Σε μία βασική «εθνική κόκκινη γραμμή» επικεντρώνεται η κυβέρνηση, επιδιώκοντας τον συμβιβασμό με τους δανειστές και την επίτευξη τελικής συμφωνίας για την δεύτερη αξιολόγηση: την ίδια ώρα, «χρησμός» παραμένει με ποια μορφή θα παραμείνει, εφεξής, το ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και η απάντηση σ’ αυτό τον χρησμό συνδέεται πλήρως με το κατά πόσον η συμφωνία είναι εφικτή ή όχι. Ωστόσο, με δεδομένο ότι αυτή η απάντηση μπορεί να αργήσει, τα πρώτα σύννεφα ανησυχίας έχουν ήδη συγκεντρωθεί πάνω από το Μέγαρο Μαξίμου, καθώς το ενδεχόμενο πολύμηνης καθυστέρησης στις αποφάσεις τρομάζει το επιτελείο του Αλέξη Τσίπρα.
Ο πρωθυπουργός έχει ήδη διαμηνύσει σε όλους τους συνομιλητές του πως είναι διατεθειμένος να βάλει (αρκετό) νερό στο κρασί του, κρατώντας έναν απαράβατο όρο για να πει το τελικό «ναι» η Αθήνα στην επίτευξη συμφωνίας: κατά πληροφορίες, ο όρος αυτός, που συνιστά και την βασική «κόκκινη γραμμή» του Μεγάρου Μαξίμου είναι να γίνει αποδεκτή η άρνηση της κυβέρνησης να νομοθετήσει εκ των προτέρων… υπό αίρεση μέτρα λιτότητας που ζητεί το ΔΝΤ.
«Κόκκινη γραμμή»
Αυτή, εξάλλου, ήταν και η βασική θέση με την οποία μετέβη στο Βερολίνο ο Αλέξης Τσίπρας. Σύμφωνα με πληροφορίες που προέρχονται από κυβερνητικούς αξιωματούχους που βρέθηκαν επίσης στο Βερολίνο, ο πρωθυπουργός εξήγησε στην Γερμανίδα καγκελάριο, Άνγκελα Μέρκελ, ότι ούτε η δική του, ούτε και καμία άλλη κυβέρνηση θα μπορούσε να «περάσει» από το ελληνικό Κοινοβούλιο τα βαριά μέτρα λιτότητας που ζητεί το ΔΝΤ, σε μία συγκυρία μάλιστα που η οικονομία φαίνεται να «γυρίζει» και η Ελλάδα εμφανίζεται έτοιμη να γυρίζει σελίδα. Παράλληλα, ο Αλέξης Τσίπρας ζήτησε από την καγκελάριο να ανοίξει τα χαρτιά της ως προς το πώς θα ήθελε εφεξής το Βερολίνο να διαμορφωθεί η σχέση της Ε.Ε. με το ΔΝΤ. Βεβαίως, πέραν της σταθερής απάντησης ότι «ελληνικό πρόγραμμα χωρίς ΔΝΤ δεν υπάρχει, γιατί αυτό ψήφισαν οι Γερμανοί βουλευτές», μένει να φανεί αν το Βερολίνο θα συναινέσει στο να μείνει το ΔΝΤ στην «δεύτερη ταχύτητα» του προγράμματος –ήτοι ως τεχνικός σύμβουλος. Στο Μαξίμου, άλλωστε, γνωρίζουν πως αυτό ήδη συνέβη στην ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και, ως εκ τούτου, αφού το Βερολίνο το αποδέχθηκε μία φορά, θα μπορούσε να πει το «ναι» και μία δεύτερη, βάσει του κυβερνητικού σκεπτικού. Στην περίπτωση αυτή, και η Αθήνα θα απέφευγε τα επιπλέον μέτρα που ζητεί… προληπτικά το ΔΝΤ, αλλά και το Βερολίνο θα μπορούσε να συνεχίζει να λέει ότι το ΔΝΤ παραμένει στο πρόγραμμα, όπως ακριβώς αυτό εγκρίθηκε από την γερμανική Βουλή.
Θρίλερ καθυστερήσεων
Ταυτόχρονα, ο Αλέξης Τσίπρας διαπίστωσε με μεγάλη ικανοποίηση –και αυτό επιβεβαιώνεται από το επιτελείο του- ότι οι συμμαχίες της Ελλάδας στην Ευρώπη παραμένουν σοβαρές και σημαντικές. Ήδη, ο Γάλλος πρόεδρος, Φρανσουά Ολάντ έχει αποκρούσει το σενάριο των «προληπτικών μέτρων» που ζητεί το ΔΝΤ, ενώ στην ίδια λογική έχει κινηθεί και ο επίτροπος Οικονομικών της Ε.Ε., Πιερ Μοσκοβισί. Κατά πληροφορίες, μάλιστα, την συγκεκριμένη εθνική «κόκκινη γραμμή» της Αθήνας στηρίζει και ο ίδιος ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ.
Όλα τα παραπάνω προοιωνίζονται ένα σκληρό μπρα ντε φερ από τις αρχές Ιανουαρίου, οπότε και θα επανεκκινήσουν οι συζητήσεις για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Όμως, συνήθως τέτοιου τύπου σκληρές και δύσκολες διαπραγματεύσεις παίρνουν χρόνο. Και αυτή είναι η βασική πηγή ανησυχίας του Μαξίμου, καθώς ο Αλέξης Τσίπρας επιθυμεί λύση εντός Ιανουαρίου και όχι σχοινοτενείς διαπραγματεύσεις του παρελθόντος. Βεβαίως, αυτό δεν αφορά τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου, καθώς τα «μαξιλαράκια» φτάνουν για… πολλούς μήνες. Ωστόσο, υπάρχουν δύο κομβικές ημερομηνίες που η κυβέρνηση θέλει να προλάβει: αφενός, στις 9 Μαρτίου η ΕΚΤ θα λάβει τις αποφάσεις της για την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και, άρα, ως τότε θα πρέπει να έχει επιτευχθεί συμφωνία με τους δανειστές. Δεύτερον, αν χαθεί το τρένο του Μαρτίου και… μυρίσει καλοκαίρι, τότε στο τέλος Ιουλίου η χώρα θα φλερτάρει εκ νέου με την χρεοκοπία, καθώς θα πρέπει να βρεθούν 6,2 δισεκατομμύρια ευρώ για να αποπληρωθούν ομόλογα της ΕΚΤ και ιδιωτών επενδυτών, αλλά και δόση δανείου προς το ΔΝΤ.
Μνημόνιο: Το «ταμείον είναι μείον» κατά 6,1 δισ. ευρώ
«Η Ελλάδα δεν έχει κλείσει εγκαίρως τη δεύτερη αξιολόγηση και η χρηματοδότηση του προγράμματος έχει μείνει και πάλι πίσω». Με τη φράση αυτή ευρωπαϊκή πηγή περιγράφει στο CNN Greece το τι μπορεί να πάει στραβά το 2017 για το ελληνικό πρόγραμμα, δεδομένης της τροπής που έχουν πάρει οι συζητήσεις με τους θεσμούς.
Βάσει του σχεδιασμού του προγράμματος του ESM η Ελλάδα θα έπρεπε μέσα στο 2016 να κλείσει δύο αξιολογήσεις και να λάβει δόσεις 16,4 δισ. ευρώ προκειμένου να καλύψει χρηματοδοτικές ανάγκες συνολικού ύψους 16,9 δισ. ευρώ. Σε αυτές τις ανάγκες περιλαμβάνονται αποπληρωμή χρέους συνολικού ύψους 7,3 δισ. ευρώ, πληρωμή τόκων ύψους 5,2 δισ. ευρώ και αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου συνολικού ύψους 4,3 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, μέσα στο 2016 η Ελλάδα έχει λάβει από τον ESM μόλις τα 10,3 δισ. ευρώ που συνδέονταν με την πρώτη αξιολόγηση και αυτά σε δύο δόσεις (7,5 δισ. ευρώ τον Ιούνιο και 2,8 δισ. ευρώ τον Οκτώβριο). Η μη έγκαιρη εκταμίευση των 6,1 δισ. ευρώ που συνδέονται με τη δεύτερη αξιολόγηση δεν έχει γίνει ακόμη αισθητή δεδομένου ότι η δημοσιονομική υπεραπόδοση έχει γεμίσει τα κρατικά ταμεία, κάτι που άλλωστε καταδεικνύεται από το πρωτογενές πλεόνασμα που στο τέλος Νοεμβρίου ανήλθε στα 7,5 δισ. ευρώ ή στο 4% του ΑΕΠ.
Αυτές οι δημοσιονομικές επιδόσεις του 2016 «επέτρεψαν» στην κυβέρνηση να χορηγήσει τη 13η σύνταξη και να αναστείλει την αύξηση του ΦΠΑ στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου και της άγονης γραμμής. Ωστόσο οι παροχές αυτές συνολικού ύψους άνω των 700 εκατ. ευρώ δίνονται παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν έχει λάβει τα 6,1 δισ. ευρώ που συνδέονται με τη δεύτερη αξιολόγηση και μη λαμβανομένου υπόψη ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για το 2017 θα είναι 19,7 δισ. ευρώ, δηλαδή 2,8 δισ. ευρώ μεγαλύτερες σε σχέση με εφέτος.
Με πιο απλά λόγια, όσο δεν κλείνει η δεύτερη αξιολόγηση και κυρίως όσο παραμένει σε εκκρεμότητα το θέμα της συμμετοχής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα – κάτι που η γερμανική βουλή θέτει πλέον ως προϋπόθεση για να εγκρίνει την εκταμίευση των δόσεων του προγράμματος του ESM- η Ελλάδα θα πρέπει να χρηματοδοτείται με ίδια μέσα. Αν και το ελληνικό κράτος λειτουργεί εδώ και καιρό με βάση το «δώσε ημίν σήμερον», ωστόσο η κατάσταση αυτή δεν είναι συμβατή με την «κανονικότητα» που επιδιώκουν κυβέρνηση και δανειστές.
Μπορεί η υπεραπόδοση των εσόδων του Προϋπολογισμού να ξεπερνά ήδη τα 2,5 δισ. ευρώ -αναμένεται πως οι φόροι που έχουν καταλογιστεί το Δεκέμβριο θα αποδώσουν πάνω από 5,5 δισ. ευρώ-, ωστόσο τα ποσά αυτά δεν αρκούν για να καλύψουν τις χρηματοδοτικές ανάγκες των επομένων μηνών ειδικά εάν επιβεβαιωθούν τα «καταστροφικά σενάρια» που θέλουν το θέμα της συμμετοχής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα να μετατίθεται για μετά τις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου.
Ένταση στη Βουλή μετά από «καταιγίδα» τροπολογιών
«Παραδοσιακά εορταστικό» για ορισμένους, «προεκλογικό» για άλλους, ηταν χθες το κλίμα στην Ολομέλεια της Βουλής, καθώς με την ολοκλήρωση της διαδικασίας συζήτησης και ψήφισης νομοσχεδίου του Υπουργείο Δικαιοσύνης για τον «Πτωχευτικό κώδικα, την διοικητική δικαιοσύνη και τις ηλεκτρονικές συναλλαγές», κατατίθενται «βροχή» υπουργικές τροπολογίες, μέσω των οποίων επιχειρείται να ρυθμιστούν σειρά άσχετων με το αντικείμενο του νομοθετήματος υποθέσεις. Ενδεικτικό είναι ότι στις 7.30 μμ δηλώθηκε ότι κατατέθηκε η 15η στη σειρά τροπολογία, ενώ ουδείς μπορούσε να πει με βεβαιότητα αν ως το τέλος της συνεδρίασης επρόκειτο να κατατεθούν περισσότερες.
Σημειώνεται ότι στα τέλη κάθε ημερολογιακού έτους οι εκάστοτε κυβερνήσεις σπεύδουν μέσω των τροπολογιών να «κλείσουν» σειρά θεμάτων, με το φαινόμενο αυτό ωστόσο να κάνει –επίσης ως γνωστόν- εντόνως αισθητή την εμφάνισή του λίγο πριν προκηρυχθούν εκλογές.
Αναφέρονται χαρακτηριστικά: Η κάρτα φιλάθλου, ο ΦΠΑ στα νησιά, η φαρμακευτική νομοθεσία, οι μετακινήσεις του υπουργού Μετανασταυτικής πολιτικής, οι ενεργειακές επιθεωρήσεις, τα πετρελαιοειδή, και η παροχή δυνατότητας στον ΕΟΤ να κάνει απευθείας αναθέσεις για να εξυπηρετηθούν στόχοι τουριστικής προβολής της χώρας. Στα αξιοσημείωτα είναι ότι σχεδόν στο σύνολό τους οι τροπολογίες έχουν κατατεθεί με τρόπο που παραβιάζει τον Κανονισμό της Βουλής (προς τούτο και έχουν χαρακτηριστεί «Εκπρόθεσμες»), ενώ μία εξ αυτών αποσύρθηκε ήδη, μετά από διαμαρτυρίες: μέσω της αποσυρθείσας σχεδιαζόταν να ρυθμιστούν θέματα συγκρότησης της … Ολομέλειας