Οι ιδιωτικοποιήσεις είναι η επόμενη μεγάλη δοκιμασία για τον Έλληνα πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, αναφέρει σε άρθρο του στην The Wall Street Journal ο Simon Nixon.
Η ευρωζώνη δεν είναι απλώς ένα πολιτικό project που δημιουργήθηκε από πολιτική βούληση. Στην πραγματικότητα, υπήρχε πάντα μια σαφής οικονομική λογική πίσω από τη δημιουργία του ενιαίου νομίσματος. Το ευρώ υποτίθεται ότι θα παρείχε στις μικρότερες ευρωπαϊκές χώρες πρόσβαση σε μια μεγαλύτερη και βαθύτερη αγορά, ώστε να απαλλαγούν από τις πολυετείς κρίσεις συναλλαγματικών ισοτιμιών και από τον κίνδυνο της αιφνίδιας διακοπής χρηματοδότησης, που ιστορικά τους επιβάρυνε με υψηλότερο κόστος δανεισμού και καθιστούσε πιο δύσκολο να συναγωνιστούν στην ενιαία αγορά της Ευρώπης.
Αυτή η οικονομική λογική, επισημαίνει το δημοσίευμα, συνεχίζει να ενισχύσει την ευρωζώνη σήμερα –και πηγαίνει στην καρδιά της ελληνικής κρίσης. Μόλις μια χώρα χάσει την πρόσβαση στην βαθιά και ρευστή αγορά της ευρωζώνης, τότε τα πλεονεκτήματα της συμμετοχής εξαφανίζονται. Εκτός κι αν η πρόσβαση αποκατασταθεί γρήγορα, μπορεί να έχει περισσότερο νόημα να φύγει.
Η ελληνική κυβέρνηση δηλώνει ότι θέλει να παραμείνει στο ευρώ, μια προτίμηση που συμμερίζεται σαφώς η συντριπτική πλειονότητα των ψηφοφόρων. Αλλά μπορεί το κυβερνών κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ να συμβιβάσει την σκληροπυρηνική αριστερή πολιτική ατζέντα της με την λογική της συμμετοχής στην ευρωζώνη;
Αυτή η λογική απαιτεί από τις κυβερνήσεις να προσπαθήσουν να καταστήσουν τις οικονομίες τους πιο ελκυστικές στο κεφάλαιο. Η κρίση της ευρωζώνης κατέδειξε σοβαρές ελλείψεις στα οικονομικά μοντέλα ορισμένων χωρών. Στις αρχές του ευρώ, είχαν διαχυθεί κεφάλαια σε περιφερειακές οικονομίες, όπως αναμενόταν, αλλά δεν υπήρχαν επαρκείς παραγωγικές επενδυτικές ευκαιρίες για την απορρόφηση των κεφαλαίων. Αντιθέτως, τα κεφάλαια εισέρευσαν σε τομείς που δεν διαπραγματευόταν, όπως οι κατασκευές κατοικιών και οι κυβερνητικές δαπάνες, με ό,τι αποδείχθηκε πως ήταν καταστροφικές συνέπειες.
Οι αγορές είναι απίθανο να κάνουν αυτό το λάθος ξανά, επισημαίνεται στο δημοσίευμα. Αυτές τις ημέρες, όποια μικρότερη χώρα της Ευρώπης θέλει να αποκτήσει πρόσβαση στην κεφαλαιαγορά της ευρωζώνης με παρόμοιους όρους με αυτούς που απολαμβάνουν οι χώρες του πυρήνα της ευρωζώνης, δεν έχει άλλη επιλογή από το να αντιμετωπίσει τα εμπόδια για τις επενδύσεις όπως οι άκαμπτες παραγωγικές και εργασιακές αγορές, αναποτελεσματική γραφειοκρατία και δικαστικό σύστημα, υψηλά επίπεδα φορολόγησης και χαμηλά επίπεδα δεξιοτήτων. Πρέπει να προσαρμοστούν σε μια πραγματικότητα στην οποία οι χώρες ανταγωνίζονται για το κεφάλαιο και τους πόρους.
Από την άποψη αυτή, επισημαίνεται στο δημοσίευμα, οι αριστεροί επικριτές της ευρωζώνης έχουν δίκιο: είναι ένα καπιταλιστικό –ή πιο γνωστό ως ένα νεοφιλελεύθερο- project.
Αυτό αποτελεί πρόβλημα για την κυβέρνηση στην Ελλάδα. Το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνικό-δημοκρατικής mainstream αριστερής έχει εδώ και πολύ καιρό κάνει “ειρήνη” με τον καπιταλισμό, αποδεχόμενο ότι ένας δραστήριος ιδιωτικός τομέας είναι απαραίτητος για να αποφέρει τις θέσεις εργασίας και τα φορολογικά έσοδα που οι σοσιαλδημοκράτες μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να συνεχίσουν την αναδιανεμητική και κοινωνική τους ατζέντα. “Αλλά η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ κυριαρχείται από ιδεολογικά δεσμευμένους μαρξιστές οι οποίοι έχουν αφιερώσει τις καριέρες τους στον στόχο να αντικαταστήσουν τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό με ένα οικονομικό μοντέλο βασισμένο στην ισονομία και τον κρατικό έλεγχο. Αυτό μπορεί να κάνει πολύ δύσκολο το να συμφωνήσουν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι πιστωτές του για τους όρους της νέας διάσωσης”.
Μια δοκιμασία της δέσμευσης του Αλ. Τσίπρα να καταστήσει την συμμετοχή στην ευρωζώνη να έχει αποτέλεσμα, είναι οι ιδιωτικοποιήσεις, τις οποίες οι πιστωτές της Ελλάδας θεωρούν κρίσιμες όχι μόνο για τα όσα θα αντληθούν από τις πωλήσεις, αλλά για τα οφέλη που φέρνουν στην τεχνολογία και την ειδίκευση και τις ευρύτερες επενδύσεις που διευκολύνουν.
Για παράδειγμα, αναφέρεται στο δημοσίευμα, η πώληση των περιφερειακών αεροδρομίων της Ελλάδας αναμένεται να οδηγήσει σε βελτιώσεις σε ζωτικές σημασίας υποδομές, δημιουργώντας νέες ευκαιρίες για τουρισμό. Αλλά ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έχει συμφωνήσει στη δημιουργία ενός νέο fund ιδιωτικοποιήσεων υπό εξωτερική εποπτεία, δεν είναι ακόμη σαφές το πώς θα διοικείται αυτό το fund. Οι λεπτομέρειες του ποιος θα αποφασίζει ποια assets θα πωλούνται και πότε, παραμένει υπό διαπραγμάτευση. Αυτό υποδηλώνει ότι οι ιδεολογικοί αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ θα έχουν ακόμη περιθώρια για να ματαιώσουν τη συμφωνία.
Εξίσου προβληματικοί είναι τομείς πολιτικής που έχουν βρεθεί μέχρι τώρα εκτός των προγραμμάτων διάσωσης της Ελλάδας. Για παράδειγμα, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δημοσιεύσει ένα νομοσχέδιο για την αντιστροφή εκτεταμένων μεταρρυθμίσεων στο πανεπιστημιακό σύστημα που συμφωνήθηκαν με την συντριπτική διακομματική στήριξη το 2011 μετά από μακρές διαβουλεύσεις. Αυτές οι αλλαγές κατάργησαν κανόνες που επέτρεπαν στους μαθητές να εκλέγουν υψηλόβαθμο προσωπικό και να απαγορεύουν την αστυνομία από τους χώρους των Πανεπιστημίων και εισήγαγαν νέες δομές διακυβέρνησης με εξωτερική εποπτεία, σχεδιασμένες να διασφαλίσουν ότι οι διορισμοί γινόταν με βάση τις ακαδημαϊκές επιδόσεις. Ο στόχος των κανόνων ήταν να βελτιώσουν τις δεξιότητες της επόμενης γενιάς των Ελλήνων, να τονώσουν την καινοτομία και να αξιοποιήσουν την εντυπωσιακή ακαδημαϊκή διασπορά της Ελλάδας για να προσελκύσει μαθητές από όλο τον κόσμο, φέρνοντας έσοδα στο κράτος.
capital.gr