Ακόμη μια πτυχή της πολύκροτης υπόθεσης υπεξαίρεσης στο Κεντρικό Λιμεναρχείο Ρόδου από ανθυποπλοίαρχο, που απασχόλησε για μεγάλο χρονικό διάστημα την επικαιρότητα, εξετάστηκε από το Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου.
Το δικαστήριο με την 524/2022 απόφασή του έκανε δεκτή την αγωγή που άσκησε το «Μετοχικό Ταμείο Ναυτικού» με την οποία ζητήθηκε να υποχρεωθεί το Ελληνικό Δημόσιο καθώς και ο ανθυποπλοίαρχος του Λιμενικού Σώματος, να του καταβάλουν, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής αποζημίωση για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη από την παράνομη συμπεριφορά του.
Ο ανθυποπλοίαρχος ενεργώντας ως τομεάρχης του Κεντρικού Λιμεναρχείου Ρόδου, εντεταλμένος για την είσπραξη λιμενικών τελών υπέρ του ενάγοντος, κατά το χρονικό διάστημα 20-12-2006 έως 11-10-2007 ιδιοποιήθηκε παράνομα ποσό 10.586 ευρώ, προερχόμενο από ποσοστό 5% επί εισπραχθέντων λιμενικών τελών ύψους 211.681,53 ευρώ.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η αγωγή κατά το μέρος που στρέφεται κατά του ανθυποπλοίαρχου είναι απαράδεκτη καθώς παθητικά νομιμοποιούμενο στην αγωγή είναι μόνο το Δημόσιο ή το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που είναι υπόχρεα προς ικανοποίηση της χρηματικής αξίωσης από έννομη σχέση δημοσίου δικαίου.
Το ιστορικό της υπόθεσης σύμφωνα με την απόφαση έχει ως εξής:
Ο ανθυποπλοίαρχος ορίστηκε εντεταλμένος και υπόλογος βεβαίωσης, είσπραξης και απόδοσης πλοηγικών και λιμενικών τελών, έχοντας την υποχρέωση να αποδίδει τα εισπραττόμενα ποσά στο Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο κατά ποσοστό 87%, στο Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο κατά ποσοστό 8% και στο Μετοχικό Ταμείο Ναυτικού κατά ποσοστό 5%.
Το ως άνω όργανο, ωστόσο, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων, που του είχαν ανατεθεί, κατά το χρονικό διάστημα από 20-12-2006 έως 11-10-2007 δεν απέδωσε στο ενάγον ως όφειλε ποσοστό 5% των λιμενικών τελών, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ισόποσου ελλείμματος σε αυτό.
Εξάλλου, συνεπεία των πράξεων αυτών, κινήθηκε σε βάρος του τόσο πειθαρχική όσο και ποινική διαδικασία.
Ειδικότερα, την 11-10-2007, υποβλήθηκε στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ρόδου «Πρακτικό Ελέγχου» των αντιπλοιάρχου Λιμενικού Σώματος Σαρηγιάννη Γ. και υποπλοιάρχου Λιμενικού Σώματος Βασιλακούδη Δ. με το οποίο διαπιστώθηκε μεταξύ άλλων έλλειμμα στο Ταμείο Είσπραξης – Απόδοσης Λιμενικών Τελών του ενάγοντος με υπόλογο κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα τον ανθυποπλοίαρχο.
Την ίδια ημέρα, και κατόπιν πρωτοβουλιών του Λιμενικού Σώματος για την αποκάλυψη του ελλείμματος, ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Ρόδου διέταξε προανάκριση κατά την αυτόφωρη διαδικασία ενώ κατόπιν της Διαταγής του αρχηγού του Λιμενικού Σώματος, ο ανθυποπλοίαρχος τέθηκε σε αργία.
Την 20-11-2007 ο Α’ υπαρχηγός του Λιμενικού Σώματος με απόφασή του παρέπεμψε τον ανωτέρω στο Πρωτοβάθμιο Ανακριτικό Συμβούλιο για Ανωτέρους και Κατωτέρους Αξιωματικούς του Λιμενικού Σώματος με το ερώτημα της απόταξης, ενώ, ενόψει της απευθείας κίνησης της πειθαρχικής διαδικασίας, την 26-11-2007, με την 1127/1102/07 διαταγή του αρχηγού του Λιμενικού Σώματος αποφασίσθηκε η ακύρωση της διενεργούμενης Ε.Δ.Ε.
Με το από 10-01-2008 Πρακτικό Γνωμοδότησης, το Πρωτοβάθμιο Ανακριτικό Συμβούλιο απεφάνθη ομοφώνως ότι υπήρχε λόγος ο ανωτέρω ανθυποπλοίαρχος να αποταχθεί για πράξεις που θίγουν την τιμή, την αξιοπρέπεια και την υπόληψη του στρατιωτικού ή το κύρος του Σώματος ή μαρτυρούν έλλειψη ακεραιότητας και διαφθορά χαρακτήρα καθώς και για βαριά παραπτώματα σχετικά με την υπηρεσία ή την πειθαρχία.
Την 06-03-2008, ο ανθυποπλοίαρχος κατέθεσε προσφυγή κατά του ανωτέρω πρακτικού γνωμοδότησης ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Ανακριτικού Συμβουλίου για Ανωτέρους (πλην πλοιάρχους) και Κατωτέρους Αξιωματικούς του Λιμενικού Σώματος, ενώ την 10-06-2008 ο Α’ υπαρχηγός του Λιμενικού Σώματος με διαταγή του τον παρέπεμψε στο Συμβούλιο αυτό, το οποίο με το από 19-01-2009 Πρακτικό Γνωμοδότησής του απεφάνθη ομοφώνως υπέρ της απόταξής του.
Εξάλλου, με την αμετάκλητη απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Δωδεκανήσου καταδικάσθηκε σε συνολική ποινή κάθειρξης 9 ετών για το αδίκημα της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία κατ’ εξακολούθηση με βλάβη του Δημοσίου με την αιτιολογία ότι κατά το χρονικό διάστημα από 20-12-2006 έως 11-10-2007, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος που στρέφεται κατά του Δημοσίου και, μεταξύ άλλων νομικών προσώπων, και κατά Μετοχικού Ταμείου Ναυτικού ιδιοποιήθηκε παράνομα ποσά συνολικού ύψους 343.567,38 ευρώ, το οποίο αποτελεί αντικείμενο ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, η δε ζημία που προξενήθηκε στο Δημόσιο και στα νομικά πρόσωπα, με αντίστοιχο δικό του όφελος από την πράξη του αυτή υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 150.000 ευρώ και για το αδίκημα της απιστίας περί την υπηρεσία.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η ανωτέρω παρανομία αποδίδεται στο Ελληνικό Δημόσιο, δεδομένου ότι προκλήθηκε από όργανο αυτού κατά την εκτέλεση των υπηρεσιακών του καθηκόντων που του είχαν ανατεθεί από τον κεντρικό λιμενάρχη Ρόδου, χωρίς δικαίωμα επιλογής του ενάγοντος ενώ, εξάλλου, από το εναγόμενο κινήθηκε πειθαρχική διαδικασία σε βάρος του που οδήγησε σε απόταξή του από την υπηρεσία, χωρίς να ασκεί καμία επιρροή στην κρίση αυτή το γεγονός ότι θεωρήθηκε υπόλογος του ενάγοντος.
Εκρινε ότι στην προκειμένη περίπτωση θεμελιώνεται, κατά τις διατάξεις του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ, αστική ευθύνη του εναγομένου Ελληνικού Δημοσίου για αποζημίωση του ενάγοντος.