Μια εξαιρετικά περίεργη υπόθεση απόπειρας εκβίασης αλλοδαπού ιατρού, από ημεδαπό συνάδελφό του, τον οποίο απασχολούσε ως συνεργάτη στο ιατρείο του, θα απασχολήσει την προγραμματισμένη για την 9η Μαρτίου 2020 συνεδρίαση του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων.
Ο κατηγορούμενος, κάτοικος Κω φέρεται συγκεκριμένα ότι σε άγνωστο χρόνο αλλά τουλάχιστον μέχρι τον Οκτώβριο του έτους 2016 τηλεφώνησε στον μηνυτή και με έντονο και απειλητικό ύφος τού ζήτησε να του δώσει χρήματα, ήτοι ποσόν 10.000 ευρώ, για να μην σκοτώσει τον ίδιο, την σύζυγό του και τα παιδιά του, πλην όμως το αποτέλεσμα που επιδίωκε δεν επήλθε για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή του, αφού ο μηνυτής αρνήθηκε να δώσει το παραπάνω ποσό, και κατέφυγε στην αστυνομία για να τον καταγγείλει.
Στον ως άνω τόπο και χρόνο κατηγορείται ότι έφερε μαζί του παράνομα, δηλαδή χωρίς την άδεια της αρμόδιας Αστυνομικής Αρχής, όπλο κατά την έννοια του άρθρου 1, του Ν. 2168/1993, δηλαδή αντικείμενο πρόσφορο για επίθεση και δη πιστόλι.
Πιο συγκεκριμένα ο εγκαλών είναι ιατρός γενικός χειρουργός και διατηρεί στην Κω μια ιατρική εταιρεία, ένα διαγνωστικό κέντρο και μια μονάδα ημερήσιας νοσηλείας από το έτος 2011.
Το Μάιο του 2016 προσέλαβε τον κατηγορούμενο, ιατρό άνευ ειδικότητας, στην εταιρεία με μισθό μικτό 1.000 ευρώ μηνιαίως με κύριο αντικείμενο επισκέψεις κατ’ οίκον.
Τον Οκτώβριο του 2016 ο εγκαλών ζήτησε τη διακοπή της συνεργασίας τους λόγω παραπόνων ασθενών για τη συμπεριφορά του κατηγορουμένου, ώσπου στις 4 Νοεμβρίου 2016 και ώρα 15.15 ο κατηγορούμενος του τηλεφώνησε και του είπε ότι πρέπει να του δώσει 10.000 ευρώ, διαφορετικά θα καθαρίσει τον ίδιο και την οικογένειά του.
Ο εγκαλών άμεσα μετέβη στο ΤΑ Κω και κατήγγειλε το συμβάν αναφέροντας ακόμη ότι ο κατηγορούμενος όλο το διάστημα του καλοκαιριού που εργαζόταν στην εταιρεία, κυκλοφορούσε έχοντας πάνω του ένα πιστόλι, το οποίο είχε επιδείξει στον εγκαλούντα και σε άλλα άτομα στην εταιρεία.
Στην απολογία του ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι τηλεφώνησε στον εγκαλούντα προκειμένου να του ζητήσει δεδουλευμένα του που αφορούσαν συμφωνία για ποσοστό 10% επί των διακομιδών χωρίς να τον απειλήσει και η έγκληση συνιστά κίνηση αντιπερισπασμού για την αποφυγή καταβολής οφειλομένων όσο και επαγγελματικού ανταγωνισμού, έχοντας λάβει έκτοτε το ποσό των 2.000 ευρώ από τον εγκαλούντα, ενώ ανέφερε ακόμη ότι είναι νόμιμος κάτοχος όπλου σκοποβολής, το οποίο ουδέποτε περιέφερε και επέδειξε στον εγκαλούντα.
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Κω που εξέτασε την υπόθεση έκρινε ότι οι ισχυρισμοί αυτοί ελέγχονται ως προς την αλήθειά τους και πάντως θα πρέπει να κριθούν κατά τη διάρκεια της ζωντανής ακροαματικής διαδικασίας από το δικαστήριο.