O πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ, Ζ. Κ. Τρισέ, έδωσε συνέντευξη στην τηλεόραση του Bloomberg απαντώντας σε ερωτήσεις για την Ελλάδα και εκφράζοντας τις απόψεις του για τη νέα ελληνική κυβέρνηση.
Ο κ. Τρισέ ξεκίνησε λέγοντας ότι η κατάσταση στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί από την αρχή της κρίσης.
Ιδωμένη υπό το πρίσμα των θεμελιωδών οικονομικών στοιχείων η κατάσταση είναι πολύ πιο βιώσιμη από ό,τι στην αρχή της κρίσης. Έχει γίνει πολύ δουλειά και τα δεινά των ανθρώπων ήταν πολλά, πρόσθεσε, όχι όμως λόγω των προσπαθειών που έγιναν από το 2009, αλλά λόγω της κακής διαχείρισης του παρελθόντος.
Το βασικό πρόβλημα τώρα είναι ότι η νέα κυβέρνηση έχει υποσχεθεί πολλά, χωρίς να λάβει πλήρως υπόψη της την αναγκαιότητα να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στα νοικοκυριά, στους επιχειρηματίες και στον υπόλοιπο κόσμο. Κι όταν μιλάμε για τον υπόλοιπο κόσμο, εννοούμε, όπως συμπλήρωσε ο Ζ. Κ. Τρισέ, τις φιλικά προσκείμενες χώρες στην Ευρώπη και στο διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ, που παρείχαν βοήθεια στην Ελλάδα.
«Αυτή τη στιγμή χρειαζόμαστε επειγόντως ένα πρόγραμμα, ή τουλάχιστον τις βασικές γραμμές ενός προγράμματος το οποίο θα εμπνεύσει εμπιστοσύνη. Αν δεν έχουμε αυτό, τότε δεν έχουμε τίποτα».
Σε ερώτηση του Bloomberg, πώς μπορεί να υπάρχει εμπιστοσύνη όταν η Ελλάδα επιμένει να αψηφά τους εταίρους της, ο Ζ.-Κ. Τρισέ απάντησε: Για να είμαστε ειλικρινείς, κανείς δεν είναι αισιόδοξος για την Ελλάδα. Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και όλα εξαρτώνται από την ωρίμανση της θέσης της ελληνικής κυβέρνησης. Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να κατανοήσει ότι σε κάθε περίπτωση αν θέλει να φέρει ανάπτυξη και θέσεις εργασίας θα πρέπει να παρουσιάσει ένα πρόγραμμα ανάκαμψης, το οποίο θα εμπνεύσει εμπιστοσύνη στη διεθνή κοινότητα, στην Κίνα, στην Ινδία, στη λατινική Αμερική στο δ.σ. του ΔΝΤ και στους ευρωπαίους φίλους που έχουν βοηθήσει τη χώρα.
Αυτό είναι απολύτως επείγον, συμπλήρωσε ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης, αλλά και δύσκολο «γιατί δόθηκαν υποσχέσεις που ήταν αντιφατικές μεταξύ τους, π.χ. να μείνει η χώρα στο Ευρώ και την ίδια ώρα να χάσει ανταγωνιστικότητα σταματώντας κάποια μέτρα.
Σημείωσε πάντως ότι κανένας αρχηγός κράτους ή υπουργός οικονομίας δεν έχει πει ότι η Ελλάδα πρέπει να φύγει από την Ευρωζώνη. Όλοι ελπίζουν και κάνουν ό,τι μπορούν ώστε να μείνει η Ελλάδα – πρώτα και κύριαγια χάρη του ελληνικού λαού. Οι πρώτοι που έχουν να χάσουν από μια έξοδο από το ευρώ είναι οι Έλληνες πολίτες. Φυσικά όμως, συμπλήρωσε, θα είχε να χάσει και η υπόλοιπη Ευρώπη, κανείς δεν βλέπει ελαφρά αυτό το ζήτημα.
Το παράδοξο με την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα είναι ότι όλα τα προβλήματα χρηματοδότησης προϋπολογισμού κ.τ.λ. φαντάζουν τόσο μεγάλα επειδή δεν υπάρχει πρόγραμμα για να εμπνεύσει εμπιστοσύνη, θεωρεί ο κ. Τρισέ. Αν υπήρχε πρόγραμμα όλα αυτά τα δραματικά προβλήματα θα έμοιαζαν δευτερεύοντα. Συνεπώς, κλειδί για τα προβλήματα της χώρας είναι η ύπαρξη ενός προγράμματος, το οποίο θα θεωρηθεί αξιόπιστο από τη διεθνή κοινότητα.
Τέλος, όσον αφορά στην ποσοτική χαλάρωση, ο Ζ.Κ. Τρισέ είπε ότι εν όψει του κινδύνου αποπληθωρισμού κάτι έπρεπε να γίνει. Εμφανίστηκε αισιόδοξος ότι το πρόγραμμα αυτό θα πετύχει, κάθώς αποτελεί ένα ιδιαίτερα ισχυρό εργαλείο, το οποίο όμως δεν υποκαθιστά τις μεταρρυθμίσεις, αλλά κερδίζει χρόνο για τις κυβερνήσεις, ώστε να φροντίσουν τα του οίκου τους. Στο τέλος της συνέντευξης, ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης προέβλεψε 1% ανάπτυξη για την Ευρώπη το επόμενο έτος. Τόνισε ωστόσο ότι δεν πρέπει να υπάρχει εφησυχασμός, ότι οι δομικές μεταρρυθμίσεις είναι απολύτως αναγκαίες κι ότι η αναπτυξιακή δυναμική θα έπρεπε να είναι σημαντικά υψηλότερη.
http://www.euro2day.gr