Και «πιάνομαι» από την λέξη Πατριωτικό, διότι είναι η λέξη – κλειδί (και μετά τις επεξηγήσεις) κατέχοντος δημόσιο αξίωμα σε αυτή τη χώρα που απάντησε σε ερωτήσεις μικροεπιχειρηματιών, ότι «όποιος δεν μπορεί να πληρώσει τις εισφορές στο Ταμείο του, και το θεωρεί πατριωτικό, ας πάει στη Βουλγαρία».
Θεωρείται – μήπως – πατριωτικό καθήκον η συνέχιση της λειτουργίας και ο αργός θάνατος κάτω από ασφυκτικές συνθήκες επιχειρηματικού περιβάλλοντος και η συνεχής επιβάρυνση τόσο της ίδιας της επιχείρησης όσο και του Κράτους Ή η μετεγκατάσταση μετά την «προτροπή» – έστω και παρεξηγημένη- σε Χώρες ασφαλούς και δικαιότερου Επιχειρείν;
Και επειδή οι αριθμοί είναι αμείλικτοι, ας μιλήσουμε με αυτούς μιας και δεν επιδέχονται αμφισβήτησης.
Η Βουλγαρία, με 11.500 επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων, που μόνο στο 2014 το ύψος των επενδύσεων των επιχειρήσεων αυτών, έφτασε τα 2,49 δις ευρώ, «σέρνει τον χορό» των επιχειρήσεων που εγκαταστάθηκαν και δραστηριοποιούνται στα Βαλκάνια, και όπου η φορολογία στη χώρα αγγίζει το 10% επί των κερδών.
Η Αλβανία, με 673 επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων, με ύψος επενδύσεων από το 2007 έως το 2014 ανερχόμενο στα 5,8 δις Ευρώ και όπου η φορολόγηση επιχειρήσεων, με κύκλο εργασιών ως 36.000 ευρώ είναι μηδενική.
Η Π.Γ.Δ.Μ. , με περισσότερες από 100 επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων και ύψος επενδύσεων 1 δις ευρώ.
Η Σερβία, με 200 περίπου επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων και 2,5 δις ευρώ επενδυμένο κεφάλαιο.
Και τέλος η Ρουμανία, με 6022 επιχειρήσεις και επενδύσεις τα τελευταία 4 χρόνια 5 δις ευρώ.
Συνολικά λοιπόν και σύμφωνα με τα στοιχεία των Γραφείων Οικονομικών & Εμπορικών Υποθέσεων των Ελληνικών Πρεσβειών στα Βαλκάνια, 18.495 ελληνικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην Αλβανία, στη Βουλγαρία, στη Ρουμανία, στην Π.Γ.Δ.Μ. και τη Σερβία και επενδύσει περίπου 19.500 δις ευρώ.
Αντί λοιπόν να κατακρίνονται και να λοιδορούνται οι επιχειρηματίες και στην ουσία οι ιδιοκτήτες μικρών (κατά την Ε.Ε) επιχειρήσεων που απεγνωσμένα προσπαθούν να κρατήσουν όρθιες τις επιχειρήσεις του, σοφότερο θα είναι να γίνει αντιληπτό ότι μόνο με γενναίες ρυθμίσεις και προσαρμογή του επιχειρηματικού περιβάλλοντος στην πραγματική οικονομία είναι δυνατόν να επιτευχθεί κάτι τέτοιο.
Για να ξαναμπούν στο παιχνίδι της επιχειρηματικότητας αλλά και για να προσελκυσθούν νέες επενδύσεις θα πρέπει να μπορέσουν οι επιχειρήσεις, υπάρχουσες και νέες;, να δραστηριοποιηθούν σε ένα ελαφρυμένο, υγιές και ασφαλές περιβάλλον.
Ένα περιβάλλον με κανόνες, που δεν θα αλλάζουν στο μέσο του έτους και θα είναι προσαρμοσμένοι στα ουσιαστικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι επιχειρήσεις.
Ένα περιβάλλον που θα επιτρέπει τη συνέχιση της λειτουργίας τους, διευκολύνοντας την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους, φορολογικών και ασφαλιστικών, στο μέτρο των πραγματικών δυνατοτήτων τους κάτω από τιε σημερινές ασφυκτικές συνθήκες λειτουργίας της αγοράς.
Ένα περιβάλλον που δεν θα ωθεί τις επιχειρήσεις να μετεγκατεσταθούν και να επενδύσουν σε γειτονικές χώρες και δεν θα οδηγήσει σε αφανισμό την τάξη που για δεκαετίες αποτέλεσε τον ουσιαστικό αιμοδότη της οικονομίας και το συνεκτικό κρίκο του κοινωνικού ιστού της χώρας μας.
Νίκος Παπασταματίου
Γενικός Γραμματέας Επιμελητηρίου Δωδεκανήσου