Με τη θετική ψήφο μόνο της κυβερνώσας πλειοψηφίας, τη γενικώς μη αρνητική θέση της πλειοψηφίας των κοινωνικών φορέων – όπως φάνηκε κατά τη χθεσινή διαδικασία ακρόασής τους από τις κοινοβουλευτικές Επιτροπές Οικονομικών και Κοινωνικών Υποθέσεων, αλλά και ορισμένες ενστάσεις από γαλάζιους βουλευτές, το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο οδεύει από το μεσημέρι της ερχόμενης Τρίτης σε τριήμερη διαδικασία συζήτησης και ψήφισής του στην Ολομέλεια της Βουλής.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, πλην της «Ελληνικής Λύσης» που επιφυλάχθηκε να τοποθετηθεί κατά την τελική διαδικασία έγκρισης του σχεδίου νόμου, το καταψήφισαν. Οι έως τώρα συνεδριάσεις των ποροαναφερόμενων Επιτροπών κατέδειξαν αφενός τις διαρκώς διογκούμενες τάσεις μετωπικής σύγκρουσης ανάμεσα σε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, και αφετέρου ότι όλα τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης «συμπίπτουν» στην διαπίστωση ότι παρά τα περί του αντιθέτου λεχθέντα, τα ασφαλιστικά των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ πριν και ΝΔ τώρα (Κατρούγκαλου-Βρούτση αντιστοίχως) ομοιάζουν, και υπό αυτή την έννοια στέκονται αρνητικά απέναντί τους.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ωστόσο, είχε το γεγονός ότι παρά την προφανή σημασία ενός τέτοιου νομοθετήματος, αλλά και της κυβερνητικής «γραμμής», όπως αυτή εκφράστηκε κυρίως από τον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Ι.Βρούτση και τον εισηγητή της ΝΔ Β.Οικονόμου, δεν κατεγράφη -τουλάχιστον στη φάση της επεξεργασίας στις δύο Επιτροπές- προθυμία από μεγάλο αριθμό βουλευτών της πλειοψηφίας να επιχειρηματολογήσουν υπερασπίζοντάς το.
Ξεχώρισε δε, η τοποθέτηση της κυρίας Αννας Ευθυμίου, η οποία τόσο στην πρώτη και επί της αρχής συνεδρίαση, όσο και σε εκείνη που αφορούσε τα άρθρα, προέβη σε σειρά παρατηρήσεων μέσω των οποίων αναδεικνύονται μη ικανοποιούμε σε κοινωνικές ανάγκες, ζητώντας μάλιστα από τον κ. Βρούτση να αναφέρει εάν υπάρχει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, σε σχέση και με τις δημοσιονομικές δυνατότητες, όπως χαρακτηριστικά είπε- για να δρομολογηθούν και αυτές, δεδομένου ότι όπως τόνισε, υπήρχαν ως θέματα στο προεκλογικό πρόγραμμα της κυβέρνησης.
Αφού αρχικώς σημείωσε ότι το υπό ψήφιση νομοθέτημα «έχει θετικό πρόσημο», επισήμανε ότι ως κυβερνώσα πλειοψηφία πρέπει να «δούμε τι μπορεί να γίνει, που θα μπορέσουμε να στρέφουμε την πολιτική μας, όταν δοθεί ο δημοσιονομικός χώρος για τη βελτίωση του νομοσχεδίου αυτού». Στο πλαίσιο αυτό, μεταξύ άλλων τόνισε πως πρέπει να γίνει «μία δομική αλλαγή που άπτεται στην προσωπική διαφορά», ότι «είναι πολύ σημαντικό να δούμε τους συντελεστές αναπλήρωσης καλύτερα, από τα 40 έτη και πάνω», για να προσθέσει: «Ένα τρίτο δεδομένο, που αφορά τις ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες και ομάδες όπως είναι τα βαρέα και ανθυγιεινά, που εκεί έρχεται η κοινωνική πρόνοια, πρέπει να τρέξει και το κράτος κοινωνικής αλληλεγγύης, για να μπορέσουμε να τους αποκαταστήσουμε πάνω σε αυτό τον τομέα».
Η κυρία Ευθυμίου, μάλιστα, έκλεισε εκείνη την πρώτη παρέμβασή της, υποραμμίζοντας: «Εχω ιδίαν αντίληψη για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί είμαι δικηγόρος με εξειδίκευση στο εργατικό δίκαιο και το ασφαλιστικό, τα τελευταία 15 έτη και τα τελευταία έτη έχω κάνει πάνω από 1000 δίκες και δεύτερον, γιατί ήμουν στον τομέα εργασίας της Ν.Δ. όταν ήμασταν αντιπολίτευση και επομένως, έχω γίνει άμεσος δέκτης, αλλά έχω και μια ιδιαίτερα αυξημένη ευθύνη, γιατί αυτές ήταν προεκλογικές μας εξαγγελίες, αλλά αποτελούν και κοινωνικές ανάγκες. Και απευθύνω μια ερώτηση προς τον κ. Υπουργό, εάν υπάρχει προγραμματισμός για τα ανωτέρω θέματα, που έθεσα προς βελτίωση, πότε μπορεί να γίνει αυτό και πώς, ώστε να καθορίσουμε και εμείς τη δική μας πολιτική δράση».
Στην τρίτη συνεδρίαση, δηλαδή και μετά την ακρόαση των εξωκοινοβουλευτικών φορέων, η κυρία Ευθυμίου επανήλθε λέγοντας ότι υπάρχουν πράγματα που «μπορούμε να κάνουμε για να βελτιώσουμε το νομοσχέδιο αυτό όταν δοθεί ο κατάλληλος δημοσιονομικός χώρος, που αυτό έρχεται ως πρόσταγμα των προεκλογικών μας δεσμεύσεων, αλλά και της κοινωνίας». Και διευκρινίζοντας ότι αυτή τη φορά θα ήταν πιο «τεχνοκρατική» η τοποθέτησή της, έκανε ορισμένες παρατηρήσεις για σειρά άρθρων (13§2, 24, 27, 28, 29 και 35) αναφορικά μεταξύ άλλων με τη βελτίωση των συντελεστών αναπλήρωσης, τους συνταξιούχους που παράλληλα εργάζονται, τη θετική προσωπική διαφορά, καθώς και την ενδεχόμενη απώλεια εσόδων από την εφαρμογή των νέων ασφαλιστικών εισφορών». Για να καταλήξει: «Θέλουμε στο μέλλον να ενισχύσουμε το νομοσχέδιο, ακριβώς προάγοντάς το σε ένα σύστημα κοινωνικής αλληλεγγύης, κοινωνικής ασφάλισης για όλους».
Λίγο αργότερα, ο επίσης βουλευτής της γαλάζιας πλειοψηφίας Ευστρ.Σιμόπουλος, σημείωνε: «Τέλος, ναι, πρέπει, να ξαναδούμε το ΕΚΑΣ. Υπάρχει πολύ μεγάλο πρόβλημα κυρίως στους χαμηλοσυνταξιούχους, τους ανθρώπους που τη σύνταξη τη δίνουν μόνο για το ενοίκιο και ίσως για να φάνε με κάποιο τρόπο, σε αυτούς πρέπει να στρέψουμε το ενδιαφέρον. Αυτό πρέπει να είναι το επόμενο στοίχημα της Κυβέρνησης».