Ο επιχειρηματίας Δημήτρης Κοσβογιάννης, είναι το παράδειγμα του ανθρώπου που δεν υποβαθμίζει το όνειρό του για να χωρέσει στην πραγματικότητα αλλά αναβαθμίζει την αποφασιστικότητά του για να ταιριάξει με το πεπρωμένο του.
Στα 17 του χρόνια έφυγε από την Ελλάδα για να σπουδάσει νομικά στην Αμερική, στα 32 του χρόνια ως ιδιοκτήτης ναυτιλιακής και με αρκετά εκατομμύρια δολάρια στη Τράπεζα τα χάνει όλα και αρχίζει από την αρχή δουλεύοντας το πρωί ως δικηγόρος και το βράδυ ως σερβιτόρος και λαντζιέρης, για να φτάσει σήμερα να επενδύσει 1.000.000 ευρώ σε ένα νέο ξενοδοχείο στην Τήλο με την προοπτική να προχωρήσει άμεσα σε νέες επενδύσεις στα Δωδεκάνησα. Γι΄αυτή την συναρπαστική διαδρομή ζωής, τα παθήματα που έγιναν μαθήματα, την απόφαση να επιστρέψει στην Ελλάδα, την επιλογή της Τήλου, την εγκατάσταση στα Δωδεκάνησα και την «πάλη» με το τέρας της ελληνικής γραφειοκρατίας ο κ. Δ. Κοσβογιάννης μιλά σήμερα στη «δημοκρατική» και παρουσιάζει τα επόμενα σχέδιά του.
• Κύριε Κοσβογιάννη, θα ήθελα να ξεκινήσουμε την συνέντευξη ρωτώντας πώς λάβατε την απόφαση να επενδύσετε στην Τήλο.
Η απόφασή μου να επενδύσω στην Τήλο είναι αποτέλεσμα συγκυριών και συνθηκών. Δραστηριοποιούμαι για πολλά χρόνια στο εξωτερικό στον τομέα του τουρισμού και αυτό που διαπίστωσα αρχικά είναι η μεγάλη απόκλιση της παροχής υπηρεσιών στην Ελλάδα από τη φιλοσοφία του αυθεντικού, παραδοσιακού τουρισμού με την έννοια της φιλοξενίας και η σύγκλιση όλο και περισσότερο με αυτό που συμβαίνει στην Μύκονο ή στην Σαντορίνη, το οποίο είναι απολύτως θεμιτό αλλά δεν μπορεί να υπάρχει μόνον αυτή η επιλογή για τους επισκέπτες μας. Ελληνικός τουρισμός σημαίνει πρώτα απ΄όλα φιλοξενία, χαμόγελο, εξυπηρέτηση. Όπως συνέβαινε στα παλαιότερα χρόνια σε πιο αγνές εποχές όταν ένας διαβάτης χτυπούσε την πόρτα και ζητούσε φιλοξενία, με την ίδια εγκαρδιότητα πρέπει να φιλοξενούμε τους επισκέπτες στη χώρα μας. Κι αυτός ο χαρακτήρας φιλοξενίας θεώρησα ότι μπορεί να καλλιεργηθεί στην Τήλο. Η Τήλος διατηρεί ακόμα αυτές τις παραδοσιακές αξίες και ως τόπος μπορεί να υπηρετήσει αυτού του είδους τον τουρισμό, αυτόν που γνωρίσαμε στη δεκαετία του 1970, τότε που η μαζικότητα δεν είχε ακόμα επηρεάσει τον τρόπο που υποδεχόμασταν και φιλοξενούσαμε τους επισκέπτες μας. Αυτή η αυθεντικότητα έχει χαθεί από το τουριστικό μας προϊόν διότι όλα περιστρέφονται γύρω από το γρήγορο κέρδος που είναι θεμιτό αλλά όχι εις βάρος της αυθεντικής, ελληνικής, παραδοσιακής φιλοξενίας.
• Πώς ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας που δραστηριοποιείται στο εξωτερικό παίρνει την απόφαση να επενδύσει στην Ελλάδα και μάλιστα υπό αυτές τις δύσκολες συνθήκες μετά την πανδημία που τα νερά είναι ακόμα αχαρτογράφητα;
Αρχικά να πούμε ότι οποιαδήποτε επιχειρηματική κίνηση ενέχει ρίσκο ανεξαρτήτως συνθηκών, πολλώ δε μάλλον υπό αυτές τις πράγματι ιδιαίτερες συνθήκες. Το ζητούμενο είναι ποιο ποσοστό ρίσκου είναι διατεθειμένος να λάβει εκείνος που επιχειρεί. Ως Ελληνας, ήθελα να επενδύσω στη χώρα μου, είχα έναν μεγάλο πόθο να επιστρέψω στην πατρίδα μου. Εχω μια επιτυχημένη επιχειρηματική διαδρομή στο εξωτερικό αλλά πάντα στο μυαλό μου είχα να επιστρέψω στην Ελλάδα παρότι το ρίσκο ήταν και παραμένει μεγάλο διότι έφυγα από την πατρίδα μου στα 17 μου χρόνια και έκτοτε δεν είχα την πραγματική εικόνα για το τι συμβαίνει, παρά μόνο αυτό που έβλεπα στις επισκέψεις μου αλλά οπωσδήποτε αυτό δεν είναι το όλον. Γνώριζα ότι θα συναντήσω αστάθμητους παράγοντες χωρίς να μπορώ να τους προσδιορίσω όμως αυτό δεν το έβλεπα ως εμπόδιο αλλά ως μια μεγάλη πρόκληση. Δεν ήθελα να αφήσω τα κοκαλάκια μου -όπως λέμε στην καθομιλουμένη- στην Αμερική. Το παράδοξο βέβαια είναι ότι στην Αμερική ήμουν ο «Ελληνας» και στην Ελλάδα είμαι ο «Αμερικάνος».
• Ο «Αμερικάνος» λοιπόν, πότε παίρνει την απόφαση να επενδύσει στην Ελλάδα επιλέγοντας την Τήλο γι΄αυτό το εγχείρημα;
Πριν από περίπου δύο χρόνια.
• Και σε τι ποσό ανέρχεται αυτή η επένδυση;
Ανέρχεται στο 1.000.000 ευρώ μόνο για την αγορά των ακινήτων και τη διαμόρφωση σε ξενοδοχειακό χώρο. Δεν υπολογίζω σε αυτή την επένδυση τα χρήματα που απαιτήθηκαν για την διαμονή και την διατροφή των ανθρώπων που χρειάστηκε να απασχοληθούν μέχρι τη διαμόρφωση και τη λειτουργία της μονάδας, όμως σε ένα μικρό νησί όπως είναι η Τήλος είναι κι αυτά υπολογίσιμα στην τοπική οικονομία. Ειδικά στην περίοδο αυτή, που η Τουρκία τόσο προκλητικά στοχοποιεί τα νησιά μας στο Αιγαίο, θεωρώ ότι πρέπει να θεσπιστούν κίνητρα, για να ενισχυθούν πληθυσμιακά και οικονομικά. Εγώ δεν κατάγομαι από την Τήλο, επένδυσα όμως στην Τήλο και η επένδυσή μου αυτή δημιούργησε νέες θέσεις εργασίας παρότι δεν είχα ουσιαστική διευκόλυνση από το κράτος ήταν καθαρά δική μου απόφαση γιατί πέρα από οικονομική, για μένα είναι μια ψυχική και πνευματική επένδυση και πάντα είχα στο μυαλό μου την επιστροφή μου στην Ελλάδα από τα 17 μου χρόνια που έφυγα για σπουδές στην Αμερική.
• Μιλήστε μας για αυτή τη διαδρομή.
Όταν τελείωσα το σχολείο στα 17 -διότι κέρδισα χρονιά- πήγα στην Αμερική για σπουδές. Εφυγα από την Ελλάδα για να πάω να σπουδάσω νομική, εκεί οι σπουδές διαρκούν επτά έτη συνολικά. Αφού τέλειωσα και εξάσκησα για δύο χρόνια το επάγγελμα και δούλεψα για το αμερικανικό κράτος, κατάλαβα ότι δεν μου ταίριαζε αυτό το επάγγελμα. Ξαναπήγα λοιπόν για σπουδές και έκανα master στα ξενοδοχειακά επαγγέλματα.
• Πώς προέκυψε αυτή η στροφή;
Όχι πολύ ομαλά θα έλεγα, αλλά έχει ενδιαφέρον διότι δεν είχα σκεφτεί ποτέ να ασχοληθώ με τον κλάδο του τουρισμού. Όταν συνειδητοποίησα ότι δεν μου ταίριαζε ο κλάδος της νομικής, αποφάσισα να ασχοληθώ με το άλλο μου μεγάλο πάθος που είναι η θάλασσα. Ετσι λοιπόν άνοιξα μια ναυτιλιακή εταιρεία, στα 32 μου χρόνια ήμουν εκατομμυριούχος, είχα έξι πλοία. Όμως λόγω συγκυριών η εταιρεία έπεσε έξω, τα έχασα όλα και βρήκα δουλειά ως σερβιτόρος και έκανα και λάντζα, για να μπορώ να φροντίζω τον γιο μου. Μάλιστα αφού έπεσα έξω με χώρισε και η γυναίκα μου. Θυμάμαι μέχρι σήμερα έναν Κουβανό πιτσιρικά που ενώ σφουγγάριζα το πάτωμα του εστιατορίου, μου έκανε παρατήρηση με πολύ αυστηρό ύφος ότι δεν είχα καθαρίσει καλά μια γωνία και έπρεπε να την ξανακάνω. Αυτή η εμπειρία ήταν πολύ διδακτική για εμένα. Συνειδητοποίησα πόσο ευάλωτοι είμαστε ανά πάσα στιγμή και πώς όλα όσα θεωρούμε δεδομένα μπορούν να ανατραπούν εν ριπή οφθαλμού. Και πρέπει να ξέρετε ότι εγώ μεγάλωσα σε ένα εύπορο περιβάλλον, δεν μου έλειψε τίποτα ούτε αργότερα σπουδάζοντας, όμως τα έχασα όλα. Και το γεγονός ότι έπρεπε να εργαστώ για ανθρώπους που είχα μέχρι πρότινος στη δούλεψή μου για εμένα ήταν ένα μεγάλο μάθημα. Σε αυτά τα δύο χρόνια που απαιτήθηκαν για να ξανασταθώ στα πόδια μου, έμαθα να είμαι ταπεινός και να σέβομαι τη δουλειά του άλλου σε κάθε βαθμίδα και σε κάθε επίπεδο. Σε αυτά λοιπόν τα δύο χρόνια που συνειδητοποίησα ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο, ανακάλυψα και την αγάπη μου για το σέρβις.
• Πού συνέβησαν αυτά κ. Κοσβογιάννη;
Στο Μαϊάμι, όπου διέμενα και όταν τα έχασα όλα βρήκα δουλειά σε εστιατόριο. Τότε έκανα δύο δουλειές. Το πρωί εργαζόμουν ως δικηγόρος στον κλάδο της κρουαζιέρας όπου είχα εμπειρία στο αντικείμενο και το βράδυ εργαζόμουν στο εστιατόριο. Μάλιστα το βράδυ στο εστιατόριο έβλεπα αντιδίκους που είχα το πρωί, οι οποίοι έρχονταν για φαγητό και με έβλεπαν να εργάζομαι ως σερβιτόρος. Στην αρχή ντρεπόμουν, τούς έλεγα ότι είχα χάσει ένα στοίχημα και γι’ αυτό ήμουν εκεί. Βέβαια, αφού με έβλεπαν εκεί και δεύτερη και τρίτη και τέταρτη εβδομάδα κατάλαβαν ότι δεν ήταν στοίχημα αλλά ήταν η δεύτερη δουλειά μου.
Στη συνέχεια το πήρα πατριωτικά που λένε, κι ήμουν περήφανος που έκανα δύο δουλειές και εργαζόμουν 16 ώρες την ημέρα. Τότε λοιπόν, γεννήθηκε το πάθος μου για το σέρβις και αντιλήφθηκα τη φιλοσοφία γύρω από το επάγγελμα. Στη συνέχεια με προσέλαβε μια άλλη εταιρεία στην Τζαμάικα, αργότερα έγινα διευθυντής των εστιατορίων της κι εκεί κατάλαβα ότι πρέπει να πάρω και μια δεύτερη εκπαίδευση για να έχω και τη γνώση πέρα από την εμπειρία. Οπότε πήγα σε ένα άλλο Πανεπιστήμιο, έκανα ενάμιση χρόνο master. Στη συνέχεια έγινα διευθυντής ξενοδοχείου, από διευθυντής έγινα συνέταιρος σε έναν όμιλο real estate, αγοράσαμε το πρώτο ξενοδοχείο και από εκεί και πέρα τα υπόλοιπα είναι ιστορία… Αλλά μπορώ να πω ότι σε αυτόν τον τομέα ξεκίνησα μόνος και αυτοδημιούργητος. Προφανώς δεν προέρχομαι από ένα περιβάλλον που μου στέρησε πράγματα, αλλά επίσης κανένας δεν μου χάρισε τη θέση μου στον ξενοδοχειακό κλάδο.
• Η εμπειρία προφανώς της ναυτιλιακής που ναυάγησε ήταν το σκαλοπάτι για να φτάσετε εδώ που είστε σήμερα.
Ναι, ήταν το πρώτο σκαλοπάτι μιας μεγάλης σκάλας. Εγώ πάντα πήγαινα στην εκκλησία γιατί μας πήγαινε ο πατέρας μου και με τα χρόνια έχω αποκτήσει δέος για τη Θεία Πρόνοια. Το λέω αυτό, γιατί η ναυτιλιακή εταιρεία μού έδωσε την ευκαιρία να μάθω ισπανικά και πορτογαλικά τα οποία με βοήθησαν για να γίνω συνέταιρος αργότερα με Ισπανούς οι οποίοι με βοήθησαν να ανοίξω και να αποκτήσω ξενοδοχεία.
• Τα οποία τα διατηρείτε;
Οχι. Τα πούλησα όταν αποφάσισα να επιστρέψω στην Ελλάδα και διατηρώ μόνο ένα ξενοδοχείο στην Τζαμάικα.
• Στα τελευταία χρόνια, γίνονται συνέχεια προσκλήσεις σε επενδυτές που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό, Ελληνες και μη, για να έρθουν στην Ελλάδα να επιχειρήσουν και θα ήθελα να μου περιγράψετε την εμπειρία σας.
Οι πολιτικοί και -θα μου επιτρέψετε τον όρο- οι πολιτικάντηδες λένε πολύ ωραία λόγια αλλά κανένας από αυτούς δεν έχει περάσει από αυτή τη διαδικασία. Απευθύνουν προσκλήσεις και μιλούν για απλουστεύσεις διαδικασιών χωρίς όμως να έχουν περάσει οι ίδιοι από αυτή τη βάσανο, γιατί για βάσανο πρόκειται. Θα ήθελα πολύ να διηγηθώ στους αρμόδιους κρατικούς φορείς, εκείνους που μπορούν να αλλάξουν ή να επηρεάσουν το αποτέλεσμα, την εμπειρία μου ως νέος επενδυτής στην Ελλάδα. Με βεβαιότητα σας λέω ότι οι συνθήκες είναι δυσμενείς για να αποφασίσει κάποιος να επενδύσει στην Ελλάδα και μάλιστα δεν είναι μόνο δυσμενείς είναι εχθρικές, αποτρεπτικές. Η υφιστάμενη γραφειοκρατία δεν ευνοεί τις επενδύσεις, το υφιστάμενο σύστημα πνίγει τον επενδυτή ο οποίος πρέπει να έχει πείσμα και ένα ισχυρό κίνητρο για να επιμείνει. Είναι πολύ μα πάρα πολύ εύκολο να απευθυνθεί σε άλλες χώρες, που όχι μόνο δεν είναι εχθρικές απέναντί του, αλλά αντιθέτως του ανοίγουν τον δρόμο για επενδύσεις. Εδώ στην Ελλάδα υπάρχει μια τεράστια συγκέντρωση αρμοδιοτήτων και καθηκόντων στα μεγάλα αστικά κέντρα, που αποδυναμώνουν τις μικρές περιοχές. Ενας Δήμος δεν μπορεί να εξαρτάται ούτε από το γειτονικό νησί ούτε από τα Υπουργεία, και δεν σας μιλώ καν για την υπογραφή εγγράφων. Σας μιλώ για τη διαδικασία που πρέπει κανείς να ακολουθήσει για να στήσει μια εταιρεία. Είναι ποτέ δυνατόν να πληρώνουμε φόρο κεφαλαίου για μια εταιρεία ΙΚΕ η οποία είναι υπό σύσταση, που ακόμα δεν ξέρει τι κεφάλαια θα χρειαστεί για να επενδύσει; Είναι ποτέ δυνατόν να περνάμε από δύο φορείς, Εφορία και ΓΕΜΗ, για να αλλάξουμε έδρα; Η γενική συγκεντρωτική μονάδα φορολογίας θα πρέπει να διαχειρίζεται τις αλλαγές ή αν δεν μπορεί να το κάνει, να αναθέσει την αρμοδιότητα σε μια τοπική μονάδα. Το κράτος έχει πολλές επιλογές για να συλλέγει και να χρεώνει φόρο, δεν είναι φρόνιμο οι φόροι να επιβάλλονται στην αρχή της διαδρομής, αυτό πρέπει να γίνεται μετά.
• Δεν υπάρχει φιλικό επενδυτικό περιβάλλον μας λέτε, όπως αυτό που θέλουμε να περάσουμε προς τα έξω.
Οχι μόνο δεν υπάρχει αλλά είναι εχθρικό. Τι να πω, δεν καταλαβαίνω π.χ. τι ακριβώς κάνει ένας διευθυντής τοπικού καταστήματος τράπεζας, που δεν έχει την δικαιοδοσία να πάρει αποφάσεις για το κατάστημά του. Εδειξα τραπεζικούς λογαριασμούς εξωτερικού με καταθέσεις 2.000.000 δολαρίων και η Τράπεζα εδώ δεν μου ενέκρινε πιστωτική κάρτα με όριο 5.000 ευρώ! Τους έδειξα πιστωτικές κάρτες με όριο 50.000 δολαρίων και εδώ δεν μου δίνουν κάρτα με όριο 5.000 ευρώ. Και προφανώς κανένας επιχειρηματίας δεν θέλει να επενδύσει με δικά του χρήματα, αυτός είναι ο νόμος της αγοράς.
• Υπήρξε χρονική καθυστέρηση στην επένδυση εξαιτίας αυτών των στρεβλώσεων;
Θα μπορούσα να είχα. Αν εγώ βασιζόμουν στη ρευστότητα από την τράπεζα, δεν θα είχε γίνει ποτέ η επένδυση του 1.000.000 ευρώ στην Τήλο. Εγώ ζήτησα ένα δάνειο 250.000 ευρώ με προσημείωση κτηρίων που η αξία τους ξεπερνά τα 500.000 ευρώ.
• Και πότε πήρατε το δάνειο;
Ποτέ!
• Αρα η επένδυση είναι από ίδια κεφάλαια;
Ναι, όλα, τα πάντα.
• Παρά τις δυσκολίες που μας περιγράφετε έχετε πάντως στα πλάνα σας να επενδύσετε και σε άλλα νησιά.
Ναι, έχω στο πλάνο μου να επενδύσω «τρία στα τρία», δηλαδή τρία ξενοδοχεία, σε τρία νησιά, σε τρία χρόνια. Και μπορώ να πω ότι ο μόνος ο οποίος συμμερίστηκε το όραμά μου είναι ο κατασκευαστής του ξενοδοχείου, η εταιρεία Μοσκιού που μου έκανε διευκολύνσεις στις πληρωμές, διότι κατάλαβε ακριβώς τις δυσκολίες που αντιμετώπισα με το ελληνικό κράτος. Επίσης με βοήθησε η δημοτική αρχή της Τήλου και η δήμαρχος κ. Μαρία Καμμά Αλιφέρη που με κατατόπισε για να καταφέρω να βγάλω άκρη με το ελληνικό δημόσιο, στο βαθμό που της επιτρεπόταν και που έχει δικαιοδοσία. Εχω εντοπίσει ένα ακίνητο στη Λέρο και θα πάμε με τους συνεργάτες μου στο νησί για να κάνουμε μια έρευνα πριν πάρουμε οριστικές αποφάσεις, για να δούμε τι χρειάζεται το νησί, τι λείπει, πώς μπορούμε να επενδύσουμε όπως κάναμε και στην Τήλο όπου συναντήσαμε βέβαια και μια παθητική αντίσταση αρκετών κατοίκων εδώ οι οποίοι αρχικά είχαν δει την επένδυση ως “εισβολή ξενιστών”, όπως τα ψάρια που εισβάλλουν σε νέα νερά. Ξέρετε, υπάρχει πάντα η ασφάλεια της ρουτίνας αλλά αν επαναπαυθείς στη ρουτίνα δεν θα εξελιχθείς ποτέ, κι ας πούμε ότι εμείς με την επένδυση αυτή ταράξαμε λίγο τα νερά αρχικά. Στόχος μας είναι να ανακαλύψουμε νησιά παρόμοια με την Τήλο που προσφέρουν αυτή την ευκαιρία για να επενδύσουμε στον τουρισμό με τη φιλοσοφία που σας ανέπτυξα στην αρχή της συζήτησής μας. Ομως ομολογώ ότι αν ήμουν νεότερος ίσως να είχα εγκαταλείψει την προσπάθεια, αλλά είμαι απολύτως συνειδητοποιημένος για την απόφασή μου να επενδύσω στην Ελλάδα, να επιστρέψω στη χώρα μου και να επιμείνω. Εγώ θέλω να στείλω ένα μήνυμα σε όσους νέους επενδυτές βρίσκονται στη δικιά μου θέση ώστε να είναι προετοιμασμένοι για το τι θα βρουν μπροστά τους κι αυτά τα εμπόδια να μην λειτουργήσουν αποτρεπτικά. Εγώ είμαι κάτοικος Τήλου πλέον και επιμένω για να στεφθούν όλα με επιτυχία, αλλά να ξέρετε ότι κανένας ξένος επενδυτής δεν πρόκειται να δεχθεί να γίνονται διαπραγματεύσεις για τα δικαιώματά του.
Δεν μιλάμε για διαπραγματεύσεις που αφορούν χαριστική πράξη, μιλάμε για διαπραγματεύσεις που αφορούν νομικά κατοχυρωμένα δικαιώματα. Προσπαθώ να τα επιλύσω, τα παρακολουθώ διότι αντιλαμβάνομαι και τον παλμό της τοπικής κοινωνίας, όμως αυτά δεν πρόκειται να τα ανεχθούν άλλοι επενδυτές που έχουν επικεντρωθεί στο οικονομικό όφελος αποκλειστικά. Είναι βέβαια η ίδια κοινωνία που θα σε καλοδεχτεί, θα σε εμπιστευτεί, θα σου πουλήσει με πίστωση και που θα σου πει καλημέρα το πρωί. Είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Πριν από μερικές εβδομάδες παρουσιάστηκε στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας και σε υπουργούς της κυβέρνησης το πρόγραμμα κυκλικής οικονομίας “Just Go Zero Tilos” το οποίο είναι πρωτοποριακό παγκοσμίως στην ανακύκλωση, αλλά αυτό το πρόγραμμα δεν μπορεί να σταθεί από μόνο του σε ένα νησί. Απαιτείται ολιστική προσέγγιση για την ανάπτυξη ενός νησιού η οποία πρέπει να περιλαμβάνει και την επίλυση των προβλημάτων που σας προανέφερα. Μέσα από αυτή τη συνέντευξη θέλω να αφυπνίσουμε τους απρόσωπους, τους άγνωστους-γνωστούς αρμόδιους για να αντιληφθούν ότι πρέπει να αλλάξει ο τρόπος αντιμετώπισης ενός επενδυτή στην Ελλάδα αν πράγματι θέλουμε να προσελκύσουμε επενδύσεις που θα εξελίξουν τη χώρα μας, θα συνδράμουν στην ανάπτυξή της και βεβαίως στην οικονομία. Απαιτούνται ριζικές αλλαγές, κι αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό.