Για την 20ή Δεκεμβρίου 2020 έχει προσδιοριστεί η εκδίκαση ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων, υπόθεσης με κατηγορούμενο για εξακολουθητική πλαστογραφία εις βάρος του Ελληνικού Δημοσίου έναν 70χρονο συνταξιούχο εφοριακό.
Ο 70χρονος είχε αφεθεί το έτος 2016 ελεύθερος με τους περιοριστικούς όρους της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της εμφάνισής του μια φορά κάθε μήνα στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας του.
Η έρευνα σε βάρος του, όπως έγραψε η «δημοκρατική», ξεκίνησε μετά από καταγγελία μηχανικού της Ρόδου για υπεξαίρεση.
Στην οικία του συνταξιούχου είχαν βρεθεί και κατασχεθεί μετά από έρευνα επιταγές, πλήθος αποδείξεων και τιµολογίων, που σχετίζονται µε συγκεκριµένα ονόµατα πολιτών, βιβλία εσόδων-εξόδων και µπλοκ αποδείξεων παροχής υπηρεσιών, κενές άδειες κυκλοφορίας οχήµατος και 50 σφραγίδες εκ των οποίων οι 11 ήταν στρογγυλές κρατικές σφραγίδες διαφόρων υπηρεσιών του Δηµοσίου και µια «µήτρα» τριών σφραγίδων.
Πρόκειται µεταξύ άλλων για σφραγίδες της ΔΟΥ Ρόδου και υπαλλήλων της, σφραγίδα του Πρωτοδικείου Αθηνών, του Εφετείου Αθηνών, του Πανεπιστηµίου Πειραιώς, της Επιθεώρησης Εργασίας και του πρώην Δήµου Αφάντου. Είχε κατασχεθεί εξάλλου το χρηματικό ποσό των 115.000 ευρώ.
Ο μηνυτής, πολιτικός μηχανικός, υποστήριξε ότι ο εφοριακός τού υπεξαίρεσε χρήματα, που του έδινε για την εξόφληση υποχρεώσεών του στη ΔΟΥ και προκειμένου να καλύψει την υπεξαίρεση στις δηλώσεις του συμπεριελάμβανε τιμολόγια για ανύπαρκτες αγορές για να αυξήσει τις καταβολές σε ΦΠΑ.
Υποστήριξε ακόμη ότι διαπίστωσε την απάτη σε βάρος του μετά από έλεγχο του ΣΔΟΕ, που του επέβαλε πρόστιμο ύψους 104.484,88 ευρώ.
Ο μηχανικός στην πορεία υπέβαλε στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Ρόδου δήλωση με την οποία ουσιαστικά παραιτείται των καταγγελιών του, επισημαίνοντας μάλιστα ότι έχει πλήρως αποζημιωθεί για την ζημία που υπέστη από τον συνταξιούχο εφοριακό.
Από την έρευνα που ακολούθησε προέκυψε ότι ο κατηγορούμενος από το έτος 2003 έως το έτος 2011 (μερικότερες πράξεις πριν το διάστημα αυτό έχουν υποπέσει σε παραγραφή) κατάρτησε και νόθευε πλαστά έγγραφα κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια και έκανε χρήση αυτών στις φορολογικές αρχές.
Του αποδίδεται ειδικότερα ότι έχει πλαστογραφήσει τιμολόγια, αποδείξεις, ασφάλιστρα για να παραπλανηθούν οι φορολογικές αρχές καθώς και βεβαιώσεις περί αναπηρίας προκειμένου να τύχουν ευεργετικής αντιμετώπισης επιχειρηματίες της Ρόδου.
Του αποδίδεται ότι τέλεσε την κακουργηματική πράξη για να αποκομίσει συνολικά ο ίδιος και πελάτες του οικονομικό όφελος.
Επιπλέον του αποδίδεται ότι στο διάστημα Ιουνίου 2009 – Απριλίου 2012 δεν γνωστοποίησε τον θάνατο συγγενικού του προσώπου και ελάμβανε το επίδομα τυφλότητάς της, προσπορίζοντας όφελος 10.000 ευρώ περίπου.
Η συνολική περιουσιακή ζημία που φέρεται να προξένησε στο Ελληνικό Δημόσιο υπερβαίνει το ποσό των 103.952,95 ευρώ.
Απολογούμενος ο 70χρονος τόνισε ότι με τις αποδιδόμενες σ’ αυτόν κατηγορίες θεωρείται ως δεδομένο ότι έχει πλαστογραφήσει έγγραφα, ενώ ευθύς εξ αρχής έχει αρνηθεί κατηγορηματικά την οποιανδήποτε συμμετοχή του στην αλλοίωση των αναγραφόμενων ποσών ή στην κατάρτιση πλαστών τιμολογίων και λοιπών εγγράφων και έχει δηλώσει κατηγορηματικά ότι όλα τα έγγραφα παρεδίδοντο στον ίδιο από τους ιδιώτες, οι οποίοι προσδοκούσαν όφελος από τα πλαστά έγγραφα. Τόνισε επίσης ότι δεν έχει διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη για να διακριβωθεί με βεβαιότητα ποιος είναι ο πλαστογραφείσας τα έγγραφα. Αναφερόμενος ειδικότερα σε πλαστογραφία πτυχίων του πανεπιστημίου του Πειραιά και της Μαρασλείου Ακαδημίας τόνισε ότι τα αδικήματα έχουν ήδη παραγραφεί. Αρνήθηκε παραπέρα ότι έχει προβεί στην παράνομη διάτρηση και θεώρηση τιμολογίων πλαστογραφώντας την υπογραφή πρώην υπαλλήλου της Δ.Ο.Υ Ρόδου και θέτοντας σφραγίδα με τα στοιχεία του.
Το ίδιο ισχυρίστηκε και για τιμολόγια που του παραδόθηκαν προς διεκπεραίωση μετά το θάνατο ενός λογιστή. Επεσήμανε εξάλλου ότι δεν έχει επέλθει καμία περιουσιακή βλάβη στο Δημόσιο και μάλιστα 56.000 ευρώ περίπου, όπως του αποδίδεται, καθώς οι φερόμενοι ως παρανομήσαντες επιχειρηματίες έχουν προβεί σε συμπληρωματικές τροποποιητικές δηλώσεις και έχουν καταβάλει τον οφειλόμενο φόρο. Αρνήθηκε παραπέρα κατηγορηματικά ότι κατήρτησε πλαστά πιστοποιητικά αναπηρίας διαφόρων προσώπων και ότι έχει πλαστογραφήσει αποδείξεις παροχής υπηρεσιών οδοντιάτρου και αποδείξεις ασφαλίστρων ζωής της κλινικής. Τόνισε επίσης ότι είναι μόνιμος κάτοικος Κοσκινού και αντιμετωπίζει σοβαρά οικογενειακά προβλήματα και προβλήματα υγείας.
Σε ό,τι αφορά τις σφραγίδες που βρέθηκαν στην οικία του ισχυρίστηκε ότι ήταν ξεχασμένες από συνάδελφό του και τις μετέφερε μετά την συνταξιοδότησή του εκεί.
Ως συνήγορος υπεράσπισής του παρίσταται ο δικηγόρος κ. Κ. Σαρής.