Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά. Οι συνολικές οικονομικές απώλειες που προκλήθηκαν από ακραίες καιρικές και κλιματικές συνθήκες στην Ευρώπη κατά την περίοδο 1980-2016 ανήλθαν σε πάνω από 450 δισ. ευρώ. Επίσης, για την ίδια πάντα χρονική περίοδο ακραία καιρικά φαινόμενα όπως καύσωνες, παρατεταμένες ξηρασίες αλλά και δασικές πυρκαγιές προκάλεσαν απώλειες 89.873 ζωών σε όλη την Ευρώπη. Τα στατιστικά αυτά αναφέρθηκαν κατά τη διάρκεια παρουσίασης της νέας έκθεσης του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και τη διαχείριση των καταστροφών στις Βρυξέλλες.
Όπως η Euractiv.gr μεταδίδει «η έκταση των καταστροφών μετά τις δασικές πυρκαγιές, τις πλημμύρες, τις καταιγίδες όχι μόνο στην Ευρώπη και αλλού, έχει δείξει ότι το κόστος της μη δράσης για την κλιματική αλλαγή, καθώς και της προσαρμογής και της πρόληψης είναι εξαιρετικά υψηλό. Η έκθεσή μας δείχνει ότι οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν αρχίσει να προετοιμάζονται, αλλά πρέπει να γίνουν περισσότερα ξεκινώντας από την καλύτερη συνοχή για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας και τη μείωση των κινδύνων», δήλωσε ο Hans Bruyninckx, Εκτελεστικός Διευθυντής του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος.
Το μεγαλύτερο μερίδιο των οικονομικών επιπτώσεων προκλήθηκαν από πλημμύρες (περίπου 40%), ακολουθούμενες από τις καταιγίδες (25%), τις ξηρασίες (περίπου 10%) και τα κύματα καύσωνα (περίπου 5%). Η ασφαλιστική κάλυψη όλων αυτών των κινδύνων ανέρχεται συνολικά περίπου στο 35%. Είναι ενδεικτικό επίσης ότι ένα μεγάλο μερίδιο των συνολικών ζημιών προκλήθηκε από ένα μικρό αριθμό γεγονότων.
Όσον αφορά τις επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία, τα κύματα καύσωνα είναι τα πιο θανατηφόρα, ειδικά για τις ευάλωτες ομάδες όπως οι ηλικιωμένοι, εξαιτίας, για παράδειγμα, της επιδείνωσης των αναπνευστικών και καρδιαγγειακών παθήσεων που επιδεινώνεται από την ατμοσφαιρική ρύπανση. Οι πλημμύρες, οι κατολισθήσεις και οι δασικές πυρκαγιές προκαλούν επίσης θανάτους, αλλά λιγότερους από τα κύματα καύσωνα.
«Πέντε χρόνια μετά την εκπόνηση της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την Προσαρμογή βρισκόμαστε ενώπιον ενός κόσμου που αντιμετωπίζει πολλαπλούς κινδύνους. Είμαστε ικανοποιημένοι για το γεγονός ότι 25 χώρες της ΕΕ έχουν υιοθετήσει εθνικές στρατηγικές για την προσαρμογή» είπε η κα. Slingenberg από τη Γενική Διεύθυνση της Επιτροπή για τη δράση για το Κλίμα ενώ επίσης ανέφερε σχετικά με τη χρηματοδότηση της προσαρμογής «επιθυμούμε να προχωρήσουμε με την ενσωμάτωση (mainstreaming) της προσαρμογής στον κοινοτικό προϋπολογισμό και έχοντας μια άριστη συνεργασία με τη ΓΔ Περιφερειακής πολιτικής της Κομισιόν έχουμε προβλέψει 50 δις ευρώ στα διαρθρωτικά ταμεία για τη χρηματοδότηση της προσαρμογής ενώ ο συνολικός προϋπολογισμός τόσο για το μετριασμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου όσο και για την προσαρμογή θα ανέλθει περίπου στα 150 δισ. ευρώ» είπε.
Υπενθυμίζουμε ότι η Ελλάδα είναι από τις τελευταίες χώρες της ΕΕ που εκπόνησε Εθνική Στρατηγική υπό τον κίνδυνο απένταξης έργων ύψους 5 δις ευρώ από την νέα προγραμματική περίοδο (2014-2020). Απαντώντας σε ερώτηση της Euractiv.gr για το διεθνή ρόλο της ΕΕ στην κλιματική πολιτική η κα. Slingenberg απάντησε ότι «είναι αλήθεια ότι όσον αφορά την στρατηγική για την προσαρμογή η ΕΕ έχει ακολουθήσει μια εσωστρεφή πολιτική. Θα πρέπει να συνδυάσουμε τις πολιτικές για την αναπτυξιακή συνεργασία, τη βιώσιμη ανάπτυξη και φυσικά για την προσαρμογή σε μια ενιαία γραμμή έτσι ώστε πάντα σύμφωνα με το πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού να επιτύχουμε ένα εποικοδομητικό διάλογο με τους εταίρους μας στις αναπτυσσόμενες χώρες».
«Φέτος είναι μια από τις χειρότερες χρονιές. Είχαμε τις μεγαλύτερες πυρκαγιές στη Χιλή, τους κυκλώνες Ίρμα και Μαρία στην Αμερική την Οφήλια στην Ευρώπη και τις χειρότερες πυρκαγιές στην Ευρώπη, ενώ η περίοδος των δασικών πυρκαγιών άρχισε φέτος τον Απρίλιο-Μάϊο ενώ ακόμη δεν έχουν σταματήσει όπως βλέπουμε στην Πορτογαλία όπου θρηνούμε πάνω από εκατό νεκρούς» είπε ο κ. Luchner εκπροσωπώντας τη ΓΔ για την Πολιτική Προστασία και τις Ανθρωπιστικές Επιχειρήσεις. «Κάθε έτος οι καμένες δασικές εκτάσεις ανέρχονται περίπου στα 600.000 στρέμματα ενώ φέτος έχουμε φτάσει στα πάνω από 1.800.000 στρέμματα» δήλωσε ο κ. Luchner.
Καθημερινή