Συνεντεύξεις

«Δεν υπάρχει αγρότης αυτή τη στιγμή που να μην είναι χρεωμένος»!

Ο Τάσος Καρελλάκης, είναι νέος αγρότης, παραγωγός στη λαϊκή αγορά με… προϋπηρεσία από την παιδική του ηλικία, αφού πήγαινε από πιτσιρικάς με τους γονείς του στα χωράφια.
Στη συνέντευξή του σήμερα στην «δημοκρατική», αναφέρεται στις δυσκολίες του επαγγέλματος, στα νέα δεδομένα που έχουν προκύψει από την οικονομική κρίση, στην αλλαγή της συμπεριφοράς του καταναλωτή αλλά και στο αβέβαιο μέλλον όσων ασχολούνται με τη γη. Λέει πως όλο και περισσότεροι συμπολίτες μας ψάχνουν ανάμεσα στα σάπια προϊόντα να βρουν τροφή για «τα πουλάκια που έχουν στο σπίτι» κι ας φαίνεται ξεκάθαρα πως είναι για τους ίδιους και δηλώνει πως δεν θα ήθελε το παιδί του να ακολουθήσει τα βήματά του γιατί δεν θα δει άσπρη μέρα ποτέ, όπως δεν βλέπει και ο ίδιος.
• Πότε ξεκίνησες να ασχολείσαι με την γη;
Από πιτσιρικάς. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, είμαι στο χωράφι.
• Λόγω της οικογένειας;
Ναι. Ασχολιόταν ο πατέρας μου και η μητέρα μου κι αναγκαστικά ασχολήθηκα κι εγώ.
• Κάποτε ήταν επικερδής η ενασχόληση με την γη.
Ηταν κάποτε επικερδής.
• Σήμερα είναι;
Όχι. Σήμερα είναι παθητική ενασχόληση. Η φορολογία, το αυξημένο κόστος παραγωγής, και οι χαμηλές τιμές που πουλάμε, την έχουν καταστήσει μη επικερδή. Ακόμα κι αν σε ένα είδος πιάσεις καλή τιμή, δεν καλύπτεις τις ζημιές των υπολοίπων.
• Επειδή υπάρχει μια τάση στα χρόνια της κρίσης να ασχολείται όλο και περισσότερος κόσμος με την γη, ποια είναι η δική σου άποψη που αυτό είναι το κύριό σου επάγγελμα;
Εδώ στα νησιά η γη είναι περιορισμένη, για να ασχοληθεί κάποιος θα πρέπει η οικογένειά του, να έχει ήδη κάνει προεργασία. Να έχει δηλαδή γεώτρηση, πηγάδι, νερό έτοιμο, να έχει τις γραμμές του, θερμοκήπια…
Αν κάνει το λάθος κάποιος να ξεκινήσει από την αρχή, είναι τελειωμένος. Όταν εγώ ξεκίνησα, είχε κάνει την προεργασία ο πατέρας μου, και ήδη την επόμενη ημέρα έβγαζα προϊόντα. Αν ξεκινούσα σήμερα δεν υπήρχε περίπτωση να τα καταφέρω… Ούτε με τις επιδοτήσεις που δίνουν βγαίνεις ούτε υπάρχει τέτοια προοπτική. Αν ξεκινήσεις σήμερα είσαι κατεστραμμένος από χέρι.
• Στον καιρό της κρίσης, πόσο έχει μειωθεί η δουλειά;
Ο κόσμος ψωνίζει σαφώς λιγότερα. Κάποτε παρατηρούσαμε τους ξένους που ψώνιζαν λίγα πράγματα και μετρημένα και τους κοροϊδεύαμε, σήμερα έχει ο Ελληνας έχει φτάσει ακριβώς σε αυτό το σημείο, ίσως και χειρότερο. Ψωνίζουν λίγα γιατί δεν έχουν λεφτά. Μου έχει τύχει να ζυγίσω 15 λεπτά πιπεριές… Δύο πιπεριές ήταν όλες κι όλες, δεν αξίζει ούτε να τις βάλω στη ζυγαριά.
• Βλέπεις ανθρώπους που κάποτε ψώνιζαν με τα καρότσια, σήμερα να μην μπορούν να το κάνουν αυτό;
Αν ρίξεις μια ματιά θα δεις ότι τα καρότσια που κυκλοφορούν στην λαϊκή είναι μετρημένα. Οι περισσότεροι ό,τι πάρουν το κρατούν στα χέρια. Τα απολύτως απαραίτητα και φεύγουν. Και πάλι… Δεν έχει λεφτά ο κόσμος γι αυτό ψωνίζει κατ’ αυτόν τον τρόπο. Κι εμείς το ίδιο, αλλιώς καλλιεργούσαμε κάποτε κι αλλιώς καλλιεργούμε σήμερα.
• Διαθέτεις δηλαδή κι εσύ λιγότερα προϊόντα προς πώληση πια;
Ναι βέβαια γιατί έχει αυξηθεί πολύ η φορολογία. Η φορολογία μπορεί να φτάσει μέχρι και το 45%, δηλαδή μισά μισά με το κράτος. Δεν αξίζει. Τρέχεις μέρα νύχτα, χειμώνα καλοκαίρι, καθημερινές και αργίες, για να βάλεις συνέταιρο το κράτος στην τσέπη σου και στον κόπο σου.
• Είναι και μια δουλειά που δεν έχει ωράριο.
Ούτε γιορτές, ούτε ωράριο, ούτε Κυριακές… Προχθές δούλευα από τα ξημερώματα μέχρι τα μεσάνυχτα και στις 3 το πρωί ήρθα στη λαϊκή για να προλάβω να βγάλω πέρα τη δουλειά.
• Ουσιαστικά τρέχεις για το μεροκάματο πλέον, πάνε οι καλές εποχές που η γη άφηνε χρήματα.
Δεν υπάρχει πλέον περιθώριο να αφήσεις χρήματα. Προσπαθείς να βγάλεις τα έξοδά σου, δηλαδή να καλύψεις τα έξοδα του σπιτιού σου και τα έξοδα της δουλειάς σου. Αν καταφέρεις να τα καλύψεις αυτά χωρίς να χρεωθείς, τότε πρέπει να είσαι ευχαριστημένος. Όμως, δεν υπάρχει αγρότης αυτή τη στιγμή που να μην είναι χρεωμένος.
• Οι αγρότες που είναι στα νησιά, σε σχέση με τους αγρότες της ηπειρωτικής Ελλάδας, είναι σε μειονεκτικότερη θέση;
Σίγουρα. Κάποιος που έχει 300 στρέμματα παίρνει και γερή επιδότηση. Εμείς εδώ καλλιεργούμε 10, 15, 20 μέχρι και 30 στρέμματα οι περισσότεροι, και τα πιο πολλά χωράφια δεν είναι δικά μας, τα ενοικιάζουμε. Αρα, καταλαβαίνεις ότι είμαστε σε μειονεκτικότερη θέση. Εξάλλου και το λειτουργικό κόστος το δικό μας είναι υψηλότερο. Απαιτούνται πολλά χρήματα για λιπάσματα, φάρμακα συν την υψηλή φορολογία.
Ξεκινάς μια καλλιέργεια με 2.500-3.000 ευρώ και μπορεί να μην κόψεις τίποτα να πουλήσεις και να μπεις μέσα. Και μετά να περιμένεις από μια δεύτερη να σου βγάλει την ζημιά της πρώτης καλλιέργειας. Αν κάτι δεν πάει καλά, μέσα σε μια χρονιά μπορείς να βρεθείς χρεωμένος με 10.000 και 15.000 ευρώ.
• Που εξαρτάται από τι;
Καιρικές συνθήκες, αρρώστιες… Ειδικά η ντομάτα πλέον είναι παθητική ως προϊόν, λόγω της αρρώστιας που υπάρχει τώρα, την λεγόμενη «τούτα».
• Εχεις πάθει εσύ τέτοιες ζημιές;
Αμέ. Και από καιρό και από αρρώστια. Εμένα με έχει καταστρέψει το μυρμήγκι για παράδειγμα. Εσπειρα κρεμμύδι, και μου μάζεψε τους σπόρους το μυρμήγκι. Και σκέψου ότι ο σπόρος του κρεμμυδιού κοστίζει 250 ευρώ το κιλό. Άλλη φορά μπήκε μέσα ο λαγός και να μου έφαγε το φυτό του κρεμμυδιού. Πέντε κιλά σπόρου κρεμμυδιού πήγε χαμένος, όπως και ο κόπος μου.

• Εσύ, που είσαι νέος αγρότης, από το κράτος τι βοήθεια περιμένεις;
Να βοηθήσει να μειωθεί η φορολογία, ναι μεν να πληρώσουμε αλλά πάνω στο καθαρό μας κέρδος. Εμείς δεν λέμε να μην πληρώνουμε αλλά θέλουμε δίκαιο φορολογικό σύστημα. Τότε δεν θα προσπαθήσεις να φοροδιαφύγεις. Όταν όμως φτάνει η φορολόγηση στο 45% κι εγώ τρέχω όλη μέρα κάτω από τον ήλιο, ή μέσα στη βροχή, ή στο κρύο και έρχεται το κράτος να μπει συνέταιρος στην τσέπη μου, ε δεν θα τρέξω. Να τρέχω για να καλύπτω το κράτος; Δεν γίνεται. Αν υπήρχε πιο χαμηλή φορολογία και ελάφρυνση στις τιμές των πρώτων υλών, θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα για εμάς τους αγρότες. Προσπαθούμε να πουλήσουμε τα προϊόντα μας στην λαϊκή αγορά, δίνουμε και στην λαχαναγορά αλλά κι εκεί οι τιμές είναι πολύ χαμηλές. Είναι ελάχιστα πια τα περιθώρια κέρδους για εμάς. Λίγες φορές βρίσκουμε τιμές που μας καλύπτουν.
• Με τις εισαγωγές τι γίνεται;
Εχουμε τεράστιο πρόβλημα. Ρίχνουν ακόμα περισσότερο τις ήδη χαμηλές τιμές και δεν μπορούμε να τους ανταγωνιστούμε. Φέρνουν ντομάτα από Σκόπια, από Ολλανδία, από Τουρκία και όχι μόνο ντομάτες, πολλά προϊόντα. Εμείς δεν μπορούμε να τα ανταγωνιστούμε αυτά. Πολλοί παροτρύνουν τους νέους να γίνουν αγρότες, τους ξεγελούν, μπαίνουν στο λούκι και φεύγουν χρεωμένοι. Μετανιώνουν την ώρα και την στιγμή που ασχολήθηκαν. Ειδικά όσοι δεν είχαν ξανά ασχοληθεί. Οποιος δεν ξέρει την δουλειά, τις ιδιαιτερότητές της και τις παγίδες της, είναι μαθηματικά κατεστραμμένος.
• Ο κόσμος, παραπονιέται για τις τιμές;
Το πριν και το μετά, έχει τεράστια διαφορά. Πριν αγόραζαν χωρίς να ρωτούν τιμές, γέμιζαν τσάντες για να πάρουν στο σπίτι τους, στα παιδιά τους… Σήμερα εκτός του ότι σου κάνουν παζάρι, παίρνουν ελάχιστα πράγματα. Ισα να βολευτούν μια δύο ημέρες και πάλι, στην επόμενη λαϊκή ή θα πάνε στον μανάβη τους να πάρουν τα ελάχιστα για την ημέρα. Δεν έχει ο κόσμος λεφτά. Ζυγίζει μια μελιτζάνα, δύο κρεμμύδια… Όταν βλέπεις να μετράει τα σεντς για να σε πληρώσει ή σου λέει ζύγισέ μου μέχρι 30 ή 50 λεπτά γιατί δεν έχω άλλα λεφτά, καταλαβαίνεις ότι τα πράγματα είναι δύσκολα…
• Φαντάζομαι είναι δύσκολο συναίσθημα να αντιλαμβάνεσαι ότι αυτός που έχεις απέναντί σου δεν έχει χρήματα για πάρει ούτε τα απαραίτητα…
Είναι δύσκολο να βλέπεις την απόγνωση στα μάτια του άλλου που μετράει τα κέρματα. Πολλές φορές, έχω φτάσει σε σημείο να πω «πάρε τα πράγματα και φύγε, κράτησε τα λεφτά σου». Πριν μερικές ημέρες πέρασε ένας παππούς και του πρόσφερα να πάρει πράγματα από τον πάγκο και έβαλε τα κλάματα… Μου είπε «παιδί μου, δεν έχω λεφτά να αγοράσω. Παλιά είχα λεφτά και ψώνιζα, τώρα δεν έχω, έρχομαι στη λαϊκή όπως έκανα όλα τα προηγούμενα χρόνια που γέμιζα τις τσάντες, όμως σήμερα περνάω μόνο για να δω. Κλαίω γιατί δεν έχει πια η τσέπη μου λεφτά». Εδωσα στον παππού απ όλα όσα είχα στον πάγκο αλλά η αξιοπρέπειά του δεν του επέτρεπε να πάρει τα πράγματα. Επέμεινα και του λέω «πάρε τα πράγματα παππού γιατί κι εσύ πρέπει να αντέξεις. Αύριο μεθαύριο μπορεί τα πράγματα να πάνε καλύτερα και τότε που η τσέπη σου θα έχει ξανά χρήματα, θα μπορείς να ψωνίσεις ξανά και τότε θα μπορέσεις κι εσύ να βοηθήσεις και να στηρίξεις κάποιον άλλον»… Βλέπουμε πολλά τέτοια περιστατικά. Ο,τι μένει απούλητο δεν το πετάω, τα δίνω σε οικογένειες που έχουν πραγματική ανάγκη. Ο κόσμος δυστυχεί… Βλέπεις να έρχονται το μεσημέρι για να πάρουν τα χτυπημένα, τα σάπια… Ισχυρίζονται ότι τα θέλουν για τα πουλάκια που έχουν στο σπίτι αλλά, καταλαβαίνεις ότι πρόκειται για τους ίδιους
• Ποιας ηλικίας είναι οι άνθρωποι αυτοί;
Και νέοι και ηλικιωμένοι… Πάντα επικαλούνται τα πουλάκια που υποτίθεται ότι έχουν στο σπίτι αλλά φαίνεται ότι είναι για τους ίδιους.
• Το μέλλον πώς το βλέπεις;
Δεν βλέπω μέλλον… Ετσι όπως τα έχουν κάνει, πιστεύω ότι κάποια στιγμή το επάγγελμα θα εκλείψει. Μπορεί και σκόπιμα. Για να μην σου το πούνε ευθέως, επιβάλλουν μέτρα που θα σε αναγκάσουν να τα παρατήσεις κάποια στιγμή. Θα χρεωθείς, μια, δύο χρονιές… Ως πότε θα χρεώνεσαι; Κάποια στιγμή θα σταματήσεις. Οσες φορές κι αν το σκέφτηκα σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγω, ότι γίνεται σκόπιμα για να μας εξοντώσουν.
• Τι γίνεται με τα εισαγόμενα προϊόντα που βαφτίζονται ντόπια; Πώς θα προστατευθεί ο καταναλωτής;
Υπάρχουν κι αυτά τα φαινόμενα. Οι καταναλωτές που είναι ψαγμένοι μπορεί να γλιτώσουν τις κακοτοπιές. Οι άλλοι θα φάνε πατάτα Αιγύπτου που είναι βαφτισμένη «ντόπια». Χρειάζονται παραπάνω έλεγχοι και επιβολή προστίμων.
• Αν το παιδί σου, σου έλεγε ότι θέλει να ασχοληθεί με αυτό το επάγγελμα, τι θα του έλεγες;
Μόνο που το είπες ανατρίχιασα! Ουτε καν! Εγώ είχα μάθει την τέχνη της μαγειρικής, έπειτα από παρότρυνση των γονιών μου για να μην ασχοληθώ με τη γη, και μετανιώνω την ώρα και την στιγμή που δεν ασχολήθηκα. Δεν θα ήθελα να ασχοληθεί το παιδί μου, θα είναι πάντα χρεωμένο. Δεν θα έχει ζωή, θα είναι πάντα έξω στα χωράφια και δεν θα δει ποτέ άσπρη μέρα όπως δεν βλέπω κι εγώ και κανένας από όσους ασχολούνται με την γη.
• Η οικογένειά σου σε στερείται;
Βέβαια, η κόρη μου με βλέπει μια ή δύο φορές την εβδομάδα και οι ώρες είναι μετρημένες. Εχει φορές που λαχταράς το παιδί σου, που περνάνε οι ημέρες και λες πότε θα το δω, πότε θα παίξω μαζί του, πότε θα κοιμηθούμε αγκαλιά. Πάω σπίτι λίγο πριν να κοιμηθεί και φεύγω πριν ξυπνήσει. Πότε θα δεις το παιδί σου… Το παιδί μεγαλώνει κι εσύ λείπεις, χάνεις τις στιγμές μαζί του, τις στιγμές με την οικογένειά σου. Κι αυτό δεν πληρώνεται… Αλλά δεν μπορείς να κάνεις κι αλλιώς… Είσαι εγκλωβισμένος.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου