Ειδήσεις

«Σπαταλάμε 650 ευρώ ανά στρέμμα και αποτέλεσμα δεν έχουμε»: Οι «τρύπες» του μοντέλου δασοπροστασίας

Περίσσεια καύσιμης ύλης και απουσία ενός κεντρικά εφαρμοσμένου σχεδίου διαχείρισης των δασών είναι οι δύο -αλληλένδετες- συνθήκες που μετέτρεψαν τους πράσινους πνεύμονες της Αττικής σε φλεγόμενη βιομάζα τον φετινό Ιούλιο. «Έχουμε πολύ περισσότερη δασική κάλυψη από όση είχαμε το 1950» λέει στην «Κ» ο επικ. καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Παλαιολόγος Παλαιολόγου, που μελετά τις δασικές πυρκαγιές και εξετάζει στο πλαίσιο ερευνητικών προγραμμάτων τρόπους περιορισμού τους.

«Είναι καλό ότι σε συνθήκες κλιματικής αλλαγής έχουμε περισσότερα δάση, αλλά αν δεν γίνει σωστή διαχείριση, απλώς θα καούν. Δεν μπορείς να αφήνεις τη δυτική Αττική με τεράστιες πυκνότητες δενδρυλλίων» υποστηρίζει. Φέρνοντας ως παράδειγμα τις δασικές εκτάσεις της Βαρυμπόμπης, όπου μετά την -προ 15ετίας- φωτιά, περίπου 20 με 60 χιλιάδες νέα δενδρύλλια καταμετρήθηκαν ανά στρέμμα, εξηγεί πως «όλα αυτά όταν μεγαλώσουν δημιουργούν μια αδιατάρακτη και συνεχόμενη μορφή βιομάζας, η οποία καίγεται με πολύ μεγάλες εντάσεις».

Η απουσία επέμβασης για την αφαίρεση της βιομάζας και η ανυπαρξία ενός δικτύου δρόμων με μεγάλες αντιπυρικές ζώνες ώστε να μπορούν να κινηθούν τα πυροσβεστικά οχήματα, συντελούν στην αδυναμία (έγκαιρης) καταστολής των πυρκαγιών που συνεχίζουν να καίνε την Αττική, σύμφωνα με τον καθηγητή.

Ουκ ολίγοι δασολόγοι και γνώστες του επιστημονικού πεδίου έχουν επισημάνει τον υποβιβασμό των δασαρχείων σε γραφειοκρατικές υπηρεσίες του δημοσίου, αντί της ανάληψης ενεργού ρόλου στη φροντίδα των δασών. Επιπλέον όμως, και η έλλειψη τεχνογνωσίας από ορισμένα δασαρχεία οδηγεί σε ανώφελη διαχείριση. «Παίρνουν μερικούς υπαλλήλους του δήμου και τους βάζουν να μαζεύουν πευκοβελόνες με τις σακούλες», λέει ο κ. Παλαιολόγου. «Το αποτέλεσμα είναι ότι σπαταλάμε 650 ευρώ ανά στρέμμα και αποτέλεσμα δεν έχουμε». Το κόστος αυτό προκύπτει από το πρόγραμμα, ύψους περίπου 80 εκατομμυρίων ευρώ, για την πρόληψη και αποκατάσταση ζημιών σε δάση, το οποίο συγχρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης και τον κρατικό προϋπολογισμό. «Τον διαγωνισμό τον έκανε το ΤΑΥΠΕΔ και τα έργα δόθηκαν σε εργολάβους βάση ορισμένων μελετών, οι οποίες είναι αναχρονιστικές και δεν έχουμε καμία σχέση με το πώς συμπεριφέρεται η πυρκαγιά πλέον, 20-30 χρόνια μετά την κατάρτιση αυτών σχεδίων», λέει ο κ. Παλαιολόγου.

Η επάρκεια κονδυλίων για τη διαχείριση των δασών και την πρόληψη των πυρκαγιών δεν ήταν πάντοτε δεδομένη. «Επί 20 χρόνια δεν παρείχαν καθόλου κονδύλια ή τα έδιναν σε Δήμους, που ελλείψει επιστημονικής κατάρτισης έκαναν έργα βιτρίνας» λέει ο κ. Παλαιολόγου. «Πλέον διατίθενται χρήματα, αλλά δεν υπάρχει κεντρικός σχεδιασμός. Γίνονται λίγο πολύ, όλα τυχαία. Αν δεν υπάρχει ένας κεντρικός σχεδιασμός και δεν επιβληθούν τα καινούργια μέτρα από την κυβέρνηση στα δασαρχεία, δεν μπορεί να γίνει τίποτα», επισημαίνει και προσθέτει πως οι μέθοδοι που θα επιλεχθούν πρέπει να προταθούν όχι από δασάρχες ή οποιοδήποτε μελετητικό γραφείο. «Θα πρέπει να γίνουν από τους επιστήμονες. Ευτυχώς, έχουμε πέντε δασολογικά τμήματα αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, τα οποία μπορούν να συνεισφέρουν χωρίς χρέος στο δημόσιο γιατί πληρωνόμαστε ήδη για να κάνουμε αυτή τη δουλειά. Έχουμε χρηματοδότηση. Δεν ζητάμε χρηματοδότηση από το ελληνικό κράτος. Κάθε άλλο», λέει.

Περιεχόμενα μιας αποτελεσματικής διαχείρισης
Οι αποτελεσματικές αντιπυρικές ζώνες, η συστηματική αραίωση των δασών αλλά και η ένταξη νέων -στην Ελλάδα- μεθόδων πρόληψη όπως αυτή της προδιαγεγραμμένης καύσης, βρίσκονται ψηλά στη λίστα προτάσεων των επιστημόνων, που καλούν και για ορθότερη στόχευση και κατανομή των κονδυλίων στις περιοχές που είναι πιο ευάλωτες στην πυρκαγιά.

Η διάνοιξη αντιπυρικών ζωνών, η πρώτη γραμμή άμυνας κατά της εξάπλωσης της πυρκαγιάς είναι γνωστή μέθοδος αλλά όχι εδραιωμένη, ούτε και πάντα ορθώς εφαρμοσμένη. «Αν πάτε σε ένα χωράφι και ανάψετε φωτιά για να ψήσετε, ίσως μία ζώνη τεσσάρων μέτρων γύρω από αυτή τη φωτιά να είναι αρκετή για να περιορίσει την εξάπλωσή της. Αν ξεσπάσει όμως μια πυρκαγιά όπου το ύψος της φλόγας φτάνει τα 30 μέτρα, έχει θερμότητα 4000 KW το μέτρο και τρέχει με 10-11 χλμ την ώρα, η ζώνη αυτή των τεσσάρων μέτρων δεν πρόκειται να κάνει τίποτα. Θα χρειαστεί μια ζώνη -αυτό λέει η εμπειρία- ίση με τέσσερις φορές το ύψος της φλόγας, δηλαδή 60 ή 90 μέτρα τουλάχιστον για να μπορέσεις να περιορίσεις μια πυρκαγιά σαν και αυτή που βλέπουμε στην κεντρική Αττική», λέει ο κ. Παλαιολόγος. «Πρέπει να δημιουργήσουμε ζώνες οι οποίες θα αποτελέσουν ένα δίκτυο που θα επιτρέπει στις πυροσβεστικές δυνάμεις να κινούνται. Αν αποτύχει μία ζώνη να μπορούν να πάνε στην επόμενη γραμμή άμυνας και ύστερα στην επόμενη γραμμή άμυνας και να “πιάσουν” την πυρκαγιά».

Η προδιαγεγραμμένη καύση μπορεί να ρίξει το κόστος στα 100 ευρώ ανά στρέμμα.
Σε ό,τι αφορά την ελάφρυνση της  βιομάζας από τα δάση, αυτή μπορεί να γίνει με μηχανικούς τρόπους, ωστόσο αποτελεσματικές μέθοδοι που περιλαμβάνονται στις καλές πρακτικές διαχείρισης σε χώρες με αυξημένο κίνδυνο πυρκαγιών, στην Ελλάδα δεν είναι θεσμοθετημένες.
«Προδιαγεγραμμένη καύση σημαίνει ότι πάμε κατά τη διάρκεια της άνοιξης ή του χειμώνα, που οι συνθήκες είναι ευνοϊκές, να αφαιρέσουμε με έναν πιο οικονομικό τρόπο τα υπολείμματα των υλοτομιών και όλη αυτή την καύσιμη ύλη που υπάρχει και δημιουργεί φωτιές σαν και αυτές που βλέπουμε τώρα στην Αττική», εξηγεί ο κ. Παλαιολόγος. «Το WWF με ερευνητές από το ΕΛΓΟ Δήμητρα, διενεργούν πειραματικά την μέθοδο της προδιαγεγραμμένης καύσης στη βόρεια Χίο, η οποία μπορεί να ρίξει το κόστος στα 100 ευρώ ανά στρέμμα. Ήδη υπάρχουν ευήκοα ώτα στην κυβέρνηση για την θεσμοθέτηση του εργαλείου αυτού, ωστόσο δεν υπάρχει συνολικά καταρτισμένο σχέδιο», προσθέτει.

Η κατάσταση μπορεί να γίνει διαχειρίσιμη
«Δεν θα εξαλειφθεί ποτέ το φαινόμενο των δασικών πυρκαγιών, αντιθέτως θα ενταθεί», προειδοποιεί ο καθηγητής. Ταυτόχρονα όμως πιστεύει ότι η κατάσταση μπορεί -και πρέπει- να γίνει διαχειρίσιμη. «Αντί να έχουμε δέκα μεγάλες πυρκαγιές κάθε χρόνο, θα μπορούσαμε να έχουμε δύο. Και να είναι ευκολότερη η καταστολή τους και μικρότερη η καταπόνηση των πυροσβεστών» λέει.

Η συνεχόμενη καταστολή των πυρκαγιών χωρίς διαχείριση κάνει την επόμενη πυρκαγιά χειρότερη.
Οι ειδικοί γνωρίζουν πως η φωτιά είναι, πράγματι, αναγκαία συνθήκη αναγέννησης των μεσογειακών οικοσυστημάτων. Με τέτοια συχνότητα και ένταση, όμως, που να τους επιτρέπει να αναγεννηθούν από τις στάχτες τους. «Όπως έχουν πει και πολλοί καλοί επιστήμονες και δάσκαλοί μας “οι πυρκαγιές είναι αναπόφευκτες”», λέει ο κ. Παλαιολόγος. Έχουμε δοκιμάσει την καταστολή για πάνω από 100 χρόνια και αποτυγχάνει. Και γιατί αποτυγχάνει; Γιατί η συνεχόμενη καταστολή των πυρκαγιών χωρίς διαχείριση κάνει την επόμενη πυρκαγιά χειρότερη. Είναι σαν να σου λέει ο γιατρός ότι πρέπει να πάρεις ένα φάρμακο σε 30 μικρές δόσεις και εσύ αντί αυτού, να παίρνεις και τις 30 δόσεις μαζί. Θα πεθάνεις. Το ίδιο πράγμα γίνεται και με το δάσος», καταλήγει.

Πηγή kathimerini.gr

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου