Ρεπορτάζ

Το Εφετείο γράφει τον επίλογο σε υπόθεση παραμέλησης, συκοφαντικής δυσφήμησης και οικογενειακής βίας

• Απόφαση κλείνει ένα δεκαετές νομικό και ανθρώπινο δράμα με επίκεντρο την εγκατάλειψη ηλικιωμένης μητέρας • Πώς η νέα ερμηνεία του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης αλλάζει τα δεδομένα

Μία δεκαετία συγκρούσεων, μηνύσεων, αντεγκλήσεων και δικαστικών αποφάσεων, έφτασε στο τέλος της με απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, η οποία απέρριψε στο σύνολό της αγωγή συκοφαντικής δυσφήμησης, ενώ ταυτόχρονα έκρινε ότι δεν υπήρξε παρανομία ή προσβολή προσωπικότητας εκ μέρους της εναγομένης, που φώναζε «με έδειραν», «με χαστουκίζουν» και «βοήθεια», κατά τη διάρκεια βίαιου επεισοδίου σε οικοδομή στον Πειραιά.
Το δικαστήριο έκανε δεκτή την έφεση της εναγομένης, ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση, και όρισε την υπόθεση ως πλήρως αβάσιμη, αναγνωρίζοντας ότι η συμπεριφορά της εναγομένης ήταν αποτέλεσμα πραγματικών βιωμάτων και συναισθηματικής φόρτισης και όχι δόλου ή πρόθεσης δυσφήμησης.
Η ΥΠΟΘΕΣΗ: ΠΟΙΟΙ ΕΜΠΛΕΚΟΝΤΑΙ
Η αντιδικία αφορούσε δύο αδελφές. Η μία (ενάγουσα), διέμενε στον Πειραιά και είχε αναλάβει –ή τουλάχιστον όφειλε να έχει αναλάβει– την επιμέλεια της υπερήλικης μητέρας τους, η οποία αντιμετώπιζε σοβαρά κινητικά προβλήματα. Η άλλη (εναγομένη), κατοικούσε μόνιμα στη Ρόδο, αλλά είχε επίσης διαμέρισμα στην ίδια πολυκατοικία στον Πειραιά.
Η εναγομένη, σε επίσκεψή της το 2012 στον Πειραιά, διαπίστωσε ότι η μητέρα της ήταν παραμελημένη και μόνη, καθώς η ενάγουσα απουσίαζε για μέρες, σε κατοικία σε άλλη περιοχή όπου φιλοξενούταν από φιλικά της πρόσωπα.
Η αποκάλυψη αυτή οδήγησε σε οξύ επεισόδιο μεταξύ των μελών της οικογένειας. Σύμφωνα με μαρτυρίες και έγγραφα, ο πατέρας της ενάγουσας επιτέθηκε βίαια στην εναγομένη, την έσυρε και τη χτύπησε, ενώ η ενάγουσα δεν επενέβη και φέρεται να ενθάρρυνε την πράξη με φράσεις όπως «δώσ’ της να καταλάβει».
Η εναγομένη και η μητέρα της κατέθεσαν έγκληση στην Εισαγγελία Πειραιά. Η ενάγουσα απάντησε με αστική αγωγή, κατηγορώντας την αδελφή της για συκοφαντική δυσφήμηση λόγω των ισχυρισμών που περιείχε η μήνυση.
Η ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ
Σύμφωνα με το άρθρο 363 του Ποινικού Κώδικα, όπως ίσχυε έως και το 2024, το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης συνίσταται στον ισχυρισμό ή διάδοση ενώπιον τρίτου για ψευδές γεγονός, με δόλο και πρόθεση βλάβης της τιμής και υπόληψης άλλου.
Για να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα απαιτείται:
Αντικειμενικά: να ισχυριστεί ή να διαδώσει κάποιος ψευδές γεγονός για άλλον ενώπιον τρίτου.
Υποκειμενικά: γνώση της ψευδούς φύσης του γεγονότος και πρόθεση να πληγεί η τιμή του άλλου.
Η νομολογία έως το 2024 περιλάμβανε ως “τρίτους” ακόμη και τους δημόσιους λειτουργούς που λάμβαναν γνώση δυσφημιστικών ισχυρισμών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους: εισαγγελείς, γραμματείς, δικαστικοί επιμελητές, δικηγόροι κ.ά. (πρβλ. ΟλΑΠ 3/2021, ΑΠ 174/2023).
Όμως, με τον ν. 5090/2024, η διάταξη αναθεωρήθηκε δραστικά.
ΤΟ ΚΡΙΣΙΜΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΗΜΕΙΟ
Το άρθρο 363 ΠΚ, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει από 1.5.2024, αποκλείει ρητά από την έννοια του τρίτου:
«…τους δημόσιους λειτουργούς ή υπαλλήλους που λαμβάνουν γνώση των ισχυρισμών για τα διάδικα μέρη, κατά την ενάσκηση καθηκόντων τους, στο πλαίσιο πολιτικής, ποινικής ή διοικητικής δίκης».
Αυτό σημαίνει ότι ο εισαγγελέας, ο δικηγόρος που συντάσσει μήνυση, ο δικαστικός επιμελητής που την επιδίδει, και οι γραμματείς που την καταχωρούν δεν μπορούν να θεωρηθούν “τρίτοι”, άρα δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί συκοφαντική δυσφήμηση με αποδέκτη τους.
Η διάταξη θωρακίζει την ελευθερία έκφρασης στο πλαίσιο δικαστικών ενεργειών και προστατεύει τη νομική δράση από ποινικοποίηση, αναγνωρίζοντας ότι οι απόψεις και ισχυρισμοί των διαδίκων —ακόμη και αν είναι σκληροί— δεν μπορούν να ποινικοποιούνται όταν προβάλλονται μέσω των θεσμικών καναλιών.
ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ  ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Το Εφετείο δεν περιορίστηκε σε νομικούς τύπους. Ανέλυσε σε βάθος τι πραγματικά συνέβη και κατέληξε σε κρίσεις ουσίας:
Επιβεβαίωσε την παραμέληση της ηλικιωμένης μητέρας από την ενάγουσα.
Αποδέχθηκε ως αληθείς τους ισχυρισμούς της εναγομένης περί κακοποίησης.
Διαπίστωσε ότι η έκφραση “με έδειραν” αποδίδει ρεαλιστικά την εμπειρία της εναγομένης κατά το συμβάν.
Απέρριψε την πρόθεση συκοφαντίας, τονίζοντας ότι η εναγομένη ενήργησε με βάση το βίωμά της και με στόχο να προστατεύσει τη μητέρα της και τον εαυτό της.
Η ενάγουσα, από την άλλη, δεν απέδειξε δόλο, ψευδές γεγονός ή βλάβη της υπόληψής της, ενώ οι εκφράσεις της εναγομένης δεν απευθύνθηκαν δημοσίως ή σε τρίτους κατά τον νέο νομικό ορισμό.
Ο ΤΕΛΙΚΟΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ
Η απόφαση του Εφετείου:
Εξαφάνισε απόφαση του Πρωτοδικείου Πειραιά.
Απέρριψε την αγωγή συκοφαντικής δυσφήμησης ως μη νόμιμη και αβάσιμη.
Καταδίκασε την ενάγουσα στα δικαστικά έξοδα και διέταξε την εισαγωγή του παραβόλου της στο Δημόσιο Ταμείο.
Διέταξε επιστροφή παραβόλου στην εναγομένη.
ΟΤΑΝ Η ΡΟΔΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΩΣ ΕΝΑ ΝΗΣΙ
Η Ρόδος, σε αυτή την υπόθεση, δεν ήταν απλώς τόπος διαμονής της εναγομένης. Ήταν το σημείο αναφοράς για την απόσταση, την παρεξήγηση, την έλλειψη επικοινωνίας και την ένταση μίας οικογένειας που διαλύθηκε.
Το δικαστήριο κατέγραψε τις ανθρώπινες διαστάσεις, αλλά προχώρησε και σε πλήρη νομική αποσαφήνιση της έννοιας του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης στη νέα εποχή του Ποινικού Κώδικα.
Όταν το δικαστήριο αποδίδει δικαιοσύνη με τόλμη και νηφαλιότητα, ακόμη και τα πιο φορτισμένα οικογενειακά δράματα βρίσκουν το τέλος που τους αρμόζει — όχι στη φωνή της οργής, αλλά στο γράμμα και το πνεύμα του νόμου.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου