Ο τουρισμός είναι, διεθνώς, μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομικές δραστηριότητες, με σημαντική συμβολή στην οικονομική και κοινωνική πρόοδο πολλών περιοχών του πλανήτη.
Ο τουριστικός κλάδος αποτελεί τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας έναν από τους σπουδαιότερους παραγωγικούς κλάδους, ο οποίος διαθέτει αναμφισβήτητα συγκριτικά πλεονεκτήματα. Εντάσσεται δε στον τομέα των διεθνώς εμπορεύσιμων υπηρεσιών και χαρακτηρίζεται από μία δυναμική αναπτυξιακή πορεία.
Το 2024 ήταν μία χρονιά ορόσημο για τον ελληνικό τουρισμό, με νέα υψηλά αφίξεων περίπου 35 εκατομμυρίων, και εισπράξεων που προσέγγισαν τα 22 δισ. ευρώ, αποφέροντας σημαντικά οφέλη σε χιλιάδες επιχειρήσεις και επαγγελματίες του κλάδου, στην απασχόληση και στα δημόσια έσοδα.
Συγκεκριμένα, την περίοδο Ιανουαρίου-Νοεμβρίου 2024, καταγράφηκαν συνολικά 25,5 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις, ξεπερνώντας τα επίπεδα του Ιανουαρίου-Νοεμβρίου 2023 (23,5 εκατ.), παρουσιάζοντας αύξηση κατά +5,8%, συν 1,9 εκατ. αφίξεις, ενώ μαζί με τις εσωτερικές αεροπορικές αφίξεις που ήταν 9,1 εκατομμύρια, προσέγγισε τα 35 εκατ. τουρίστες.
Στα Δωδεκάνησα, στο αεροδρόμιο της Ρόδου, καταγράφηκαν 3 εκατ. διεθνείς αφίξεις, με αύξηση +13,9% από το 2023 συν 365 χιλ. αφίξεων εσωτερικού, ενώ στο αεροδρόμιο της Κω οι αφίξεις ανήλθαν σε 1,4 εκατ., παρουσιάζοντας αύξηση +3,9%, συν 50 χιλ. αφίξεων εσωτερικού. Στο δε αεροδρόμιο της Καρπάθου, οι αφίξεις ανήλθαν σε 99 χιλ., με οριακή μείωση -0,7% -1 χιλιάδα επισκεπτών.
Σύμφωνα με τη Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, στοιχεία ΚΕΜΕΛ (Κέντρο Εθελοντών Μάνατζερ Ελλάδος), όπως αυτή υιοθετήθηκε για πρώτη φορά στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Goeteborg το 2001 και όπως αναπτύσσεται και σε μεταγενέστερα σχετικά κείμενα: η Βιώσιμη Ανάπτυξη, γενικώς, είναι μία συνεχής πορεία αλλαγής και προσαρμογής, και όχι μία στατική κατάσταση, με στόχο την ικανοποίηση των αναγκών του παρόντος, χωρίς όμως να μειώνεται η δυνατότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν και τις δικές τους ανάγκες, μέσα από την ισόρροπη και ισότιμη επιδίωξη και των τριών πυλώνων της Βιώσιμης Ανάπτυξης: Οικονομία – Περιβάλλον – Κοινωνία. Μέσα από τη συμπόρευση, δηλαδή, της οικονομικής ανάπτυξης, της περιβαλλοντικής προστασίας και της κοινωνικής συνοχής,
Η συμπόρευση όμως αυτή και των τριών πυλώνων της Βιώσιμης Ανάπτυξης δεν είναι, ούτε απλό ούτε εύκολο να επιτευχθεί. Απαιτούνται:
• Συνδυασμένες σταθμίσεις πολλών παραγόντων σε διαφορετικά επίπεδα, συχνά μεταξύ αντιτιθέμενων ενδιαφερόντων και συμφερόντων, σε συνάρτηση και με τον παράγοντα χρόνο.
• Ειλικρινής, τεκμηριωμένος και εποικοδομητικός διάλογος και διαβούλευση μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, που προϋποθέτει τη δημιουργία πλαισίων και τη θέσπιση κανόνων μέσα στα οποία να μπορούν τα ενδιαφερόμενα μέρη να συνομιλούν και να συνδιαλέγονται.
• Συντονισμένες ενέργειες με τη συμμετοχή και την ενεργοποίηση όλων όσοι εμπλέκονται: Πολιτεία, επιχειρήσεις, μη-κυβερνητικές οργανώσεις και φορείς που εκπροσωπούν γενικότερα την κοινωνία των πολιτών.
Στα πλαίσια, όμως, του του τουρισμού και σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού, στοιχεία Ινστιτούτου Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), βιώσιμος τουρισμός είναι εκείνος που λαμβάνει πλήρως υπόψη τις τρέχουσες και μελλοντικές του οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις, καλύπτοντας τις ανάγκες των επισκεπτών, της βιομηχανίας, του περιβάλλοντος και των κοινοτήτων υποδοχής. Aυτή η αρχή μπορεί να ισχύει για όλες τις μορφές τουρισμού σε όλους τους τύπους προορισμών.
Ειδικότερα, η βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη αναφέρεται στην πρακτική του τουρισμού που προσπαθεί να ισορροπήσει τις ανάγκες του τουριστικού τομέα με την προστασία του περιβάλλοντος, την ευημερία των τοπικών κοινοτήτων και την ενίσχυση της τοπικής οικονομίας, χωρίς να εξαντλούνται οι φυσικοί πόροι ή να επιβαρύνεται η κοινωνία και ο πολιτισμός. Ο στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι ο τουρισμός μπορεί να αναπτυχθεί και να ευημερήσει στο μέλλον χωρίς να προκαλέσει αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και στους ανθρώπους.
Επομένως, βιώσιμη ανάπτυξη στον τουρισμό σημαίνει ότι, ο τομέας αναπτύσσεται με τρόπο που προστατεύει το περιβάλλον, σέβεται την ταυτότητα των προορισμών, προάγει την κοινωνική ευημερία και υποστηρίζει την οικονομική ανάπτυξη.
Το ΙΝΣΕΤΕ, από την ίδρυσή του, ενημερώνει, αναπτύσσει εργαλεία και εκπαιδεύει τους ανθρώπους του ελληνικού τουρισμού σε αυτούς τους άξονες. Με όχημα τη σωρευμένη τεχνογνωσία και παρακολουθώντας τις διεθνείς εξελίξεις, εργάζεται συστηματικά για την ταχύτερη προσαρμογή προορισμών και επιχειρήσεων κάθε μεγέθους σε μια πορεία με αμιγώς θετικό αποτύπωμα.
Ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), αναγνωρίζοντας την ανάγκη ύπαρξης ενός βιώσιμου και ανταγωνιστικού τουριστικού προϊόντος, προχώρησε στην ανάπτυξη μιας πρωτοβουλίας εθελοντικής αυτορρύθμισης του τουριστικού τομέα.
Το όνομα της πρωτοβουλίας είναι METRON Sustainable Tourism Powered By SETE, και έχει στόχο τη διαμόρφωση του ελληνικού προϊόντος με βάση τις αυθεντικές αξίες του ελληνικού τουρισμού, ώστε να παραμείνει ανταγωνιστικός και βιώσιμος, διατηρώντας την Ελλάδα στις κορυφαίες θέσεις της τουριστικής αγοράς. Το ΙΝΣΕΤΕ ενισχύει την πρωτοβουλία METRON με την παρούσα εργαλειοθήκη στοχεύοντας στην περαιτέρω εξοικείωση προορισμών, επιχειρήσεων και εργαζομένων με τις βιώσιμες πρακτικές.
Πέραν, όμως, από τα άμεσα οφέλη στο εισόδημα, την απασχόληση και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής που προσφέρει ο τουριστικός κλάδος, μέσω της βιώσιμης ανάπτυξης, θεωρείται αυτονόητο ότι δημιουργεί επιπλέον ευκαιρίες ανάπτυξης μιας σειράς άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων, όπως η αγροτική παραγωγή, η μεταποίηση, και το εμπόριο.
Επιπρόσθετα, η τουριστική ανάπτυξη συμβάλλει ταυτόχρονα στην επιτάχυνση της αναβάθμισης των υποδομών, των δημόσιων υπηρεσιών, της διασφάλισης της ενεργειακής επάρκειας στους προορισμούς, κλπ. Πολύ σημαντικό είναι βεβαίως και το όφελος στον πολιτισμό, με θετική συμβολή στην ανάδειξη του πολιτιστικού στοιχείου και στην τόνωση της πολιτιστικής δραστηριότητας.
Ωστόσο, η αύξηση των τουριστικών ροών, δεν παύει να συνοδεύεται και από προκλήσεις, όπως από τις επιπτώσεις στο φυσικό και ανθρώπινο περιβάλλον, αλλά και από τον κορεσμό που παρατηρείται σε δημοφιλείς προορισμούς, με επακόλουθο στην ομαλή λειτουργία τους, προκαλώντας σε ορισμένες περιπτώσεις αντιδράσεις από τις τοπικές κοινωνίες, αλλά και στην εμπειρία που αποκομίζουν τελικά οι ταξιδιώτες.
Γίνεται κατανοητό, λοιπόν, από όλους τους παραγωγικούς φορείς των αγαθών και υπηρεσιών ότι, τη σημερινή εποχή του έντονου ανταγωνισμού, η βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη είναι μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που απαιτεί τη συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων, από τις κυβερνήσεις μέχρι και τους τουρίστες, για την επίτευξη ενός τουρισμού, ο οποίος θα διατηρηθεί και θα ενισχυθεί για τις επόμενες γενιές.