Με απόφαση, που εξέδωσε χθες το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων, παρεγράφη η υπόθεση με κατηγορούμενο για τοκογλυφία κατά συρροή κατ’ επάγγελμα και για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα ένα κάτοικο της Καρπάθου.
Η έρευνα για την υπόθεση είχε προκαλέσει μεγάλο θόρυβο στο ακριτικό νησί καθώς υπόλογη για το αδίκημα της δωροδοκίας είχε βρεθεί και έφορος του νησιού, ενώ η ίδια και ακόμη δύο συγγενικά της πρόσωπα κατηγορήθηκαν και για υποβολή ανακριβούς φορολογικής δήλωσης.
Το ΣΔΟΕ κατόπιν ανώνυμης καταγγελίας ήλεγξε τα άτομα που εφέροντο να είχαν προβεί στο παρελθόν σε άτυπες δωρεές προς τον κατηγορούμενο.
Μεταξύ τεσσάρων κατοίκων της Καρπάθου που είχαν υποβάλει υπεύθυνες δηλώσεις υπήρξε και εκείνη ενός κατοίκου του νησιού ο οποίος κατήγγειλε ότι προς τα τέλη του 2009 είχε ανάγκη από χρήματα για να πληρώσει τα τέλη κυκλοφορίας για τα οχήματα επιχείρησής του και του ζήτησε να του δανείσει 3.000€.
Για την αποπληρωμή του δανείου, όπως ισχυρίστηκε, του παρέδωσε επιταγή ύψους 6.000€ ενώ του ζήτησε να του υπογράψει μια δήλωση δωρεάς του συγκεκριμένου ποσού.
Από το σύνολο των ενόρκων καταθέσεων φέρεται να προέκυψε ότι ο κατηγορούμενος με τη μορφή “άτυπων δωρεών” εισέπραξε χρήματα από 10 άτομα.
Ένας μάρτυρας κατέθεσε εξάλλου ότι λίγες μέρες πριν καταθέσει στον Ανακριτή τον πλησίασε ο πρώτος κατηγορούμενος και του ζήτησε να καταθέσει ψευδώς ότι εκείνος του είχε δανείσει το ποσό των 6.000€.
Ο ίδιος αρνείται τις κατηγορίες που του αποδίδονται και ισχυρίζεται ότι η αιτιολογία περί εικονικότητος των δωρεών, ακόμη και αν όλως εσφαλμένως ήθελε θεωρηθεί ως αληθής, σε καμία περίπτωση δεν θα ήταν δυνατόν να στηρίξει την κατηγορία της τοκογλυφίας και της νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, οι οποίες από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν στηρίζονται.
Ισχυρίζεται ότι όχι απλώς δεν προκύπτει οιαδήποτε πράξη τοκογλυφίας του κατηγορουμένου εις βάρος των μαρτύρων κατηγορίας, αφού γίνεται αναφορά σε χρήματα, που θα έδιναν ή δεν θα έδιναν αυτοί στον κατηγορούμενο και όχι ο κατηγορούμενος σε αυτούς, αλλά αντιθέτως δημιουργείται το οξύμωρο φαινόμενο του υποτιθέμενου “τοκογλύφου”, που ζητάει δανεικά από άλλους.
Υποστηρίζει επιπλέον ότι υφίσταται ακυρότητα της προδικασίας που ακολουθήθηκε, διότι παραβιάστηκαν δικαιώματά του ως κατηγορούμενου και επιπλέον διότι η έρευνα κινήθηκε μετά από ανώνυμη καταγγελία η οποία όφειλε να αρχειοθετηθεί.
Ως συνήγοροι υπεράσπισής του παρέστησαν οι δικηγόροι κ.κ. Θρ. Κονταξής και Κ. Διακονής.