Ρεπορτάζ

Συμβούλιο της Επικρατείας: Καλώς επιβλήθηκε πειθαρχική ποινή σε δικηγόρο εισπρακτικής εταιρείας για οχλήσεις της σε Ροδίτη!

Αμετάκλητη κατέστη με απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας πειθαρχική ποινή που επιβλήθηκε σε δικηγόρο εισπρακτικής εταιρείας για «οχλήσεις» δανειολήπτη από την Ρόδο ο οποίος μάλιστα εμφανίστηκε να έχει συμφωνήσει στην υπογραφή… «πρακτικού συμφωνίας διευκόλυνσης»!
Πιο συγκεκριμένα, η 7μελής σύνθεση του Γ’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας επιλήφθηκε προσφυγής που άσκησε δικηγόρος των Αθηνών κατά του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και του υπουργού Δικαιοσύνης για την ακύρωση απόφασης του 1ου Τμήματος του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών του έτους 2018.
Το ιστορικό της υπόθεσης έχει σύμφωνα με την απόφαση ως εξής:
Τον Ιανουάριο του 2017 με έγγραφο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή διαβιβάσθηκε στον Δ.Σ.Α. αναφορά ενός κατοίκου της Ρόδου προς τον Συνήγορο του Καταναλωτή στην οποία περιγράφονται τα εξής:
«Προς έκπληξή μου παρέλαβα σήμερα 18/1/2017 με ταχυδρομείο μια επιστολή από την πληρεξούσια δικηγόρο της … … με διεύθυνση … και τηλ … Η επιστολή έχει ως τίτλο ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗΣ με ημερομηνία 7/10/2016. Στο υποτιθέμενο Πρακτικό λοιπόν αναφέρεται ότι σε τηλεφωνική επικοινωνία μου παρασχέθηκαν διευκρινίσεις που ζήτησα και ότι αναγνώρισα οφειλή και συμφώνησα στην αποπληρωμή αυτής με ευνοϊκό τρόπο. Παρομοίως αυτό επαναλήφθηκε με επιστολή πανομοιότυπου τίτλου με ημερομηνία 9/9/2016 την οποία την παρέλαβα 8/11/2016. Για ποιο λόγο γίνεται η αποστολή του συγκεκριμένου υποτιθέμενου πρακτικού 2 μήνες μετά και πού αποσκοπεί με την εσκεμμένη αυτή καθυστέρηση ο αποστολέας … και δικηγόρος …; Είναι πολύ ύποπτη η συγκεκριμένη καθυστέρηση. Με τις διάφορες οχλήσεις που γίνονται με τρομοκρατούν απειλώντας με κατάσχεση περιουσιακών μου στοιχείων να συμφωνήσω άμεσα για να νομιμοποιήσω τις απάτες τους αναγνωρίζοντας “δανειακή σύμβαση” που κατάρτισαν μόνοι τους, μονομερή, και να αναγνωρίσω “οφειλή” που δεν υπάρχει. Το δικηγορικό γραφείο της … προχώρησε παράνομα και καταχρηστικά σε επεξεργασία προσωπικών μου δεδομένων με ευθύνη των διευθυντών της … Τράπεζας, και συνέταξε “σύμβαση δανείου”, την οποία ποτέ δεν αναγνώρισα ή υπέγραψα. Μονομερώς και καταχρηστικώς η Τράπεζα … μέσω δικηγορικού γραφείου που παίζει τον ρόλο της εισπρακτικής εταιρείας προσπαθεί να με εξαπατήσει συντάσσοντας πρακτικά από υποτιθέμενη τηλεφωνική συνομιλία στην οποία ΟΥΔΕΠΟΤΕ ζήτησα διευκρινίσεις, ΟΥΔΕΠΟΤΕ αναγνώρισα οφειλή και ΟΥΔΕΠΟΤΕ συμφώνησα σε ρύθμιση. Επιχειρούν να νομιμοποιήσουν τις προδήλως παράνομες ενέργειές τους, με οχλήσεις και απειλές περί “μη συνεργάσιμου δανειολήπτη” ή και απειλές κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων».
Ο Ροδίτης κατήγγειλε την δικηγόρο και το δικηγορικό γραφείο και ζήτησε να του παραδοθούν διάφορα στοιχεία της υποθέσεως του ενώ τόνισε ότι υπήρξε παράνομη μεταβίβαση, κατοχή και γνωστοποίηση των προσωπικών του στοιχείων και δεδομένων σε τρίτους, παράνομη υποτιθέμενη “ρύθμιση” δίχως την έγκρισή του, παράνομο υπόλοιπο οφειλής – προϊόν παράνομου και καταχρηστικού επιτοκίου/χρεώσεων και Γ.Ο.Σ. και παράνομη μονομερής μετατροπή δανειακής σύμβασης.
Στην ως άνω αναφορά επισυνάπτεται απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών του έτους 2016 με την οποία κρίθηκε ότι ορθώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο είχε υποχρεώσει την ανωτέρω Τράπεζα σε καταβολή χρηματικής ικανοποίησης ποσού 5.869,40 ευρώ λόγω παραβίασης της νομοθεσίας περί προσωπικών δεδομένων.
Ακολούθως, η εν λόγω αναφορά με τη δικαστική απόφαση διαβιβάσθηκαν από τη Διεύθυνση Προστασίας Καταναλωτή στον Δ.Σ.Α.
Στο πλαίσιο της εξέτασης συνεργάτης με έμμισθη εντολή σε δικηγορική εταιρεία υπέβαλε από κοινού με τον διαχειριστή της ως άνω εταιρείας, και εταίρο αυτής, υπόμνημα με το οποίο προέβαλε, μεταξύ άλλων, ότι η δικηγορική εταιρεία δεν νομιμοποιείται παθητικώς στην παρούσα διαδικασία διότι ουδόλως εγκαλείται ή εμπλέκεται στην επίμαχη αναφορά, καθώς και ότι, εν προκειμένω, τηρήθηκε διαδικασία συμβιβαστικής επίλυσης διαφοράς, επωφελής και για τον αναφέροντα.
Μετά το πέρας της προκαταρκτικής εξέτασης, ο πρόεδρος του Δ.Σ.Α., με την πράξη του στην οποία γίνεται ρητώς μνεία της επίμαχης αναφοράς, άσκησε πειθαρχική δίωξη, κατ’ άρθρο 153 παρ. 1 του Κώδικα Δικηγόρων, κατά της αιτούσας και δύο ακόμη «διότι προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις τελέσεως πειθαρχικού παραπτώματος».
Ο Ροδίτης κατέστησε σαφές ότι δεν δέχθηκε ποτέ τη ρύθμιση. Ποτέ δεν είχε συμφωνήσει. Έλαβε αυτές τις επιστολές και στράφηκε στον Συνήγορο του Καταναλωτή.
Στη συνέχεια, συντάχθηκε το από 18.1.2018 κατηγορητήριο, σύμφωνα με το οποίο: «…Στις 18/1/2017, στη Ρόδο, ο εγκαλών παρέλαβε μέσω ταχυδρομείου μια επιστολή από την Τράπεζα την οποία υπογράφει ως πληρεξούσια δικηγόρος της Τράπεζας εγκαλουμένη δικηγόρος, με τίτλο ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗΣ, με ημερομηνία 7/10/2016 στο οποίο αναφέρεται σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν με τον εγκαλούντα και αφού του παρασχέθηκαν οι διευκρινίσεις που ζήτησε, δήθεν αναγνώρισε την οφειλή και δήθεν συμφώνησε στην αποπληρωμή αυτής με ευνοϊκό τρόπο ενώ ο εγκαλών δεν είχε δώσει ποτέ την συναίνεσή του για σχετική ρύθμιση όπως επίσης δεν είχε αναγνωρίσει την οφειλή αυτή. Ακριβώς το ίδιο επαναλήφθηκε με πανομοιότυπου τίτλου επιστολή με ημερομηνία 9/9/2016 που ο εγκαλών παρέλαβε στις 8/11/2016. Με τη συμπεριφορά [της] η εγκαλούμενη δικηγόρος αφενός προκάλεσε βλάβη στα συμφέροντα του εγκαλούντος και αφετέρου έδωσε αφορμή για σχόλια σε βάρος του Δικηγορικού Σώματος, υποπίπτοντας σε μια σειρά παραπτωμάτων τόσο του Κώδικα Δικηγόρων, όσο και του Κώδικα Δεοντολογίας».
Προς αντίκρουση του κατηγορητηρίου, η αιτούσα υπέβαλε από κοινού με δύο ακόμη δικηγόρους της εταιρείας απολογητικό υπόμνημα ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου με το οποίο υποστήριξε ότι συνεργάτης της, ο οποίος υπηρετεί στη γραμματειακή υποστήριξη της Διεύθυνσης του εξωδικαστικού συμβιβασμού, ανέλαβε να μεταφέρει στον αναφέροντα την πρόταση εξωδικαστικού διακανονισμού της οφειλής του προς την εντολέα Τράπεζα, ότι η πρόταση αυτή τελούσε υπό την αίρεση αποδοχής από τον αναφέροντα, ο οποίος είχε απόλυτη εξουσία απόρριψής της, και ότι δεν τίθεται ζήτημα μονομερούς κατάρτισης του επίμαχου ΠΡΑΚΤΙΚΟΥ από τη δικηγορική εταιρεία και την Τράπεζα.
Στην απόφαση του Δ.Σ.Α. έγιναν δεκτά και τα εξής: «…η εγκαλούμενη δικηγόρος προκάλεσε αφενός βλάβη στα συμφέροντα του εγκαλούντα και αφετέρου έδωσε αφορμή για σχόλια σε βάρος του Δικηγορικού Σώματος. Με τα δεδομένα αυτά, το Συμβούλιο καταλήγει ομόφωνα στην κρίση, ότι η εγκαλούμενη δικηγόρος διέπραξε τις πράξεις που της αποδίδονται με το από 18/1/2018 κατηγορητήριο κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 5, 7 περ. γ και θ, 38 περ. στ και η εδαφ. 1 και 39 παρ. 1, 40 του Κώδικα Δεοντολογίας του Δικηγορικού Λειτουργήματος, και ότι πρέπει να της επιβληθεί η ποινή της επίπληξης».
Το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι το Πειθαρχικό Συμβούλιο, αφού εκτίμησε το σύνολο των περιεχομένων στον πειθαρχικό φάκελο στοιχείων, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αιτούσα υπέπεσε στο αποδοθέν σε αυτήν πειθαρχικό παράπτωμα. Ειδικότερα, στην προσβαλλόμενη απόφαση εκτίθενται, προσδιοριζόμενα κατά τόπο και χρόνο, τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αντικειμενική υπόσταση του ως άνω παραπτώματος, ώστε καθίσταται σαφής η πραγματική βάση επί της οποίας ερείδεται η επίδικη κρίση και η επιβληθείσα στην αιτούσα ποινή. Κατά τα λοιπά, απορριπτέος ως πλήττων απαραδέκτως την ακυρωτικώς ανέλεγκτη ουσιαστική εκτίμηση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, είναι ο ισχυρισμός της αιτούσας, με τον οποίο προβάλλεται ότι το εν λόγω Συμβούλιο δεν έλαβε υπόψη την, πριν από τη σύνταξη των επίμαχων πρακτικών, προφορική επικοινωνία της με τον αναφέροντα και τη συναίνεση αυτού για εξώδικη επίλυση της διαφοράς.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου