Η Έλενα Αρτζανίδου γεννήθηκε στη Waldsassen της Γερμανίας. Στα εννιά της χρόνια, η παραμονή της στην Ελλάδα οριστικοποιήθηκε στο Μαυρονέρι του νομού Κιλκίς και αργότερα στη Θεσσαλονίκη. Είναι πτυχιούχος της Σχολής Νηπιαγωγών Καρδίτσας καθώς και του Παιδαγωγικού Τμήματος Νηπιαγωγών του Α.Π.Θ. και το 1987 ξεκίνησε από τη Ρόδο την πορεία της ως εκπαιδευτικού.
Από το 1996 ασχολείται με τη συγγραφή παιδικών βιβλίων. Στο βιβλίο της “Ένα ζευγάρι κόκκινα αθλητικά παπούτσια” που κυκλοφόρησε το 2003, ο κεντρικός ήρωας είναι Ρόδιος και ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας εκτυλίσσεται στο νησί. Το βιβλίο ανήκει στα best seller της εποχής, και το δεύτερό του μέρος, «Τα Κόκκινα Χρυσά Παπούτσια» πραγματευόταν την εξέλιξη και ενηλικίωση του ήρωα. Οι δύο ιστορίες διασκευάστηκαν από το Αριστοτέλειο Κολέγιο Θεσσαλονίκης και παρουσιάστηκαν στο Θέατρο Κήπου Θεσσαλονίκης το 2004.
Σε συνέντευξη της στη «δ», η Έλενα Αρτζανίδου μιλά για την πορεία της στον χώρο της εκπαίδευσης και τον συναρπαστικό κόσμο του παιδικού-εφηβικού βιβλίου.
• Η Ρόδος ήταν η αφετηρία σας στο χώρο της εκπαίδευσης. Ποιες είναι οι σχέσεις σας σήμερα με το νησί;
Στη Ρόδο ήρθα για πρώτη φορά το 1987 ως νεοδιόριστη νηπιαγωγός και έμεινα μέχρι το 1991. Εδώ έδωσα τον όρκο να προσφέρω τα μέγιστα στην εκπαίδευση, ψυχή τε και σώματι. Τοποθετήθηκα αρχικά στο νηπιαγωγείο Μασάρων, στη συνέχεια στα Μαριτσά και στο τέλος στο 17ο νηπιαγωγείο στην πόλη, που σήμερα δεν υπάρχει.
Και να που μετά από πολλά χρόνια, συνταξιοδοτήθηκα και κλείνω αυτό το μεγάλο κύκλο στην εκπαίδευση με ένα ταξίδι στη Ρόδο. Βέβαια μέχρι το 2014 επισκεπτόμουν κάθε καλοκαίρι ανελλιπώς το νησί επί 40 ημέρες, συναντούσα φίλους και γνωστούς με τους οποίους ακόμη διατηρώ επαφές.
• Ποια είναι η άποψή σας για το χώρο της εκπαίδευσης σήμερα στην Ελλάδα, και ιδιαίτερα στις μέρες μας που είδαμε τη διαδικτυακή διδασκαλία να αυξάνεται με γρήγορους ρυθμούς;
Έγινε δυναμικά η εκκίνηση μου στο χώρο της εκπαίδευσης. Πολλά άλλαξαν από τότε. κατά την προσωπική μου άποψη, μέχρι και το 1997 η εκπαίδευση βρισκόταν στο καλύτερο σημείο που έχει φθάσει ποτέ. Όχι ότι απαξιώνω το σήμερα. Πιστεύω απλώς ότι ο εκπαιδευτικός έχει καταλήξει να επιτελεί έναν πιο διεκπεραιωτικό- διοικητικό ρόλο.
Ορκιστήκαμε ως εκπαιδευτικοί να μας απασχολεί η παιδεία, η καλλιέργεια και η κοινωνικοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Ενώ όμως έχουμε αυτή την αποστολή, το σύστημα αναγκάζει τον εκπαιδευτικό και ειδικά το νηπιαγωγό, να ασχολείται περισσότερο με διοικητικής φύσεως ζητήματα, πράγμα ανεπίτρεπτο και άδικο.
Και είναι άδικο καθώς διαχρονικά, όσο δύσκολες και πιεστικές και αν είναι οι συνθήκες, ο εκπαιδευτικός έχει αποδείξει ότι μπορεί να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, τουλάχιστον στο μεγαλύτερο ποσοστό.
Πάντα οι εκπαιδευτικοί κατέθεταν την ψυχή τους. Σήμερα-λόγω της πανδημίας-το εκπαιδευτικό έργο είναι ακόμη πιο δύσκολο. Το να ασχοληθεί κανείς με την ψυχούλα των παιδιών, να εξηγήσει πώς θα προστατευθούμε από τον ιό, πώς θα ελιχθούμε μέσα σε όλη αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση, αποτελεί μεγάλη πρόκληση.
Η μεγαλύτερη πρόκληση όλων είναι όμως η τηλεκπαίδευση. Και πράγματι οι εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων αλλά και τα παιδιά ανταποκρίθηκαν όσο καλύτερα μπορούσαν σε αυτή την άγνωστη μέχρι πρότινος μέθοδο διδασκαλίας.
Όμως τελικά η τηλεκπαίδευση δεν εξυπηρετεί παρά μόνο μαθησιακές ανάγκες. Η κοινωνικοσυναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω της όποιας ηλεκτρονικής πλατφόρμας.
Εύχομαι με υγεία και δύναμη να πορευτούν γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικοί αυτή τη χρονιά, χωρίς να χρειαστεί να απομακρυνθούν τα παιδιά από το σχολικό περιβάλλον ούτε μία στιγμή. Να αγκαλιάσουν ο ένας τον άλλο. Σίγουρα λάθη γίνονται κα θα γίνουν… Απαιτείται όμως αλληλοκατανόηση. Μπορεί εύκολα να στοχοποιούμε τον καθένα, όμως κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τα προβλήματα εκ των έσω.
• Ανήκετε στους καταξιωμένους συγγραφείς παιδικού-εφηβικού βιβλίου. Πώς προέκυψε αυτή σας η ενασχόληση;
Παράλληλα με την εκπαίδευση, ξεκίνησε η πορεία μου ως συγγραφέας. Δεν ανήκω σε αυτούς που από παιδιά έλεγαν ότι θα γίνουν συγγραφείς. Και πώς να το έλεγα άλλωστε…
Έχοντας γεννηθεί και μεγαλώσει στο εξωτερικό και έχοντας φοιτήσει σε σχολείο μητρικής, είχα κάποια τραύματα με την ελληνική γλώσσα. Πάλεψα πολύ να βελτιώσω τα ελληνικά μου. Ποτέ δεν είχα ονειρευτεί ότι θέλω να γίνω συγγραφέας.
Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα απομονωνόμουν πολύ στη βεράντα της πίσω αυλής του πατρικού μου στο Μαυρονέρι του Κιλκίς και έπλαθα ιστορίες. Ήταν μία συνήθεια που με γαλήνευε… Δεν αποτύπωνα ποτέ τις σκέψεις μου στο χαρτί. Σε κάποια έγραψα μία ιστορία νομίζοντας ότι θα σκαρώσω ένα μικρό έργο για το θεατρικό παιχνίδι στην τάξη.
Τελικά αυτή η ιστορία έφτασε να εκδοθεί το 1997 με τον τίτλο “Φιλαρέτη και Πάτης”. Και όταν η Έλενα Πατάκη μου είπε ότι περιμένει το επόμενο βιβλίο μου ταράχτηκα, ένιωσα πώς ήταν αδύνατο. Το πρώτο το έγραψα μηχανικά… Είχα την ιστορία μέσα στο μυαλό μου… Τελικά όμως όταν μπαίνεις στο χορό μαθαίνεις να χορεύεις.
• Ποικίλουν τα θέματα και τα είδη των βιβλίων που έχετε παρουσιάσει μέχρι σήμερα. Από πού αντλείτε έμπνευση και ποια είναι τα βασικά μηνύματα που θέλετε να περάσετε μέσα από τα βιβλία σας στους νεαρούς αναγνώστες;
Μετά από 25 χρόνια εμπειρίας, μπορώ να πω ότι παρατηρώ τα πάντα συνειδητά και ακούω πολύ. Αυτό νομίζω πως συμβαίνει με κάθε συγγραφέα. Παίρνεις ερεθίσματα από όσα συμβαίνουν γύρω σου. Πολλά πράγματα είναι αχρείαστα. Όμως κάθε έντονο συναίσθημα είναι πάντα εκεί, έτοιμο να εκφραστεί. Έχω ασχοληθεί με πολλά είδη, με το παιδικό, το πολύ παιδικό, το εφηβικό προεφηβικό βιβλίο και έχω γράψει επίσης τρία βιβλία ενηλίκων…
Εκείνο που με απασχολεί πάντα και θέλω να φωτίζω και να αναδεικνύω, είναι οι αξίες φιλίας οικογένειας, ενσυναίσθησης όπως και η μεγάλη αγάπη που τρέφω από παιδί για το περιβάλλον.
Πολλές φορές δεν χρειάζεται να κάνεις μεγάλες πράξεις. Ακόμη και οι μικρές χειρονομίες έχουν αξία, το να μη πετάς το σκουπίδι σου κάτω είναι το πρώτο μικρό και συνάμα το πιο μεγάλο γεγονός.
Το να καθαρίζεις το πεζοδρόμιο μπροστά από το κατώφλι του σπιτιού σου και να μη περιμένεις από το δήμο, είναι μία άλλη μεγάλη τομή…
Αυτά τα μηνύματα θέλω να περάσω στα παιδιά. Από τη γέννησή τους μέχρι και τα 10 τους είναι τα καθοριστικά χρόνια για να τους εμπνεύσεις αξίες, να αγαπήσουν τον εαυτό τους, να σέβονται το συνάνθρωπο και το περιβάλλον στο οποίο ζουν.
• Προταθήκατε στη Βραχεία Λίστα Εφηβικού Βιβλίου από τον Κύκλο Παιδικού Ελληνικού Βιβλίου, το 2020 με το βιβλίο σας «Η Ξένη στο Ρήνο». Μιλήστε μας για την ιστορία πίσω από το βιβλίο αυτό…
Από το 2012 έως το 2019 επισκεπτόμουν ανελλιπώς τα ελληνικά σχολεία στη Γερμανία καλεσμένη συλλόγων, φορέων ή φίλων για να παρουσιάσω τα βιβλία μου, να συνομιλήσω με τα παιδιά και τους γονείς τους.
Έχω βρεθεί σε πάρα πολλές πόλεις, στο Ντόρτμουντ, στη Φρανκφούρτη, στο Ντίσελντορφ, στη Στουτγάρδη, στο Βούπερταλ… Την περίοδο μεταξύ του 2014 και του 2017 άρχισαν να εμφανίζονται οι νέοι Έλληνες μετανάστες… με τα παιδιά τους τα οποία με πλησίαζαν και με ρωτούσαν γιατί έπρεπε να έρθουν και να ζήσουν σε μία ξένη χώρα. Αυτό το γιατί, η απορία των παιδιών γιατί έπρεπε να βρίσκονται μακριά από τους φίλους και την πατρίδα τους και τα μάτια να γυαλίζουν από το δάκρυ, με συγκλόνιζαν.
Το πιο δυνατό «γιατί» το άκουσα στο Βερολίνο το 2019 στο ελληνογερμανικό σχολείο. Στο τέλος της παρουσίασης ήρθε η 11χρονη Έλενα από τη Θεσσαλονίκη που μόλις είχε μετακομίσει στη Γερμανία… Μου είπε ότι δεν ήθελε να ζει εκεί… Αυτά τα γιατί άρχισαν να με γρατζουνάνε τις δικές μου χορδές, αφού κι εμένα ως παιδί με απασχολούσαν αντίστοιχα ερωτήματα…
Μετά το Βερολίνο επισκέφθηκα το Ντίσελντορφ και έμεινα σε ένα ξενοδοχείο δίπλα στον ποταμό Ρήνο. Εκεί κάτι μαγικό συνέβη. Ένιωσα ότι βλέπω την ηρωίδα της ιστορίας που γεννήθηκε στο μυαλό μου. Περπατούσα κάτω στον ποταμό και την πρώτη σελίδα του βιβλίου την έγραψα εκεί…
Μέσα από την Ξένη θέλησα να πω πώς όπου και αν βρίσκεσαι, ποτέ δεν αποκόπτεσαι από τη ρίζα σου, την πατρίδα είτε την οικογένεια σου. Φτάνει μόνο να συντηρείς τη ρίζα αυτή, να τη φροντίζεις. Αυτό το μήνυμα θέλησα να περάσω με το συγκεκριμένο βιβλίο
Με έχει στιγματίσει η μετανάστευση, όχι απαραίτητα αρνητικά. Θα έλεγα πώς είναι ευλογία… Μπορώ να χαρώ με τον κάθε Έλληνα του εξωτερικού που διαπρέπει, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι δεν είναι καθόλου εύκολο. Η ζωή στην ξενιτιά δεν είναι εύκολη ούτε για το μεγαλύτερο επιστήμονα. Καθένας έχει καταβάλει μεγάλες προσπάθειες για να φτάσει εκεί που έχει φτάσει.
• Το βιβλίο σας Gastarbeiter-Η οδυνηρή φυγή, ένα από τα τρία μυθιστορήματα ενηλίκων που έχετε γράψει, δημιουργήθηκε από την ανάγκη σας να διηγηθείτε τα προσωπικά σας βιώματα γύρω από τη μετανάστευση;
Το Γκάσταρμπάιτερ-Η οδυνηρή φυγή εκδόθηκε το 2012, το οποίο είχα ξεκινήσει να γράφω πολύ νωρίτερα και ολοκλήρωσα στη Ρόδο στο Διεθνές Κέντρο Συγγραφέων και Μεταναστών όπου έμεινα έξι καλοκαίρια και με την ευκαιρία θέλω να εκφράσω τις ευχαριστίες μου για τη φιλοξενία.
Όταν λοιπόν έγραφα το βιβλίο, είχα την τύχη να βρίσκεται ακόμη στη ζωή ο πατέρας μου από τον οποίο ζήτησα να μου γράψει κάποιες εμπειρίες του από τη ζωή στη Γερμανία. Εγώ έβλεπα τα πράγματα από τη σκοπιά του παιδιού και με βοήθησαν οι συζητήσεις με τους γονείς και οι περιγραφές να κατανοήσω καλύτερα όλα όσα βίωσαν όσοι ξεριζώθηκαν τότε από την πατρίδα αναζητώντας καλύτερη τύχη στα ξένα. Χρειάστηκε να κάνω και έρευνα για τα γεγονότα που διαδραματιζόταν εκείνη την περίοδο στην Ελλάδα, καθώς θέλησα να γράψω την αληθινή ιστορία των Ελλήνων που από το ‘60 μέχρι το ‘74 μετανάστευσαν στη Γερμανία και να αναδείξω ταυτόχρονα όσα διαδραματίζονταν τότε στην πατρίδα.
Μέσα λοιπόν από αυτό το βιβλίο με ανακάλυψε η Κωστούλα Τωμαδάκη καταξιωμένη σκηνοθέτιδα και συγγραφέας που έχει γυρίσει το ντοκιμαντέρ «Η μητέρα του σταθμού» το οποίο παρουσιάζει τις ιστορίες γυναικών γύρω από τη μετανάστευση το ΄60 και το ΄70 στη Γερμανία και είναι μεγάλη μου χαρά και τιμή να συμμετέχω σε αυτό.
• Γνωρίζω πώς πάντα έχετε κάτι νέο στα σκαριά… Τι καινούριο να περιμένουμε;
Από ένα ξένο ντοκιμαντέρ που έτυχε να παρακολουθήσω στην ΕΡΤ, προέκυψε μία ιδέα που μετατράπηκε σε βιβλίο και θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Ψυχογιός τον χειμώνα. Θα είναι ένα νέο είδος βιβλίου, το οποίο πιστεύω ότι θα συζητηθεί. Δεν μπορώ όμως να αποκαλύψω περισσότερα.