Την ώρα που η εστίαση έχει εξελιχθεί στη νέα «μανία» των Ελλήνων, με τις καφετέριες και τα καφέ-μπαρ να βρίσκονται πρώτα στις προτιμήσεις των νέων… επιχειρηματιών, τα στοιχεία της ΤτΕ και της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι για μία ακόμη φορά η επέκταση ενός κλάδου γίνεται χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο, αλλά στην… τύχη.
Η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2015-2016 είναι απογοητευτική για τις προοπτικές του συγκεκριμένου τομέα, καθώς όπως αναφέρεται, η επιβολή φόρων που αυξάνουν το κόστος των παρεχόµενων υπηρεσιών κυρίως στον τοµέα της εστίασης, αποτελεί έναν από τους βασικούς κινδύνους για την ελληνική οικονομία. Παράλληλα, σημειώνεται ότι ο κλάδος της εστίασης είναι «πρωταθλητής» στα «κόκκινα» δάνεια με ποσοστό 76,3%!!!
Αυτό που ζούμε καθημερινά είναι σαφές: Η κατανάλωση μειώνεται κατακόρυφα με αποτέλεσμα οι τζίροι να υποχωρούν και τα κέρδη αποτελούν είδος προς εξαφάνιση, καθώς οι φόροι – και οι γενικότερες επιβαρύνσεις για τις επιχειρήσεις – αυξάνονται συνεχώς. Όμως εμείς επιμένουμε να γίνουμε αφεντικά και να κερδίσουμε τον ανταγωνισμό. Να ανοίξουμε τη δική μας επιχείρηση – συνήθως διπλά σε κάποια άλλη που θεωρούμε επιτυχημένη – και να δοκιμάσουμε τις ικανότητές της στην παροχή υπηρεσιών εστίασης. Αυτό δεν είναι κακό. Κακό είναι ότι στις περισσότερες περιπτώσεις οι επιχειρηματικές απόπειρες γίνονται χωρίς κάποια σοβαρή μελέτη, χωρίς βιώσιμο επιχειρησιακό πλάνο, χωρίς εμπειρία, χωρίς καμία καινούρια ιδέα.
Κάπως έτσι φτάσαμε στο σημείο οι πέντε στις δέκα πιο συνήθεις επιχειρήσεις που ξεκίνησαν να λειτουργούν το 2015 να ανήκουν στην κατηγορία της εστίασης. Το κακό είναι όμως ότι στην ίδια κατηγορία ανήκουν και οι περισσότερες διαγραφές επιχειρήσεων, σύμφωνα με στοιχεία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου (ΓΕΜΗ).
Το αποτέλεσμα είναι μάλλον αναμενόμενο. Σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ, ο κλάδος της εστίασης εμφανίζει το υψηλότερο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) στο 76,3%. Αυτό σημαίνει ότι πάνω από τρία στα τέσσερα δάνεια των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην εστίαση είτε βρίσκονται στο κόκκινο, είτε έχουν ρυθμιστεί και βρίσκονται υπό παρακολούθηση, ενώ σημαντικό ποσοστό από αυτά χαρακτηρίζονται ως αβέβαιης είσπραξης.
Καφετέριες, σνακ-μπαρ και ψητοπωλεία είναι τα πιο δημοφιλή είδη εστίασης, τόσο για το 2015 όσο και το 2014. Την ίδια ώρα, ο δείκτης κύκλου εργασιών στον τομέα παροχής καταλύματος και υπηρεσιών εστίασης υποχώρησε κατά 11,7% στο α’ τρίμηνο του 2016, όταν στο πρώτο τρίμηνο του 2015 κατέγραφε αύξηση 3,5% σε σχέση με το 2014 και στο α’ τρίμηνο του 2014 ενισχύθηκε κατά 11,8%, βάσει των στοιχείων που έδωσε την περασμένη εβδομάδα στη δημοσιότητα η Ελληνική Στατιστική Αρχή.
Φορολογικό σοκ και δέος
Δεν φταίει όμως μόνο το γεγονός ότι οι χώροι εστίασης φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια, αλλά και οι φόροι. Παράγοντες του κλάδου κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, προειδοποιώντας ότι η νέα αύξηση φόρων και εισφορών θα επιφέρει τεράστιο πλήγμα στον τζίρο και θα επηρεάσει αρνητικά την ανεργία. Σε έναν τομέα που θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικός αφού συνδέεται με τον τουρισμό και έχει περάσει από χίλια κύματα τα τελευταία χρόνια λόγω των φορολογικών επιβαρύνσεων και των δραματικών επιπτώσεων της ύφεσης.
Και όλα αυτά συμβαίνουν ενώ έχει αποδειχθεί ότι η αύξηση των φόρων δεν οδηγεί κατ’ ανάγκη σε αύξηση των φορολογικών εσόδων, ενώ ενισχύει το φαινόμενο της φοροδιαφυγής και της μαύρης εργασίας. Είναι ο γνωστός φαύλος κύκλος που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια, με τις αλλεπάλληλες αυξομειώσεις του ΦΠΑ:
Τον Σεπτέμβριο του 2011 ο ΦΠΑ στην εστίαση αυξήθηκε από το 13% στο 23%. Σχεδόν δύο χρόνια αργότερα, τον Αύγουστο του 2013, αποφασίστηκε η επαναφορά του στο 13%, ενώ από 1η Ιουνίου του 2016 ο ΦΠΑ αυξήθηκε αυτή τη φορά στο 24%.
Ποια ήταν τα αποτελέσματα των συγκεκριμένων αποφάσεων; Ενώ σε μεγάλο βαθμό οι επιχειρηματίες του κλάδου απορρόφησαν την αύξηση του ΦΠΑ στην αύξηση και στη μείωση δεν προχώρησαν σε μειώσεις, ο κύκλος εργασιών μειώθηκε όταν αυξήθηκε ο φόρος. Έτσι μειώθηκαν και τα φορολογικά έσοδα, καθώς με την αύξηση του ΦΠΑ αυξήθηκε και η φοροδιαφυγή. Επίσης, μετά τον Αύγουστο του 2013, οι θετικές επιπτώσεις στους τζίρους ήταν άμεσες.
Σημειώνεται ότι λόγω εποχικότητας του κλάδου Υπηρεσιών Παροχής Καταλύματος και Εστίασης, το δ’ τρίμηνο είναι παραδοσιακά το χειρότερο του έτους, όμως το δ’ τρίμηνο του 2013 (μετά τη μείωση του ΦΠΑ) ο κύκλος εργασιών ενισχύθηκε για πρώτη φορά μέσα στην κρίση σε ποσοστό 35,9%, έναντι του αμέσως προηγούμενου έτους. Κάτι αντίστοιχο συνέβη και στο δ’ τρίμηνο του 2014 με αύξηση 11,3%, ενώ στο δ’ τρίμηνο του 2015, μετά την εκ νέου αύξηση του ΦΠΑ, ο τζίρος υποχώρησε κατά 9,1%.
Οι υπόλοιποι «κόκκινοι» κλάδοι
Σύμφωνα με στοιχεία που παρατίθενται στην έκθεση της ΤτΕ, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στα επιχειρηματικά δάνεια διαμορφώνεται στο 43,8%. Ειδικότερα ως προς την κλαδική ανάλυση των επιχειρηµατικών δανείων, κλάδοι όπως η ενέργεια/πετρελαιοειδή εµφανίζουν αισθητά χαµηλότερα ποσοστά (3,5%) καθυστερήσεων σε σύγκριση µε τους υπόλοιπους κλάδους.
Από τους κλάδους µε σηµαντικά υπόλοιπα τραπεζικών δανείων, ενδεικτικά, το εµπόριο καταγράφει ποσοστό µη εξυπηρετούµενων ανοιγµάτων 48,5%, οι κατασκευές 52,5%, η εστίαση 76,3% και οι βιοµηχανικοί κλάδοι της κλωστοϋφαντουργίας και ξυλείας 73% και 72,5% αντίστοιχα. Όσον αφορά τη διάρθρωση των µη εξυπηρετούµενων ανοιγµάτων, το 1/4 περίπου χαρακτηρίζεται ως αβέβαιης είσπραξης (“unlikely to pay”).
∆υσκολότερα ως προς τη διαχείριση είναι τα δάνεια των οποίων οι δανειακές συµβάσεις έχουν ήδη καταγγελθεί από τις τράπεζες, τα οποία αποτελούν το 44% περίπου των µη εξυπηρετούµενων ανοιγµάτων.
Του Κωνσταντίνου Μαριόλη liberal.gr