Ειδήσεις

Αναστέλλεται η εκδίκαση υποθέσεων υφαρπαγής δημοσίων ακινήτων

Την αναστολή κατ’ άρθρο 249 ΚΠΔ της εκδίκασης όλων των αγωγών του Ελληνικού Δημοσίου κατά του προϊσταμένου του κτηματολογίου, ιδιωτών και τραπεζών με τις οποίες ζητείται η αποκατάσταση της ιδιοκτησίας του σε ακίνητα που υφαρπάχθηκαν με τη χρήση ανυπόστατων αποφάσεων εκποίησής τους σε εφαρμογή του νόμου 719/77, ανακοίνωσε χθες από την έδρα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου ο πρόεδρος Πρωτοδικών Ρόδου κ. Κ. Αλεξίου.
Αφορμή για την απόφαση αυτή του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, αποτέλεσε το γεγονός ότι το δικαστήριο έχει εκδώσει ήδη δύο αποφάσεις επί ισάριθμων αγωγών με αντιφατικό περιεχόμενο, με αποτέλεσμα, όπως τόνισε ο Πρόεδρος Πρωτοδικών, να δημιουργείται ανασφάλεια δικαίου, γι’ αυτό και κρίθηκε σε προδιάσκεψη της σύνθεσης απαραίτητο, να ανασταλεί η εκδίκαση των υποθέσεων με το αυτό αντικείμενο μέχρι να υπάρξει τελεσίδικη απόφαση επί Εφέσεως που έχει ασκήσει το Ελληνικό Δημόσιο.
Πιο συγκεκριμένα στις δύο αποφάσεις του δικαστηρίου γίνεται διαφορετική δικονομική αντιμετώπιση των απόντων διαδίκων.
Επιπλέον, διαπιστώθηκε διαφορετική αντιμετώπιση ως προς την εγκυρότητα των κτηματολογικών εγγραφών για τα συγκεκριμένα ακίνητα του Δημοσίου.
Παράλληλα, υφίσταται και διαφορετική αντιμετώπιση του θέματος της καλοπιστίας των ιδιωτών που απέκτησαν τα ακίνητα με συμβόλαια αγοράς από εκείνους που φέρονται να τα μετέγραψαν στην ιδιοκτησία τους δυνάμει πλαστών αποφάσεων εκποίησης τους από το Ελληνικό Δημόσιο.
Πρόκειται, όπως τόνισε ο Πρόεδρος Πρωτοδικών, για έναν «γόρδιο δεσμό» επισημαίνοντας ότι θα πρέπει να τελεσιδικίσει μια από τις δύο πρώτες αποφάσεις προκειμένου να υπάρξει «πεπατημένη» ως προς την αντιμετώπιση εκείνων που θα ακολουθήσουν στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας.
Ζήτησε μάλιστα από τον πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Ρόδου κ. Κ. Σαρρή αλλά και από τη νομική εκπρόσωπο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους κ. Μ. Ελευθερίου, να μεριμνήσουν για την επίσπευση της συζήτησης των εφέσεων ώστε να ξεκαθαρίσει σύντομα το ζήτημα.
Το κύριο θέμα που πρέπει να λυθεί είναι αν ισχύει το άρθρο 41 του κτηματολογικού κανονισμού για τους αρχικούς τιτλούχους και για εκείνους που ακολουθούν στις εγγραφές στα οικεία βιβλία του κτηματολογίου.
Θυμίζουμε ότι το Ελληνικό Δημόσιο έχει προσφύγει κατά της πρώτης απόφασης που εξέδωσε το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου με την οποία έγινε μερικώς δεκτή αγωγή του για την αποκατάσταση της ιδιοκτησίας του σε δημόσιο ακίνητο, που υφαρπάχθηκε με την χρήση ανυπόστατης απόφασης εκποίησης, που φέρει πλαστή υπογραφή νομάρχη Δωδεκανήσου.
Το Ελληνικό Δημόσιο με την αναγνωριστική αγωγή της κυριότητας του επί ακινήτου στη μερίδα ΚΜ 959 γαιών Κοσκινού εστράφη συγκεκριμένα κατά του προϊσταμένου του Κτηματολογίου Ρόδου και 7 ιδιωτών.

Με την απόφασή του το δικαστήριο έκρινε αβάσιμη την αγωγή ως προς τον 7ο εναγόμενο, ακύρωσε την υπ’ αρίθμ. 4839/21.06.1996 διάταξη του κτηματολογικού δικαστή με την οποία περιήλθε το ακίνητο στην ιδιοκτησία των υπόλοιπων και τους διατάσσει να καταβάλουν ως αποζημίωση στο Ελληνικό Δημόσιο το ποσό των 663.440,20 ευρώ!
Ο 7ος εναγόμενος είναι το άτομο εκείνο που αγόρασε το ακίνητο από τους υπόλοιπους.
Το γεγονός αυτό, όπως έγραψε η «δημοκρατική», σήμανε συναγερμό στο νομικό συμβούλιο του κράτους καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος να κριθούν καλόπιστοι όλοι οι αγοραστές ακινήτων που υφαρπάχθηκαν με δόλιο τρόπο από την περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου, αν τελεσιδικήσει η συγκεκριμένη απόφαση, ως έχει.
Κατά την κρίση του Δικαστηρίου ο έβδομος εναγόμενος, προέβη πριν την αγορά του επίδικου ακινήτου στον έλεγχο, που συνηθίζεται κατά τη συναλλακτική πρακτική σε περιπτώσεις μεταβίβασης ακινήτου.
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στην απόφαση, με δεδομένο ότι οι εγγραφές στα Κτηματολογικά βιβλία προσδίδουν τη βεβαιότητα τόσο για τον τύπο όσο και για τη νομιμότητα των εγγραπτέων πράξεων, και συνακόλουθα τη βεβαιότητα ότι οι αναγραφόμενοι ως δικαιούχοι είναι και πράγματι δικαιούχοι του εγγραπτέου δικαιώματος, ο έβδομος εναγόμενος είχε τη βεβαιότητα ότι οι προαναφερόμενοι εναγόμενοι (δεύτερη έως και έκτος) είχαν δικαίωμα κυριότητας επί του επιδίκου.
Το Ελληνικό Δημόσιο εξέθεσε ωστόσο στην έφεσή του ότι οι  ανυπόστατες πράξεις δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα, πλην όμως, σε περίπτωση που η διοίκηση, θεωρώντας μία ανυπόστατη πράξη ισχυρή την εφάρμοσε πρέπει η πράξη να ακυρωθεί με απόφαση του Δικαστηρίου, ώστε να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανίσχυρού της.
Η εν λόγω ανυπόστατη πράξη (απόφαση Νομάρχη) εφαρμόστηκε, μεταγράφηκε στα βιβλία του Κτηματολογίου Ρόδου είχε ως αποτέλεσμα, την προς τους τρίτους και συνακόλουθα και στον έβδομο των εναγομένων επί του επίδικου ακινήτου.
Επιπρόσθετα το ενάγον Ελληνικό Δημόσιο εκθέτει ότι η προαναφερθείσα πράξη του Νομάρχη Δωδεκανήσου μεταγράφηκε την ίδια ημέρα που μεταγράφηκε και το μεταβιβαστικό συμβόλαιο βάσει του οποίου φέρεται ότι απέκτησε την κυριότητα ο έβδομος των εναγομένων, συνακόλουθα δε, υποστηρίζει ότι αυτός βρισκόταν σε κακή πίστη αφού αν είχε προβεί, πριν την αγορά του επίδικου ακινήτου, ως όφειλε, στον κτηματολογικό έλεγχο, θα διαπίστωνε ότι η ανωτέρω πράξη δεν είχε μεταγραφεί και οι φερόμενοι ως δικαιοπάροχοι του, δεύτερη έως και έκτος των εναγομένων, δεν είχαν στην κυριότητά τους το επίδικο ακίνητο.
Εν πάση περιπτώσει χθες επρόκειτο να συζητηθεί ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου αγωγή που άσκησε το Ελληνικό Δημόσιο κατά του προϊσταμένου του κτηματολογίου, 9 ιδιωτών και δύο τραπεζών.
Ο πρώτος εκ των ιδιωτών κατόρθωσε να μεταγράψει την 30η Μαϊου 1997 με την υπ’ αρίθμ. 4337 πράξη Κτηματολογικού Δικαστή στον τόμο της ως άνω μερίδας την υπ’ αρίθμ. ΔΚ 2611/86/1562 ΒΚ 3029/1989 πλαστή απόφαση του Νομάρχη Δωδεκανήσου σύμφωνα με την οποία είχαν εκποιηθεί επ’ ονόματί του δύο ακίνητα, εμβαδού 6.880 τ.μ. και 27.300 τ.μ. από την υπ’ αριθμ. ΚΜ 5000 μερίδα γαιών Κατταβιάς, σε εφαρμογή των προβλεπόμενων στο άρθρο 1 του Ν. 719/1977.
Από την έρευνα που διενεργήθηκε στο αρχείο της Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου διαπιστώθηκε ότι η συγκεκριμένη απόφαση ουδέποτε είχε εκδοθεί από την υπηρεσία.
Στο ίδιο ιδιώτη διαπιστώθηκε ωστόσο ότι είχαν νομίμως εκποιηθεί δύο ακίνητα εμβαδού 8.180 τ.μ. και 6.000 τ.μ. στην ίδια μερίδα με την γνήσια υπ’ αρίθμ. ΔΚ 2611/86/22-5-1989 απόφαση Νομάρχη Δωδεκανήσου.
Η τελευταία απόφαση χρησιμοποιήθηκε για την δημιουργία της πλαστής ΔΚ 2611/86/1562 ΒΚ 3029/1989.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου