Αθώοι κρίθηκαν χθες από το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων, δύο Ροδίτες, που κατηγορήθηκαν για υπεξαίρεση αντικειμένου, η αξία του οποίου υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ.
Οι δύο κατηγορούμενοι, που λειτουργούσαν κοσμηματοπωλείο, εφέροντο να ενεπλάκησαν σε υπόθεση υπεξαίρεσης κοσμημάτων αξίας άνω των 1,3 εκατ. ευρώ.
Οι ίδιοι υποστήριξαν, ότι τα κοσμήματα δεν υπεξαιρέθηκαν αλλά επεστράφησαν επικαλούμενοι μάλιστα 13 επίσημα παραστατικά και 5 καρτέλες επιστροφής τους.
Επιπλέον επεσήμαναν ότι λόγω πτώχευσής τους και του γεγονότος ότι μέσα στο χρόνο παύσεως των πληρωμών είναι και ο ο χρόνος τελέσεως της πράξεως, αναιρείται ο δόλος.
Οι δύο κατηγορούμενοι λειτουργούσαν ομόρρυθμη εταιρεία η οποία διαχειρίζεται δύο χρυσοχοεία. Από την 7η Απριλίου 2005 άρχισε η συνεργασία τους με ντόπια ανώνυμη εταιρεία η οποία έχει ως δραστηριότητα τη διακίνηση, πώληση και τροφοδοσία σε αργυροχρυσοχοεία, πολύτιμων και ημιπολύτιμων μετάλλων.
Στo πλαίσιo της εμπορικής τους συνεργασίας συμφωνήθηκε ρητώς μεταξύ τους ότι η ΑΕ θα ανελάμβανε την ενοχική υποχρέωση να προμηθεύσει αντικείμενα της εμπορίας του στην ΟΕ και οι εκπρόσωποι της τελευταίας ανέλαβαν την ενοχική υποχρέωση να διαθέσουν στο λιανικό εμπόριο τα εμπορεύματα για λογαριασμό της, επί προμηθεία.
Ειδικότερα, κατά τα μεταξύ τους συμφωνηθέντα, οι κατηγορούμενοι παρελάμβαναν τα εμπορεύματα κυριότητας της ΑΕ, συνοδευόμενα κατά την παράδοσή τους σε αυτούς με το αντίστοιχο δελτίο αποστολής και τα διέθεταν προς πώληση σε χρυσοχοείο.
Για όσα εμπορεύματα πωλούσαν, παρακρατούσαν για δικό τους λογαριασμό τη συμφωνηθείσα προμήθεια, ανερχόμενη σε ποσοστό 20% επί της λιανικής τιμής πώλησης, τα δε υπόλοιπα εμπορεύματα, τα οποία δεν επωλούντο, είχαν το δικαίωμα να τα παρακρατούν στο κατάστημά τους προκειμένου να τα πωλήσουν μέσα στο χρονικό διάστημα αποκλειστικά της αμέσως επόμενης τουριστικής περιόδου, μετά δε τη λήξη αυτού όφειλαν να τα αποδώσουν στην ΑΕ.
Από το περιεχόμενο της μήνυσης και τα προσκομιζόμενα έγγραφα (τιμολόγια – δελτία αποστολής και αποδείξεις) προκύπτει ότι την 7η Απριλίου 2005 ο μηνυτής με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της ΑΕ παρέδωσε στους κατηγορουμένους, με την ιδιότητά τους ως ομορρύθμων εταίρων και διαχειριστών της ΟΕ συνολικά 5.441 τεμάχια κοσμημάτων, τα οποία και περιήλθαν νομίμως με τον τρόπο αυτό στην κατοχή τους.
Εφέροντο συγκεκριμένα να παρέλαβαν κατά το χρονικό διάστημα από το μήνα Μάιο του έτους 2005 έως και το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2005, 5.441 τεμάχια κοσμημάτων (4.077 τεμάχια προμηθεύτηκαν για το ένα χρυσοχοείο τους και 1.364 τεμάχια για το δεύτερο), προκειμένου να τα διαθέσουν προς πώληση.
Εξ αυτών οι κατηγορούμενοι, όπως κατηγορήθηκαν, πώλησαν συνολικά 1.264 τεμάχια κοσμημάτων.
Εκ των μη πωληθέντων κοσμημάτων, η μηνύτρια υποστήριξε, ότι οι κατηγορούμενοι επέστρεψαν, συνολικά ποσότητα 2.254 τεμαχίων.
Κατηγορήθηκαν για το ό,τι από το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2005, έως και τη λήξη της επόμενης τουριστικής περιόδου, ήτοι το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2006, διατήρησαν στην κατοχή τους, χωρίς να έχουν νόμιμο προς τούτο δικαίωμα, ιδιοποιούμενοι παρανόμως 1.923 τεμάχια κοσμημάτων και επιπλέον δύο τεμάχια κοσμημάτων που τους διέθεσε ο μηνυτής ως διαφημιστικό υλικό, ήτοι συνολικά 1.925 τεμάχια κοσμημάτων ιδιοκτησίας της ανώνυμης εταιρίας συνολικής αξίας 1.326.219,50 ευρώ.
Ως συνήγορος πολιτικής αγωγής παρέστη ο δικηγόρος κ. Γιάννης Χαρίτος και ως συνήγορος υπεράσπισης ο δικηγόρος κ. Παντελής Αποστολάς.