Μέσα στη σιωπή κρύβονται όλα εκείνα τα λόγια που περιμένουν να ειπωθούν. Μια τέτοια σιωπή περιβάλλει τους καραβομαραγκούς, περισσότερο αυτές τις μέρες που κατά κανόνα οι νησιώτες στόλιζαν στα σπίτια τους με καραβάκια. Πάνε τα καραβάκια, χάθηκαν από τα ελληνικά Χριστούγεννα, αντικαταστάθηκαν από τα έλατα των βαυαρών, τα δε ξύλινα σκαριά από τα πλαστικά των βιομηχανιών. Η μόνη σπίθα που έμεινε κι εξακολουθεί να διατηρεί μέσα της άσβεστη μια κάποια ελπίδα, είναι η θέληση των μαστόρων να κατασκευάζουν μικρά, αντίγραφα των σκαφών που μέχρι πρότινος όργωναν τις θάλασσες όλου του κόσμου. Τα φτιάχνουν με την ελπίδα κάποια στιγμή να κοσμήσουν τις σχολικές αίθουσες, για να θυμίζουν στους μαθητές την τέχνη τη βγαλμένη μέσα από τα κύματα της θάλασσας.
Στη Σύμη οι ταρσανάδες ήταν τρεις. Ο πρώτος, ο μεγάλος, ήταν στο Γυαλό, εκεί όπου σήμερα βρίσκονται το τελωνείο, η πλατεία και το δημαρχείο. Ηταν ο περίφημος ταρσανάς του κάμπου. Εκεί κατασκευάζονταν τα πιο μεγάλα, ξύλινα σκάφη της Μεσογείου του περασμένου αιώνα: Καγκάβες, Αχταρμάδες (μηχανοκάικα), Γυάλλες, Μπρατσέρες, Ντεπόζιτα και Μπακέτες. Όλα ήταν κατασκευασμένα από πευκόξυλο ροδίτικο ή καρπάθικο, κατράνι και σουηδικό. Το κάθε ένα σκάφος είχε το ρόλο του στο εμπόριο, στην αλιεία ανοικτής θάλασσας, στην παράκτια αλιεία και στις μεταφορές.
Από τον περίφημο ταρσανά του κάμπου έχει απομείνει μόνο η γλίστρα, δίπλα στο σημερινό τελωνείο (όπως φαίνεται στη φωτογραφία της έντυπης έκδοσης). Όλες οι υπόλοιπες υποδομές, μαζί με τα σκάφη καταστράφηκαν από τους ανηλεείς βομβαρδισμούς των γερμανικών στούκας κατά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο. Ο βομβαρδισμός, που ισοπέδωσε ό,τι υπήρχε στο Γυαλό, ήταν τα αντίποινα των ναζιστών για τη θέληση των Συμιακών να βοηθήσουν τις συμμαχικές δυνάμεις στον αγώνα της αντίστασης. Στον ταρσανά του κάμπου είχαν χτιστεί και τρία από τα σκάφη που μετέφεραν τους Δωδεκανήσιους πρόσφυγες πολέμου προς την Παλαιστίνη και με τελικό προορισμό τον καταυλισμό του ΟΗΕ στη Νουζεϊράτ της Γάζας.
Οι δυο άλλοι ταρσανάδες του νησιού βρισκόντουσαν στο Πέδι και το Χαράνι αντίστοιχα. Στο Πέδι κατασκευαζόντουσαν πιο μικρά σκάφη, ενώ στο Χαράνι (σήμερα οδός Γεωργίου Γεννηματά) λειτουργούσε επισκευαστική δραστηριότητα. Ξύσιμο, καθάρισμα, καλαφάτισμα, πέρασμα των ύφαλων με φαρμάκι (πίσσα με διάφορες προσμίξεις), βάψιμο.
Οι πιο γνωστοί καραβομαραγκοί εκείνης της εποχής είχαν ονόματα ξακουστά: Γιώργος Ψαράς, Δημήτρης Σαρρής, Ηλίας Χάσκας, Γιώργος Κυριακάκης, Νίκος Μοστράτος, Γιάννης Ζαχαριάς και ο γιος του Βασίλης Ζαχαριάς. Το καλαφάτισμα ήταν μια εξίσου σοβαρή δουλειά στο χτίσιμο και τη συντήρηση των ξύλινων σκαριών. Ήταν η δουλειά σφράγισης των αρμών μεταξύ των σανίδων στις γάστρες των σκαφών. Αν το καλαφάτισμα δεν γινόταν σωστά, το σκάφος έμπαζε νερά. Οι πιο γνωστοί καλαφατάδες της Σύμης ήταν οι Μανωλέσκοι.
Η ελληνική ναυτοσύνη έκρυβε την καρδιά της στους ταρσανάδες των νησιών. Κάθε νησί του Αιγαίου και του Ιονίου πελάγους είχε τη δική του ναυπηγική ιστορία. Η Λίνδος, μαζί με τη Ρόδο, υπήρξαν σημαντικά ναυπηγικά κέντρα. Η Σύρος, η Χίος, η Ικαρία, η Κάλυμνος, η Κέρκυρα, η Πάτμος όλα τα νησιά έχουν να διηγηθούν ατελείωτες ιστορίες με καμβά τη θάλασσα και πρωταγωνιστές τους νησιώτες. Η πιο κοντινή στα δικά μας νησιά, είναι η ιστορία των σπογγαλιέων. Η μάζωξη και η μεγάλη γιορτή που γινόταν πάντα μετά το Πάσχα στη Σύμη, για το τσουρμάρισμα (ναυτολόγηση) όσων θα ‘βγαιναν με τις καγκάβες, τους αχταρμάδες, τα βοηθητικά ντεπόζιτα και τις γυάλλες για τη σπογγαλιεία στη Συρία και την Αφρική. Μαζί με τις μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης, οι νησιώτες γιόρταζαν δυο ακόμα.
Τη μεγάλη αναχώρηση του Μάη για τα σφουγγάρια και τη μεγάλη επιστροφή του Σεπτέμβρη. Σε αυτούς τους μήνες οι ναυτικοί τρέφονταν με καβουρμά, γαλέτες και νερό από τα ντεπόζιτα, που ακολουθούσαν γεμάτα σκουριές.
Τα ξύλινα σκάφη πάντα επέστρεφαν. Ήταν δυνατά και καλοφτιαγμένα. Όμως δεν ίσχυε το ίδιο με τους ανθρώπους. Δεν ήταν λίγες οι φορές που κάποιος αχταρμάς επέστρεφε με τη σημαία μεσίστια, ως ένδειξη θανάτου. Το σκάφανδρο ήταν η αιτία και το ανάθεμα των οικογενειών που απέμεναν ακρωτηριασμένες. Ωστόσο, παρά τους θανάτους και τη σκληρή δουλειά της θάλασσας, τα ξύλινα σκαριά και η θάλασσα δεν έβγαιναν ποτέ από τη σκέψη των νησιωτών. Ακόμα κι αν χάνονταν ο πατέρας, συνέχιζε ο πρωτότοκος και αν συνέβαινε να χαθεί και ο πρωτότοκος, ακολουθούσε στη δουλειά της θάλασσας ο δεύτερος της οικογένειας.
Έτσι, τροφοδοτήθηκαν διαμάντια της ελληνικής λογοτεχνίας, σαν τη “Μεγάλη Χίμαιρα” του Καραγάτση, όπου η περίφανη Ρεϊζαινα, η Κασιώτισσα καπετάνισσα, αλλά και οι Συριανές μάνες, δε θρηνούν για το χαμό ούτε άντρα, ούτε παιδιού. Για τον ίδιο λόγο το καραβάκι ήταν πάντα εκείνο που στόλιζαν οι Ελληνες στα σπίτια τους τα Χριστούγεννα και είναι λάθος να αναπαράγεται η αναφορά πως η εικόνα του προκαλούσε θλίψη στις οικογένειες των θαλασσοπνιγμένων γι’ αυτό και αντικαταστάθηκε από το έλατο των Βαυαρών του Οθωνα. Η έλλειψη παιδείας και πατριδογνωσίας έσβησε το καραβάκι ως ένα από τα ελληνικά σύμβολα των Χριστουγέννων. Η ίδια έλλειψη οδήγησε στο να υιοθετηθεί από τις ελληνικές κυβερνήσεις, χωρίς καμμία τροποποίηση η απόφαση που προβλέπει την οριστική καταστροφή των παραδοσιακών ξύλινων σκαφών, ως απαραίτητη προϋπόθεση ώστε οι επαγγελματίες ψαράδες να πάρουν επιδότηση. Η ίδια λογική φορολογεί τις βάρκες των μικρονησιωτών ως τεκμήριο πολυτελούς διαβίωσης.
Είναι λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα και μέσα στις σιωπές κρύβονται όλα εκείνα τα λόγια που περιμένουν να ειπωθούν. Μια τέτοια σιωπή περιέβαλε τον μαστρό Βασίλη Ζαχαριά, έναν από τους τελευταίους καραβομαραγκούς της Ελλάδας, όταν προχθές υποδέχθηκε τη “δημοκρατική” στο ξυλουργείο του στο Χαράνι της Σύμης. Δεν θέλησε να μιλήσει. Έμεινε σιωπηλός. Τι να πει; Την ναυτική ιστορία της Ελλάδας; Μου πε μόνο: «Εγώ δε μιλώ. Τράβα μόνο δύο φωτογραφίες». Μου δειξε τα τρεχαντήρια που φτιάχνει. Είναι μικρά, ούτε ένα μέτρο από πλώρα σε πρύμνη, μα είναι πιστά αντίγραφα εκείνων που εξακολουθούν να τραβούν τις συρτές στα γύρω νησιά και να πιάνουν παλαμίδες και τούνες. Εξω από το ξυλουργείο, στην παλιά επισκευαστική ζώνη της Σύμης αφημένα αρκετά ξύλινα σκαριά. Οι ιδιοκτήτες τους δεν αποφασίζουν να τα κόψουν κι ας είναι η επιδότηση μεγάλη.
Καλά Χριστούγεννα σε όλους.