζητεί ένα μοντέλο που θα λειτουργεί ως «σφαλιάρα» για τις αναίτιες καισαρικές και ως «χάδι» στο δημογραφικό πρόβλημα.
«Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να προβλεφθεί ένα οικονομικό μπόνους από το ασφαλιστικό ταμείο για εκείνες τις γυναίκες που δεν υποβάλλονται σε καισαρική τομή – εφόσον βέβαια δεν συντρέχει ιατρικός λόγος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η πολιτεία θα προωθούσε τον φυσιολογικό τοκετό αλλά και την τεκνοποίηση εν γένει, μειώνοντας το ιδιωτικό κόστος των μελλοντικών γονέων» καταλήγει ο κ. Φαρμακίδης.
Πάντως, σήμα κινδύνου εκπέμπουν οι μαιευτήρες-γυναικολόγοι για έναν επιπλέον λόγο. Στην Ελλάδα των μνημονίων εκτιμάται ότι ο αριθμός των κύκλων εξωσωματικής γονιμοποίησης έχει μειωθεί έως και 50% συγκριτικά με την περίοδο προ κρίσης.
Και καταλήγουν ότι οι οικονομικές δυσκολίες αλλά και η απαισιοδοξία για εκείνα που κρύβει το μέλλον έχουν ως αποτέλεσμα να χάνεται μια γενιά παιδιών.
ΒΗΜΑ