Απάντηση στην σκληρή κριτική της αντιπολίτευσης, και ειδικά στην ΝΔ, επιχείρησαν να δώσουν κύκλοι του υπουργείου Οικονομικών, με αιχμή τις αιτιάσεις της μείζονος αντιπολίτευσης ότι το ΤΑΙΠΕΔ είχε διάρκεια έξι ετών, ενώ το νέο σχήμα θα έχει διάρκεια 99 ετών, έχοντας στην κατοχή του ολόκληρη την περιουσία του ελληνικού δημοσίου. Παράλληλα, ο πρόεδρος του υπό διαμόρφωση σχήματος θα αποτελεί, ουσιαστικά,επιλογή των πιστωτών της χώρας και όχι της ελληνικής κυβέρνησης.
«Τα 99 έτη είναι συνήθης πρακτική για μεγάλους Οργανισμούς με μακροπρόθεσμους στόχους. Ο λόγος για τον οποίο η διάρκεια της Εταιρείας είναι μεγαλύτερος από τη διάρκεια του δανείου είναι γιατί ο στόχος της είναι ευρύτερος από τις κοντόφθαλμες ιδιωτικοποιήσεις, όπως γινόταν στην περίπτωση του ΤΑΙΠΕΔ. Ο στόχος της Εταιρείας είναι η διαχείριση και η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας με μακροπρόθεσμη προοπτική, στα πλαίσια ενιαίας στρατηγικής, με στόχο την ανάπτυξη» σημειώνει η πλατεία Συντάγματος.
Σύμφωνα με το υπουργείο, «πρέπει να γίνει κατανοητό ότι όσο πιο σύντομη είναι η διάρκεια ζωής της Εταιρείας, και άρα όσο πιο σύντομα είναι αναγκασμένη να αποδώσει μέρος των εσόδων της για την εξυπηρέτηση της συγκεκριμένης δανειακής σύμβασης, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η πίεση για επιδίωξη βραχυπρόθεσμων εσόδων (ιδιωτικοποιήσεις για άμεσες αποπληρωμές). Αυτό ακριβώς προσπαθούμε να αποφύγουμε διευρύνοντας τον ορίζοντα λειτουργίας της Εταιρείας, ώστε τα έσοδα να προκύψουν από σωστή διαχείριση και όχι ιδιωτικοποιήσεις. Ίσως αυτό είναι που ενοχλεί την αντιπολίτευση, ότι με ρητό τρόπο έχει γίνει σαφές στον νόμο (Άρθρο 190, παρ. 2α) ότι «[…] η Γενική Συνέλευση της Εταιρείας (ο Υπουργός Οικονομικών) […]. Εγκρίνει, […] το στρατηγικό σχέδιο της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της […] που περιλαμβάνει τους όποιους στόχους αξιοποίησης ή ιδιωτικοποίησης της Εταιρείας […]). Συνεπώς, οποιαδήποτε ιδιωτικοποίηση προτείνεται από τα διοικητικά όργανα της Εταιρείας πρέπει να εγκριθεί από τον Υπουργό. Αυτό αφορά, φυσικά και τις ΔΕΚΟ που εντάσσονται στο Ταμείο (θυμίζουμε: ΟΑΣΑ, ΟΣΥ, ΣΤΑΣΥ, ΟΣΕ, ΕΛΤΑ, ΟΑΚΑ) σχετικά με τις οποίες έχει παραχθεί αδιανόητη παραπληροφόρηση». «Οι ΔΕΚΟ αυτές δεν έχουν ενταχθεί στην Εταιρεία για αποκρατικοποίηση» προσθέτει το υπουργείο, παρότι είναι ιδιαίτερα πιθανό να μεταφερθούν σε δεύτερο χρόνο.
«Υπενθυμίζεται ότι το σκέλος των εσόδων της Εταιρείας που πηγαίνει στην απομείωση του χρέους αφορά μόνο τις υποχρεώσεις του ν. 4336/2015 (τρίτη δανειακή σύμβαση). Μετά την κάλυψή τους, και συνεπώς για το υπόλοιπο της ζωής της Εταιρείας, η λειτουργία του θα αφορά καθαρά αναπτυξιακούς στόχους» προσθέτει το υπουργείο.
Κατόπιν, το ΥΠΟΙΚ παραθέτει σειρά ερωτημάτων τα οποία επιχειρεί να απαντήσει:
Ολη η περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου μπαίνει στο Ταμείο;
-Στην Εταιρεία δεν περνάει όλη η περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου, αλλά ένα μέρος της, ακίνητα του Υπουργείου Οικονομικών για τα οποία, πλέον, η ΕΤΑΔ θα έχει την αρμοδιότητα να κάνει διοικητικές αποβολές. Στο άρθρο 188 ορίζονται οι άμεσες θυγατρικές της Εταιρείας και στο παράρτημα «Δ» ορίζονται ποιες ΔΕΚΟ περνάνε σε αυτό για διαχείριση –επαναλαμβάνουμε ότι πουθενά στον νόμο δεν προβλέπεται πώληση των ΔΕΚΟ που μπαίνουν στο Ταμείο!
Ποια διαφορά έχει η αξιοποίηση από την ιδιωτικοποίηση;
-Τεράστια η διαφορά! Κατ’ αρχάς μιλάμε για μακροπρόθεσμη διαχείριση. Οι ιδιωτικοποιήσεις είναι μόνο ένα από τα πολλά εργαλεία που έχει στη διάθεσής της η Εταιρεία, και, επαναλαμβάνουμε, δεν μπορούν να αποφασιστούν χωρίς την έγκριση του υπουργού.
-Το Στρατηγικό Σχέδιο της Εταιρείας εγκρίνεται από τον μοναδικό μέτοχο, δηλαδή το Ελληνικό Δημόσιο, και περιλαμβάνει τις γενικές στρατηγικές κατευθύνσεις που παρέχονται από τον Υπουργό Οικονομικών.
-Το μακροπρόθεσμο πλαίσιο εξασφαλίζει την αποφυγή «ξεπουλήματος».
Τα έσοδα αφενός συμβάλλουν στην απομείωση του χρέους, αφετέρου διοχετεύονται σε επενδύσεις που στοχεύουν στην ενίσχυση της ανάπτυξης της οικονομίας, σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε μέχρι σήμερα! Αυτό προβλέπεται ρητά στο Άρθρο 200 παρ.2 όπου αναφέρεται ότι: «Ποσά τα οποία, […], χρησιμοποιούνται για επενδυτικούς σκοπούς μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τους ακόλουθους τύπους επενδύσεων:
(α) Επενδύσεις που συμβάλλουν στην ενίσχυση της ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας, και
(β) Επενδύσεις σε περιουσιακά στοιχεία της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της».
Καθημερινή