Με αφορμή την περίπτωση του σκληρού και απάνθρωπου βασανισμού που υπέστη ο Όλιβερ, το χάσκι στην Αράχωβα, έρχονται στο φως διάφορα, ανάλογα περιστατικά που σημειώθηκαν (και δυστυχώς, συνεχίζονται) και στην Ρόδο.
Αυτό καταγγέλλει με δηλώσεις της στην ‘δημοκρατική’, η πρόεδρος της Φιλοζωικής Ρόδου κα Γιούλα Διμέλη, επισημαίνοντας πως ενώ υπάρχει το νομικό πλαίσιο, δεν είναι τόσο αυστηρό που να αποτρέπει τους υποψήφιους βασανιστές ζώων, να προβαίνουν σε τέτοιες αποτρόπαιες πράξεις.
«Δυστυχώς, έχουμε βρει πάρα πολλά ζώα κακοποιημένα, σε άθλια κατάσταση από βασανισμούς που υπέστησαν, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις, ζώα που έπεσαν θύματα… κτηνοβασίας. Στην συντριπτική πλειοψηφία, εντοπίζουμε ζώα στην Ρόδο (σκυλιά, άλογα, κατσίκα, αιγοπρόβατα αλλά και γάτες) εγκαταλελειμμένα σε διάφορα σημεία και μάλιστα δύο με τρεις φορές την εβδομάδα, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές, που βρίσκουμε κουτάβια μέσα σε σκουπίδια, σε σακούλες κ.λπ.
Παρά το γεγονός πως υπάρχει μεγάλη κινητοποίηση από εθελοντές και θεωρούμε ότι υπάρχει ευαισθητοποίηση, τελικά τα περιστατικά δεν σταματούν. Και αυτό, οφείλεται κυρίως στο γεγονός πως δεν υπάρχει σωστή τιμωρία των δραστών. Αν δεν σταματήσει με την τριετή αναστολή των ποινών και να αναιρούνται τα διοικητικά πρόστιμα στο δικαστήριο, θα μένουμε έτσι. Πηγαίνουν στο εφετείο και αθωώνονται. Συνεπώς, όποιος θέλει να κάνει κάποια τέτοια αποτρόπαια πράξη, δεν ενδιαφέρεται για τις συνέπειες. Έχουμε ένα νόμο, θεωρητικά καλό, ο οποίος στην πράξη είναι ανεφάρμοστος. Κατά την προσωπική μου άποψη, οι ποινές δεν πρέπει να έχουν αναστολή» -όπως τόνισε.
Η κα Διμέλη υπογράμμισε πως τα περιστατικά είναι πλέον πολλαπλά και μάλιστα αφορούν σε βασανισμούς και εγκαταλείψεις ζώων. Στην προσπάθεια της Φιλοζωϊκής, των εθελοντών, συμμετέχουν πολλοί ιδιώτες αλλά και κτηνίατροι που αναλαμβάνουν να παρέχουν την βοήθειά τους στα άρρωστα και τραυματισμένα ζώα.
Σε ερώτηση εάν μπορεί κάποιος να αντιληφθεί για ποιον λόγο κάποιοι άνθρωποι προβαίνουν σε τέτοιες απάνθρωπες πράξεις εναντίον των ζώων, η πρόεδρος της Φιλοζωϊκής, δήλωσε:
«Μια μερίδα ανθρώπων όπως οι κυνηγοί, είναι άνθρωποι που βλέπουν τα ζώα σαν εργαλεία. Το 80% των σκυλιών που φιλοξενούμε στο Δημοτικό Κυνοκομείο Ρόδου είναι κυνηγόσκυλα που τα έχουν εγκαταλείψει. Αυτή παραμένει μια μεγάλη πληγή. Δημιουργούν συνεχώς γέννες για να δουν ποια σκυλιά θέλουν και τα άλλα τα πετάνε, τα εγκαταλείπουν ή τα σκοτώνουν. Υπάρχουν άνθρωποι που είναι τελείως ανεύθυνοι κι ενώ έχουν ένα ζώο συντροφιάς, κάποια στιγμή δεν το θέλουν και το παρατάνε για κάποιους λόγους και βέβαια, υπάρχουν και οι διεστραμμένοι οι οποίοι αρέσκονται στο να βασανίζουν ζώα. Τους ικανοποιεί για κάποιους λόγους και βέβαια, ανήκουν σε μια άλλη κατηγορία… Κακά ένστικτα, επιθετικοί, ψυχολογικά προβλήματα ή διαστροφές που τα βγάζουν στα ζώα…».
Την ίδια ώρα, το Δημοτικό Κυνοκομείο Ρόδου, δέχεται πίεση λόγω των συνεχών εγκαταλείψεων σκυλιών με την δημοτική αρχή, να καταβάλλει προσπάθειες για την φροντίδα, σίτιση, στέγη αλλά και στειρώσεις. «Κοντεύουμε στα 400 ζώα και προσπαθούμε να τα φροντίσουμε όπως μπορούμε.
Πολλοί κτηνίατροι, μας βοηθούν, πολλοί εθελοντές κ.λπ. Θα ήταν καλύτερο εάν δίνονταν αρμοδιότητες στις Τοπικές Κοινότητες, και οι κατά τόπους πρόεδροι να καταγράψουν τα αδέσποτα ώστε να γίνουν συντονισμένες ενέργειες με κινητές μονάδες στειρώσεων, με ταΐστρες και να ξέρουμε ποιος τα φροντίζει. Δεν μπορεί να τα αναλάβει όλα τα περιστατικά η Φιλοζωική και να καταλήγουν στο Δημοτικό Κυνοκομείο Ρόδου. Πρέπει να βρεθεί λύση και συντονισμός αφού βλέπουμε, ότι δεν σταματούν ούτε οι εγκαταλείψεις, ούτε τα περιστατικά βίας κατά των ζώων. Δεν μπορούμε να βασιζόμαστε συνεχώς στους εθελοντές. Χρειάζονται στειρώσεις, τσιπάρισμα των ζώων, συστηματικός έλεγχος, εκπαίδευση των παιδιών», κατέληξε η κ. Διμέλη.