Του Δημήτρη Μαρκόπουλου
Ποτέ άλλοτε σ’ αυτή τη χώρα οι καταναλωτές δεν μείωσαν τις δαπάνες τους στον βαθμό που το έκαναν την τελευταία διετία.
Με τους αριθμούς να επιβεβαιώνουν όλους εκείνους που μιλάνε για τη ζημιά που υποστήκαμε ως χώρα εξαιτίας της «εθνικά υπερήφανης διαπραγμάτευσης», λίγο μετά τη διαπίστωση του προέδρου του ESM για τα χαμένα 100 δισ. ευρώ πρόσφατη έρευνα της εταιρείας μετρήσεων καταναλωτικής πορείας IRI δείχνει ότι ο Ελληνας έσφιξε με πρωτοφανή τρόπο το ζωνάρι στο διάστημα 2014-2016, ανατρέποντας τον τρόπο κατανάλωσης ετών. Πρόκειται για δείγματα απόλυτης φτωχοποίησης που όμοιά της δεν συναντούσε κανείς τα πρώτα πέντε χρόνια των μνημονίων και που οφείλουν να προβληματίσουν την πολιτική ηγεσία του τόπου.
Μέχρι στιγμής γνωρίζαμε από τα σχετικά ρεπορτάζ ότι «οι Ελληνες έκοψαν το γάλα» λόγω της κάμψης των πωλήσεων σε διψήφιο ποσοστό, το ίδιο ακριβώς συμβαίνει όμως σε όλες τις προϊοντικές κατηγορίες των ραφιών. Κόψαμε δηλαδή και το γιαούρτι και τα ζυμαρικά και τις ελιές και το ελαιόλαδο και το κρέας, ακόμα και το χαρτί τουαλέτας…
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Η έρευνα επικεντρώθηκε στο διάστημα 2014-2016, περίοδο κατά την οποία ηγεμονική δύναμη υπήρξε ο ΣΥΡΙΖΑ. Ηδη από το 2014, αν και αρχικά διαφαίνονταν σημάδια ανάκαμψης της αγοράς και της καταναλωτικής δαπάνης, από το δεύτερο εξάμηνο, οπότε ο τότε κυβερνητικός συνασπισμός Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ έχασε τις ευρωεκλογές και ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έστελνε μηνύματα ανατροπής για τη στιγμή που θα ανέλθει στην εξουσία, τα πράγματα άλλαξαν. Οι καταναλωτές φοβήθηκαν και αυτό αποτυπώθηκε σε όλες τις προϊοντικές κατηγορίες. Ωστόσο, το μεγάλο «κραχ» έγινε το 2015-2016, ανατρέποντας πλήρως τις καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων.
Μια ματιά στις βασικές κατηγορίες προϊόντων δείχνει του λόγου το αληθές. Για παράδειγμα, ενώ το 2014 η κατανάλωση λευκού γάλακτος σε όλες τις κατηγορίες, ήταν πτωτική κατά 7,9%, το 2016 και μετά τις γνωστές εθνικές περιπέτειες έφτασε σε πτώση το 15,1%. Σχεδόν δηλαδή διπλάσιο ποσοστό από την προηγούμενη διετία. Ανάλογη μείωση σημειώθηκε και στην κατανάλωση γιαουρτιού, όπου επήλθε πτώση 7,3% το 2016 από 3,5% το 2014. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι όλα τα στοιχεία αφορούν τις πωλήσεις σε αξία παρότι οι τιμές δεν αυξήθηκαν λόγω της κρίσης. Από τις κατηγορίες τροφίμων που παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον είναι οι ελιές. Η εν λόγω κατηγορία το 2014 γνώρισε αλματώδη ανάπτυξη φτάνοντας σε αύξηση πωλήσεων συγκριτικά με το 2013 το 13,2%. Τη χρονιά των «σκληρών διαπραγματεύσεων», το 2015 δηλαδή, η κατηγορία γνώρισε άμεση κάμψη πωλήσεων κατά 3,8%, ενώ το 2016 συνεχίστηκε η πτώση με μείωση πωλήσεων της τάξης του 13%. Δηλαδή η κατηγορία επανήλθε στα χαμηλά επίπεδα του 2013 ενώ η πτώση, όπως πληροφορούμαστε, εξακολουθεί.
Και στα συσκευασμένα τυριά οι Ελληνες αποφάσισαν να κόψουν τις δαπάνες τους. Η κατηγορία κινήθηκε πτωτικά το 2014 κατά 5,5%, η τάση διατηρήθηκε το 2015 στο 4,1% και έσπασε κάθε ρεκόρ πέρυσι με -7,8%. Θα πρέπει να τονίσουμε ότι σε όσους γνωρίζουν από τρόφιμα ο δείκτης πωλήσεων του τυριού είναι χαρακτηριστικός και θεωρείται έως και συνώνυμος του δείκτη ευημερίας. Ανάλογη πτώση σημειώθηκε και στα ζυμαρικά που έφτασε στο 6,8% πέρυσι, στο συσκευασμένο κρέας (9,8% το 2016), στις πωλήσεις μπίρας (3,8% το ίδιο έτος), στους χυμούς (10% το 2016 ) στα δημητριακά (3,3%), ακόμα και στα αναψυκτικά με -9,3% την τελευταία χρονιά.
Ενδιαφέρον στοιχείο, ενδεικτικό του τι θεωρεί πλέον ο Ελληνας καταναλωτής χρήσιμο και τι περιττό, είναι ότι ακόμα και το χαρτί τουαλέτας παρουσίασε το 2016 κάμψη 11,3% από 2,2% που ήταν το 2014. Οπως η ίδια η εταιρεία ερευνών και μελετών στον κλάδο των σούπερ μάρκετ IRI έχει επισημάνει, ενδεικτικό της ζημιάς που έχει υποστεί η αγορά τα τελευταία τρία χρόνια είναι ότι το 2016 στις 20 κορυφαίες κατηγορίες κατανάλωσης παρακολουθούμε να καταγράφεται πλέον διψήφιο ποσοστό μείωσης πωλήσεων σε αξία σε αρκετές περιπτώσεις (λευκό γάλα, χυμοί, χαρτί υγείας, ελαιόλαδο), γεγονός ανησυχητικό. Συνολικά στα τρόφιμα η μείωση των πωλήσεων για το 2015-2016 φτάνει το 6,5%, με μια τάση που, όπως όλα δείχνουν, συνεχίζεται με αμείωτη ένταση και το τρέχον έτος παρά την προσπάθεια να φιλοτεχνηθεί μια εικόνα εξόδου από τον κίνδυνο και από τα προβλήματα για τη χώρα και την αγορά.
Η μείωση της αγοράς τροφίμων είναι πλέον μεγαλύτερη σε ποσοστό ακόμα και από τη μείωση των καθαριστικών (5%), προφανώς επειδή έχει υπάρξει πλήρης επανακαθορισμός του τι τρώμε και πώς.
Ο παράγων «Μαρινόπουλος»
Βέβαια στην παραπάνω καταναλωτική εξίσωση δεν πρέπει να λησμονούμε και τη μεγάλη συμμετοχή που είχε το βύθισμα της Μαρινόπουλος. Δεν είναι μικρό πράγμα η απόσυρση σχεδόν 9.000 σημείων πώλησης τα οποία παρέμεναν ανενεργά. Μήπως όμως αποτέλεσμα της πολιτικής ανατροπής και των προβλημάτων που αυτή δημιούργησε δεν ήταν και αυτό του κλεισίματος της ιστορικής αλυσίδας; Επίσης, όλες οι εκτιμήσεις για το 2017 δείχνουν ότι δύσκολα θα υπάρξουν ανοδικοί ρυθμοί. Ηδη το πρώτο πεντάμηνο του τρέχοντος έτους οι συνολικές πωλήσεις των σούπερ μάρκετ εξακολουθούν να υποχωρούν κατά 2,3%, με πληροφορίες να αναφέρονται σε ακόμα μεγαλύτερη επιδείνωση αυτής της ήδη αρνητικής συνθήκης το επόμενο διάστημα. Οι ίδιοι αναλυτές επίσης βλέπουν ακόμα μεγαλύτερη μείωση των πωλήσεων σε αξία στα σούπερ μάρκετ το 2018, που θα φτάσει το 1,5% συγκριτικά με το 2017.
Το συμπέρασμα; Μπορεί η χώρα να απέφυγε τα χειρότερα από την καταστροφική διαπραγμάτευση του 2015, όμως ο αντίκτυπος του τρίτου μνημονίου στην αγορά σε συνδυασμό με το κούμπωμα των πολιτών λόγω της νέας διαπραγμάτευσης για τη δεύτερη αξιολόγηση οδήγησε σε στάση αγορών. Μάλιστα σε πρόσφατο συνέδριο για τα σούπερ μάρκετ κορυφαίο στέλεχος της βιομηχανίας δήλωσε: «Η αρνητική εμπειρία του 2015 έδειξε στον μέσο Ελληνα ότι η χώρα βρίσκεται κυριολεκτικά στον αέρα και πως δεν είμαστε πλέον μια ασφαλής χώρα. Και αυτό το κλίμα περνάει πλέον στον τρόπο που σκεφτόμαστε και αγοράζουμε. Είναι η νέα εθνική καταναλωτική μας κατάθλιψη».
newmoney.gr